Για ένα ακόμη καλοκαίρι αθλητές χαρακτηρίζονται από στυγνοί επαγγελματίες μέχρι προδότες και φιλοχρήματοι επειδή αποφάσισαν να αλλάξουν φανέλα. Παίκτες με τεράστια προσφορά, όπως ο Μάικ Μπατίστ, ή απλώς… μεγάλη όπως ο Κώστας Καϊμακόγλου και ο Νικ Καλάθης, δέχονται πυρά από μερίδα (ευτυχώς μικρή) του κόσμου του Παναθηναϊκού επειδή-λένε-εγκαταλείπουν την ομάδα στα δύσκολα.
Γράφει ο Χρήστος Ρομπόλης
Όσο, όμως, άξιος συγχαρητηρίων είναι ο Γιώργος Πρίντεζης που είπε «όχι» σε πολύ περισσότερα χρήματα για να παραμείνει στον Ολυμπιακό (έχοντας διαπιστώσει πως τα χρήματα δεν είναι το παν από πρώτο χέρι επιλέγοντας τη Μάλαγα από την ανανέωση με τον Ολυμπιακό τρία χρόνια πριν), άλλο τόσο δεν πρέπει κανείς να κακίζει εκείνους πήραν αποφάσεις για το μέλλον τους περισσότερο με το μυαλό παρά με την καρδιά.
Η συζήτηση θα έπρεπε να μην αρχίσει καν από τη στιγμή που μιλάμε για επαγγελματίες αθλητές. Αλήθεια, πόσοι από αυτούς που τόσο εύκολα μιλούν για «απληστία και αγνωμοσύνη από ανθρώπους που ήδη έχουν λύσει το οικονομικό τους πρόβλημα» θα απέρριπταν μία πρόταση για δουλειά με πολύ περισσότερα χρήματα, ειδικά δε σε χαλεπούς καιρούς και σε έναν χώρο με ημερομηνία λήξης; Μάλλον ρητορικό το ερώτημα…
Ακόμη, όμως, κι αν βγει από την εξίσωση ο παράγοντας «επαγγελματισμός», ουδείς μπορεί έτσι εύκολα να θίγει υπολήψεις. Πόσω μάλλον για ανθρώπους που ποτέ δεν «πούλησαν» Παναθηναϊκοφροσύνη, ούτε μεγάλωσαν με το τριφύλλι στο στήθος. Ο Μάικ Μπατίστ σίγουρα οφείλει πολλά στον Παναθηναϊκό, αφού φεύγει πολύ καλύτερος, πλουσιότερος και πιο πετυχημένος παίκτης από ό,τι είχε έρθει. Όμως είναι σχεδόν… βλάσφημος, όποιος τον κατηγορεί πως εγκαταλείπει από τους πρώτους ένα καράβι που μπαίνει σε άγρια θάλασσα, με νέο καπετάνιο και νέο πλήρωμα. Γιατί ο Μπατίστ πέρα από την αναμφισβήτητη προσφορά και τη συμβολή του στις επιτυχίες των τελευταίων ετών, πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων πολλές καλύτερες προτάσεις κι έμεινε πιστός πολλάκις στο παρελθόν, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που έπαιζε με τσακισμένα γόνατα και λαβωμένη μέση, πράγμα σπάνιο για λεγεωνάριο.
Ο Κώστας Καϊμακόγλου αντιμετώπισε-ίσως-ακόμη πιο σκληρή κριτική από ορισμένους. Ας λάβουν, όμως, υπόψη τους πως πρόκειται για ένα παιδί που δεν έχει γίνει εκατομμυριούχος από το μπάσκετ, που μέχρι τα 27 του αγωνιζόταν στο Μαρούσι και του παρουσιάστηκε ίσως η τελευταία ευκαιρία στην καριέρα του να φτιάξει ένα καλό κομπόδεμα. Λιγότερο άδικα (σε καμία περίπτωση όμως δικαιολογημένα) είναι όσα άκουσε ο Νικ Καλάθης, που φαίνεται πως αποφάσισε με αμιγώς οικονομικά κριτήρια. Ο ομογενής γκαρντ δεν θέλησε καν να δοκιμάσει την τύχη του στο ΝΒΑ και προτίμησε τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, που δεν είναι καν ομάδα… προκριματικών Ευρωλίγκας.
Η κριτική εκ του ασφαλούς είναι εύκολη, αλλά σχεδόν πάντα άδικη. Καλώς ή κακώς, Μπατίστ, Καϊμακόγλου και Καλάθης επέλεξαν να αποχωρήσουν από τον Παναθηναϊκό, ενώ πιθανώς να ακολουθήσουν κι άλλοι. Οι κραυγές περί προδοτών και φιλοχρήματων παικτών ή η απαξίωση δείχνουν μικροπρέπεια, ενώ στην περίσταση δεν αρμόζουν ούτε κλάματα και νοσταλγίες. Όσο γρηγορότερα ο κόσμος του Παναθηναϊκού συνειδητοποιήσει πως ένα κεφάλαιο-όσο «χρυσό» κι αν είναι-έκλεισε, τόσο ταχύτερα θα γυρίσει σελίδα και θα κοιτάξει μπροστά. Η μετάβαση στο επόμενο κεφάλαιο είναι δύσκολη, αλλά αναπόφευκτη.