Ο Τάιλερ Ντόρσεϊ επέστρεψε το καλοκαίρι στον Ολυμπιακό ως άσωτος (αλλά όχι ασφαλώς… άσουτος) υιός δύο χρόνια μετά την αποχώρησή του. Όμως τα πράγματα κάθε άλλο παρά όπως προσδοκούσε εξελίσσονται. Με σχεδόν μισή σεζόν να έχει παρέλθει, ο χρόνος και ο ρόλος του είναι πολύ περιορισμένοι και ο ίδιος μοιάζει να έχει χάσει την αυτοπεποίθηση και το κέφι του, σε μια ομάδα που προπορεύεται στην Ευρωλίγκα και δείχνει πλέον να μην τον χρειάζεται.
Οι αριθμοί μαρτυρούν πως η δεύτερη θητεία του ουδεμία σχέση έχει από την πρώτη: Από 12,8 πόντους και 10,3 στην αξιολόγηση σε 24:10 κατά μέσο όρο στην Ευρωλίγκα το 2021/22, τα νούμερά του έχουν πέσει κάτω από το μισό φέτος, με 4,2 πόντους και 3,5 στην αξιολόγηση σε 11:18 ανά αγώνα. Τι φταίει και ο «γάμος» που περίμεναν πώς και πώς και οι δύο πλευρές δεν πάει καλά;
Αποκτήθηκε ως «βασικός», αλλά όλο και πέφτει στην ιεραρχία
Ο Τάιλερ Ντόρσεϊ έχει αποδειχτεί από την… ιστορία πως για να ανθίσει θέλει φροντίδα και εμπιστοσύνη. Να νιώσει καλά, να πειστεί πως θα είναι πρωταγωνιστής και να μη αισθανθεί «απειλή». Αυτός, άλλωστε, ήταν κι ο λόγος που δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει στη Φενέρ για μιάμιση σεζόν. Όλα αυτά κλονίστηκαν όταν, περίπου εκτός προγραμματισμού, ο Ολυμπιακός στο φινάλε του καλοκαιριού βρήκε την ευκαιρία να κάνει δικό του τον Εβάν Φουρνιέ και την άρπαξε. Και, όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος, ορθά έπραξε, καθώς δεν θα μπορούσε να κλείσει τα μάτια σε ένα τέτοιο «λαχείο», αφού ο Γάλλος σούπερ σταρ κάνει ήδη διαφορά.
Ο Ντόρσεϊ αρχικά φάνηκε να διαχειρίζεται καλά την κατάσταση. Η πολύ καλή εμφάνισή του στο Σούπερ Καπ, με 19 πόντους, αποδείχτηκε-ωστόσο-κάτι πρόσκαιρο, αφού έκτοτε πλην ελαχίστων εκλάμψεων σε μεμονωμένα παιχνίδια μοιάζει… χαμένος. Ο Φουρνιέ βρήκε τα πατήματά του κι έχει καπαρώσει περίπου 24 λεπτά στις θέσεις «2» και «3», αλλά ο ομογενής σούτινγκ γκαρντ έχει δει να τον ξεπερνούν στην ιεραρχία, όλοι οι υπόλοιποι «περιφερειακοί» του ρόστερ, πλην των Λαρεντζάκη και Μήτρου-Λονγκ.
Το δίκιο του Μπαρτζώκα
Ο κόουτς Μπαρτζώκας δεν μπορεί να πει κανείς ότι έχει αδικήσει κατάφορα τον Ντόρσεϊ. Σύμφωνοι, υπήρξαν παιχνίδια που ο Ολυμπιακός δεν είχε σε μεγάλα διαστήματα καλό επιθετικό ρυθμό και ο ομογενής θα μπορούσε να είχε πάρει (περισσότερο) χρόνο, ωστόσο η αλήθεια είναι πως έχει σπαταλήσει τις ευκαιρίες που του έχουν δοθεί. Όχι τόσο λόγω της απόδοσής του, αφού ακόμη και σπουδαίοι παίκτες δυσκολεύονται να γίνουν άμεσα επιδραστικοί όταν γνωρίζουν πως έχουν λίγο χρόνο για να προφέρουν, αλλά με τη γενικότερη εικόνα και τη γλώσσα του σώματός του, που ποτέ δεν λέει ψέματα.
