Η κατάληξη της διαβολοβδομάδας στην Ευρωλίγκα για Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό μοιάζει με τον μύθο του Νάρκισσου. Του νεαρού που ερωτεύτηκε τόσο πολύ το είδωλό του στο νερό, που όταν έσκυψε να το αγγίξει έπεσε στη λίμνη και πνίγηκε. Ομοίως και οι «αιώνιοι» μοιάζουν να έδωσαν τόσο μεγάλη βαρύτητα στην αδιαμφησβήτητη ποιότητά τους που ξέχασαν ότι στις κυνομαχίες της Ευρωλίγκας δεν επιβιώνει πάντα ο καλύτερος αν δεν είναι τουλάχιστον όσο σκληρός όσο ο αντίπαλός του.
Το πάθημα, σε Μαδρίτη και Κωνσταντινούπολη από Ρεάλ για τους μεν και Εφές για τους δε αντίστοιχα, έρχεται να υπενθυμίσει πως καλά είναι τα μπάτζετ των 20 εκατομμυρίων ευρώ, ορθώς οι «αιώνιοι» θεωρούνται πως έχουν τα ποιοτικότερα και πληρέστερα ρόστερ στην Ευρωλίγκα, ωστόσο για να φτάσουν πέρσι στο Final 4-με αρκετά μικρότερους προϋπολογισμούς και αρκετά λιγότερο ταλέντο-ο ένας στην κορυφή κι ο άλλος στην τρίτη θέση, έπρεπε να παρουσιάσουν τις δύο καλύτερες άμυνες της σεζόν. Κι αν δεν πλησιάσουν σε ανάλογες επιδόσεις και φέτος, τότε σε αρκετές βραδιές θα φεύγουν με σκυμμένο το κεφάλι.
Η χαμένη ισορροπία του Παναθηναϊκού
Ο Παναθηναϊκός έχασε σε Παρίσι και Μαδρίτη, από δύο εκ διαμέτρου επιπέδου ομάδες, με τον ίδιο τρόπο. Μπαίνοντας με τις… παντόφλες στο ματς, δίνοντας ρυθμό στον αντίπαλο και κυνηγώντας για περίπου 75 από τα 80 λεπτά των δύο αγώνων στο σκορ. Η πίεση στην μπάλα, οι περιστροφές, το αμυντικό τρανζίσιον και το ριμπάουντ ήταν όλα τους πολύ προβληματικά, σε τέτοιον βαθμό που το πλεόνασμα ταλέντου και λύσεων από τον αντίπαλο να μην φτάνει για να πάρει έστω το ένα από τα δύο παιχνίδια της διαβολοβδομάδας. Με τον Μπράουν να τιμωρείται με «παρκάρισμα» στον πάγκο για την κακή του εικόνα στα τριάμισι πρώτα λεπτά, τον Σλούκα φανερά εκτός ρυθμού, τον Ναν να μην έχει ανάσες για να αντέξει να «τρέχει» όλη την επίθεση και να είναι ανάλογα ενεργητικός στην άμυνα, αλλά και τον ισορροπιστή Γκραντ φέτος σε μειωμένα λεπτά γιατί δεν… βγαίνουν τα κουκιά, η πρώτη ζώνη άμυνας του Παναθηναϊκού διασπάται πανεύκολα και από εκεί αρχίζουν όλα τα στραβά. Δημιουργούνται ρήγματα, επέρχεται αμυντική ισορροπία και οι αντίπαλοι αν δεν βρουν εύκολο καλάθι με ντράιβ ή πικ εν ρολ, δημιουργούν αμέτρητα ελεύθερα σουτ στην περιφέρεια. Όταν, δε, οι… λίγες καλές άμυνες ή τα άστοχα σουτ συνοδεύονται από ανανέωση επιθέσεων, το κακό γίνεται μεγαλύτερο και ακόμη και οι 86 πόντοι που μπορείς να βάλεις στην έδρα της Ρεάλ σε βραδιά που παίκτες όπως ο Σλούκας, ο Λεσόρ και ο Μπράουν είναι… off, αποδεικνύονται λίγοι.
Να το πούμε και με αριθμούς; Ο Παναθηναϊκός έφτασε πέρσι στην κατάκτηση της Ευρωλίγκας ολοκληρώνοντας τη σεζόν με οριακά τη δεύτερη καλύτερη άμυνα, με 110,2 πόντους παθητικό ανά 100 κατοχές. Φέτος έχοντας παίξει μόνο ένα πολύ δύσκολο παιχνίδι, αυτό στη Μαδρίτη, κι έχοντας αντιμετωπίσει τρεις άλλες ομάδες που μοιάζει αδύνατο να είναι στη διεκδίκηση έστω των play in, μετρά στις τέσσερις πρώτες αγωνιστικές 117 πόντους παθητικό ανά 100 κατοχές. Πέραν αυτού, οι αντίπαλοι έχουν ακριβώς το ίδιο ποσοστό κερδισμένων επιθετικών ριμπάουντ (31,4%) με το αντίστοιχο περσινό δείχνοντας πως η πιο βασική αδυναμία της ομάδας της περασμένης περιόδου παραμένει, μολονότι πλέον υπάρχει μεγαλύτερο βάθος και αθλητικότητα. Κοινώς, αν ο Παναθηναϊκός δεν ανακτήσει την ένταση, τον αμυντικό εγωισμό και τον συγχρονισμό στα μετόπισθεν που είχαν βάλει οι αρχές του Εργκίν Αταμάν πέρσι, το τεράστιο επιθετικό του ταλέντο μπορεί να μην φτάσει όχι για το back-to-back, αλλά ίσως ούτε καν για πρόκριση στο Final 4.
