Αν το all time classic «σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία» είχε μπασκετική διασκευή για τον Χουάν Κάρλος Ναβάρο, αυτή θα λεγόταν «σε μισώ γιατί είσαι σπουδαίος».
Ο άνθρωπος που-ελάτε τώρα, μεταξύ μας-όλοι οι Έλληνες κάποια στιγμή βρίσαμε, νικήθηκε από τον πανδαμάτορα χρόνο που στη δική του περίπτωση ήταν περισσότερο άδικος από άλλους της μικρής συνομοταξίας των πραγματικών Ευρωπαίων θρύλων του μπάσκετ.
Όμως, συμπαθάτε μας, τα αμέτρητα «τι έβαλε πάλι ο π@#$%&!» που ξεστομίσαμε στις αναρίθμητες εφιαλτικές στιγμές που μας χάρισε, κυρίως με τη φανέλα της εθνικής Ισπανίας και λιγότερο με αυτή της Μπαρτσελόνα, δεν ήταν αγνή κακία. Εμπεριείχαν ή μάλλον αποτελούνταν κυρίως από το στοιχείο του θαυμασμού, αυτό που εντελώς αποστασιοποιημένα πια είχαμε όταν τον παρακολουθούσαμε να υποβάλλει σε αντίστοιχα μαρτύρια και άλλους αντιπάλους στο διάβα του. Κάποτε ήταν ο αείμνηστος Ντράζεν, κατόπιν ο Μποντιρόγκα και ο συνεχιστής τους για ακόμη περισσότερα χρόνια ήταν αυτός ο… αχώνευτος Καταλανός.
Με την αποχώρησή του ίσως να «σχόλασε» και ο τελευταίος σεσημασμένος σκόρερ της Ευρώπης. Γιατί ο «Χουάνκι» μπορεί να μην έκανε πάρα πολλά πράγματα στο γήπεδο, αλλά αυτό το ένα το έκανε καλύτερα από όλους. Στις τακτικότατες και ουχί σπάνιες βραδιές του ήταν απλώς ασταμάτητος. Τι σουτ από ντρίμπλα, τι βγαίνοντας από σκριν, τι ντράιβ, τι πέφτοντας… Πριν εκπυρσοκροτήσει πιο γρήγορα κι από τη μικροκαμωμένη σκιά του, όπως συνήθιζε για να μη δώσει δικαιώματα σε πιο προικισμένους αθλητικά αντιπάλους να τον αμφισβητήσουν, γνώριζες την κατάληξη. Μέχρι και «πατενταρισμένο» καλάθι δημιούργησε, την περίφημη «Μπομπίτα», κάτι που πολλοί εξίσου ή και περισσότερο σπουδαίοι δεν ευτύχησαν να αφήσουν ως αιώνια κληρονομιά πίσω τους.
Σύμφωνοι, ήταν μονίμως ο στόχος των αντιπάλων επιθέσεων ως ο αδύναμος αμυντικός κρίκος, ήταν ελάχιστες οι ασίστ του για τις κατοχές που αναλάμβανε, ήταν σωματοδομικά πολύ πίσω από τις απαιτήσεις της νέας εποχής και η πτώση του ήταν ραγδαία τα τελευταία χρόνια με τον ίδιο προφανώς να αρνείται να συμβιβαστεί με τη σκληρή πραγματικότητα της φθοράς. Ναι, αλλά η μεγάλη μαγκιά του ήταν ότι παρ’ ΟΛΑ αυτά, κυριάρχησε κοντά μια εικοσαετία στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.
Κι όταν οι πολέμιοί του περίμεναν το τόλμημά του να παίξει στο ΝΒΑ για να τον χλευάσουν σε πρώτη ευκαιρία ως ανεπαρκή να τα βάλει με τα θηρία, εκείνος απέδειξε πως το ατόφιο μπασκετικό ταλέντο μπορεί να λάμψει ακόμη κι αν έχει σταθερά τα πιο αργά πόδια και τις μικρότερες πλάτες από τους υπόλοιπους εννιά στο παρκέ. Και παρότι οι Γκρίζλις του ζητούσαν να συνεχίσει εκεί μετά την εξαιρετική του σεζόν ως… 28χρονος ρούκι, αυτός αποφάσισε να επιστρέψει στην αγαπημένη του Μπαρτσελόνα έχοντας βουλώσει μια και καλή τα στόματα των ιερόσυλων haters.
Το μεγαλύτερο λάθος του ήταν πως το φινάλε του δεν ήταν αντάξιο της διαδρομής του. Δίχως τη σβελτάδα των χρόνων της ακμής του, με τις καλές του βραδιές να μειώνονται δραματικά σε συχνότητα και τους τραυματισμούς αντίστοιχα να αυξάνονται. Τα τελευταία του χρόνια ήταν σκιά του εαυτού του, συχνά-όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό-ακόμη και η αιτία των δεινών για την Μπαρτσελόνα και την εθνική Ισπανίας. Όμως το γεγονός ότι κανείς ή μάλλον ελάχιστοι τολμούσαν να ψελλίσουν, από τα καταλανικά ΜΜΕ μέχρι τους φιλάθλους ή τη διοίκηση της «Μπάρτσα», πως έχει έρθει η ώρα να φύγει, κανείς δεν το έκανε από σεβασμό στον ίδιο. Γιατί ΤΟΣΟ σπουδαίος ήταν…
Αντίο, Χουάν Κάρλος Ναβάρο. Όσο και αν κάποτε σε βρίζαμε και παρακαλούσαμε να εξαφανιστείς από μπροστά μας, όλοι μας σου χρωστάμε ένα μεγάλο pasillo. Πλέον θα σε ανταμώνουμε μόνο στους εφιάλτες από την μπασκετική μας νιότη, μέχρι να ξυπνήσουμε κάθιδροι και με ανακούφιση μονολογήσουμε «Ουφ, ευτυχώς σταμάτησε».
Follow @ChristosRobolis