Ο Ντόρσεϊ «πληρώνει» τη σταθερά αναιμική παρουσία του στην άμυνα, καθώς στερείται έντασης, πίεσης στην μπάλα και συγκέντρωσης, αλλά και την εικόνα του στην επίθεση, όπου δείχνοντας πρεμούρα να σκοράρει για να γίνει σημαντικός, καταφεύγει σε εξεζητημένες προσπάθειες και δεν βλέπει προφανείς πάσες σε συμπαίκτες, εξοργίζοντας τον προπονητή του, με τελευταίο παράδειγμα τον αγώνα με τον Άρη. Όλα αυτά αποτυπώνονται και στατιστικά, καθώς με τον Ντόρσεϊ στο παρκέ ο Ολυμπιακός είναι στους -5,4 πόντους ανά 100 κατοχές, ενώ η ομάδα του έχει συνολικά +4,8.
Ο προπονητής του Ολυμπιακού βλέποντας την ομάδα του να έχει την τρίτη καλύτερη επίθεση της Ευρωλίγκας με 120,7 πόντους ανά 100 κατοχές (πίσω μόνο από Παναθηναϊκό και Μονακό), αλλά και διαθέτοντας αρκετούς παίκτες που μπορούν να προσφέρουν σκορ, είναι λογικό να κρίνει τον Ντόρσεϊ περισσότερο με βάση όσα (δεν) προσφέρει στα υπόλοιπα κομμάτια του παιχνιδιού. Μοιραία, λοιπόν, τα τελευταία «σοβαρά» λεπτά που έπαιξε ήταν τα 19:32 στις 31 Οκτωβρίου απέναντι στην Μπαρτσελόνα, ενώ από τα 12 παιχνίδια που ακολούθησαν στην Ευρωλίγκα έχει εμφανιστεί μόνο στα 7 και για μόλις 6,8 λεπτά κατά μέσο όρο, δεν έχει αγωνιστεί ούτε δευτερόλεπτο στα δεύτερα ημίχρονα (!), ενώ σε αυτό το μικρό διάστημα που παίζει ο Ολυμπιακός είναι στο -25,7 ανά 100 κατοχές.
Τα παραδείγματα είναι… δίπλα του
Είναι πασιφανές πλέον ότι ο Τάιλερ Ντόρσεϊ έχει απογοητευτεί, χάσει την αυτοπεποίθησή του, ξενερώσει ή όπως αλλιώς θέλει να το περιγράψει κανείς. Ακόμη και το γεγονός ότι ήταν ο μοναδικός που δεν πανηγύρισε την άμυνα νίκης του Ολυμπιακού στο Μιλάνο μαρτυρά την τρέχουσα πνευματική του κατάσταση. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει… γυρισμός ή κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη. Ο μόνος που μπορεί να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα είναι ο ίδιος, καθώς το παρελθόν του έχει αποδείξει ότι στα «σκούρα» δεν πεισμώνει, δεν προσπαθεί να βρει τη λύση, αλλά αναζητεί την έξοδο. Κι όμως, τα παραδείγματα για το πώς μπορείς να γίνεις χρήσιμος ακόμη κι αν δεν είσαι «βασικός» ή «πρωταγωνιστής» είναι δίπλα του και θα μπορούσε να διδαχτεί από αυτά.