Το βρίσκει στην επίθεση, αλλά το έχασε από την άμυνα
Σε ένα παιχνίδι που έβαλε 89 πόντους, που σούταρε εκπληκτικά σε δίποντα (57,9%), τρίποντα (43,5%) και βολές (88,2%), που είχε 26 ασίστ για μόλις 9 λάθη και προηγείτο για… 37:08 στο παιχνίδι, ο Ολυμπιακός έχυσε την καρδάρα με το γάλα πολύ απλά γιατί υπέφερε στην άμυνα. Οι «ερυθρόλευκοι» παρά τα καλά δείγματα γραφής που είχαν παρουσιάσει στα μετόπισθεν στα δύο προηγούμενα παιχνίδια τους, το βράδυ της Παρασκευής ήταν αποτελεσματικοί μόνο στο πρώτο δεκάλεπτο. Στις τρεις επόμενες περιόδους «πρόδωσαν» το DNA τους δεχόμενοι 80 λεπτά από την Εφές.
Με εξαίρεση τον Γουόκαπ (κυρίως) και τον Φαλ, οι υπόλοιποι δεν ήταν καθόλου συνεπείς στα μετόπισθεν. Η περιφερειακή άμυνα γινόταν έρμαιο της ικανότητας ορισμένων παικτών της Εφές στην προσωπική φάση, τα χέρια έμεναν κατεβασμένα, τα σκριν σπανίως έσπαγαν σωστά και στις λίγες φορές που η άμυνα έβγαινε ή οι αντίπαλοι έκαναν τη χάρη να αστοχήσουν, τα ριμπάουντ χάνονταν. Είναι χαρακτηριστικό πως στα 27 άστοχα σουτ της Εφές, οι γηπεδούχοι ανανέωσαν 13 φορές τις επιθέσεις τους (!), κάτι που μόνο πρωτοφανές δεν είναι φέτος. Στα τέσσερα ματς της Ευρωλίγκας και χωρίς να έχουν αντιμετωπίσει τις καλύτερες front line ακόμη, οι Πειραιώτες παίρνουν μόλις το 59,7% των αμυντικών ριμπάουντ μετά από χαμένες επιθέσεις των αντιπάλων τους.
Ακόμη κι έτσι, πάντως, ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να κερδίσει στην Πόλη για πρώτη φορά μετά το 2017, αν ο Φουρνιέ είχε καλύτερες επιλογές στο τέλος, αν ο Βεζένκοφ έπαιρνε περισσότερα από μόλις τρία σουτ στο δεύτερο ημίχρονο (όπου έπαιξε 20 λεπτά) ή αν ο Μπαρτζώκας έδειχνε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο δεύτερο μέρος στον Ντόρσεϊ που μετά το πολύ καλό του πρώτο ημίχρονο δεν πήρε δευτερόλεπτο στο παρκέ.
Συμπερασματικά, η Ευρωλίγκα παραείναι σκληρό πρωτάθλημα για να επιβιώσει κανείς μόνο με την ποιότητά του. Για την ακρίβεια, καμία ομάδα, σε καμία λίγκα ή διοργάνωση, από το ΝΒΑ μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τα Ευρωμπάσκετ και τα Παγκόσμια Κύπελλα, δεν κερδίζει τίτλους έχοντας την αλαζονεία πως απλώς έχει περισσότερο ταλέντο από τον ανταγωνισμό για να σκοράρει περισσότερο όσα και αν… φάει πίσω. Όσο συντομότερα το αντιληφθούν οι «αιώνιοι» αυτό, γιατί πράγματι έχουν τα εργαλεία για να παίξουν καλύτερη άμυνα, τόσο λιγότερες ήττες θα έχουν και τόσες περισσότερες πιθανότητες να φτάσουν στον μεγάλο τους στόχο.
ΥΓ: Δεν υπάρχει κανένας λόγος πανικού ή μουρμούρας. Άλλωστε μόλις τρεις εβδομάδες και τέσσερις αγωνιστικές πέρασαν στην Ευρωλίγκα για να μην υπάρχει ούτε μία αήττητη ομάδα. Οι ανορθογραφίες είναι λογικές σε αυτό το σημείο της σεζόν, αρκεί να «διαβαστούν» και να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Το πρώτο βήμα όμως για να διορθώσεις ένα λάθος, είναι να το παραδεχτείς.