Ο Άλεκ Πίτερς δυσκολεύτηκε να ζήσει στη σκιά του Σάσα Βεζένκοφ πρόπερσι, πέρσι εν τη απουσία του έγινε πρώτος παίκτης της ομάδας, αλλά φέτος-παρότι η πληθωρική παρουσία του Βούλγαρου διεθνή δεν αφήνει πολλά περιθώρια-έχει βρει τον τρόπο να γίνεται χρήσιμος. Ο Αμερικανός όχι μόνο δεν έπεσε σε κατάθλιψη, αλλά φροντίζει να κάνει το καλύτερο που μπορεί στα λεπτά που του αναλογούν και σταδιακά αυξάνει τον χρόνο του «αναγκάζοντας» τον προπονητή του να τον χωρά σε σχήματα ακόμη και μαζί με τον Βεζένκοφ. Άλλωστε με τον Πίτερς στην πεντάδα ο Ολυμπιακός είναι στους +6,7 πόντους ανά 100 κατοχές, ελάχιστα πίσω από τον Σάσα που είναι στους +7,5 πόντους ανά 100 κατοχές.
Ο Κώστας Παπανικολάου, άλλο τρανό παράδειγμα, είναι ο παλιότερος παίκτης της ομάδας και αρχηγός της, φέτος είδε τον εσωτερικό ανταγωνισμό να μειώνει κατά περίπου 9 λεπτά ανά αγώνα τον χρόνο του, πλέον παίρνει μόλις δύο σουτ ανά αγώνα (!), ωστόσο επιδρά με άλλους τρόπους και στο χρόνο που πατά παρκέ ο Ολυμπιακός είναι στους +8 πόντους ανά 100 κατοχές, πίσω μόνο από Φαλ (+16,7) και Γουόκαπ (+11,3).
Πρέπει να «δουλέψει» αυτή η συνεργασία
Ο Ολυμπιακός και ο Τάιλερ Ντόρσεϊ μοιάζουν αυτή τη στιγμή να κινούνται σε παράλληλες διαδρομές που δεν θα συναντηθούν ποτέ. Κι όμως, όσο κι αν οι «ερυθρόλευκοι» μοιάζουν αυτή τη στιγμή να μην τον έχουν ανάγκη, αλλά και ο ίδιος πιθανώς να φαντάζεται τον εαυτό του σε άλλη ομάδα και με μεγαλύτερο ρόλο, θα ήταν λάθος αυτός ο γάμος να τερματιστεί.
Για τον μεν Ολυμπιακό ο Ντόρσεϊ είναι αναγκαίος, μόνο και μόνο για το ελληνικό του διαβατήριο. Με το ρόστερ να έχει εννιά ξένους, που θα φτάνουν τους… έντεκα αν προστεθούν οι Μόουζες Ράιτ και Φίλιπ Πετρούσεφ, με τον ελληνικό κορμό να μεγαλώνει σε ηλικία (περπατά τα 35 ο Παπανικολάου, τα 33 ο Γουόκαπ και τα 32 ο Λαρεντζάκης), οι «ερυθρόλευκοι» δεν έχουν την πολυτέλεια να στερηθούν έναν παίκτη που τον άλλο μήνα κλείνει τα 29 και έχει δείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να προσφέρει. Πόσω μάλλον όταν στο ελληνικό πρωτάθλημα υπάρχει ο περιορισμός των έξι ξένων.
Για τον δε Ντόρσεϊ, ο Ολυμπιακός είναι η ομάδα που έχει παίξει-με διαφορά-το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας του. Στο ίδιο σύστημα, με τον ίδιο προπονητή και με αρκετούς από τους ίδιους συμπαίκτες, απλώς πλέον με μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Ο ίδιος καλείται να αντιληφθεί πως είναι το καλύτερο περιβάλλον για εκείνον κι αν… δυσκολεύεται ως προς αυτό, ας αντιληφθεί έστω ότι είναι αδύνατο να βρει στην αγορά 1,8 εκατ. ευρώ ετησίως. Και παρότι στο τρέχον πανάκριβο και υπερταλαντούχο ρόστερ είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει πάλι το πρώτο βιολί, όπως τη σεζόν 2021/22, μπορεί-με τη σωστή νοοτροπία-να γίνει χρήσιμος ως και πολύτιμος ΚΑΙ για τον φετινό Ολυμπιακό.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.