Η ευκολία με την οποία ο Έλληνας ανεβάζει και κατεβάζει ανθρώπους δεν αποτελεί πλέον έκπληξη. Και δεν είναι η πρώτη φορά που μία επαγγελματική επιλογή μετατρέπει λαϊκούς ήρωες και αγαπημένα παιδιά της εξέδρας σε προδότες και φιλοχρήματους εν μια νυκτί.
Τελευταίο παράδειγμα αυτό του Κώστα Παπανικολάου. Η μεταγραφή του στην Μπαρτσελόνα δεν «καλόκατσε» σε κάποιους. Και η χθεσινή του συνέντευξη στο Goal τούς έδωσε νέο πάτημα για να λιθοβολήσουν τον μικρό.
Ποιο ήταν το «αμάρτημα» του Παπανικολάου; Ότι είπε τα πράγματα ΑΚΡΙΒΩΣ όπως είναι. Ωμά και ρεαλιστικά. «Δεν ήθελα να φύγω από τον Ολυμπιακό», τόνισε. Και έτσι ήταν. Ήταν σαφής εδώ και μήνες πως θα επιδίωκε την αποχώρησή του από την ομάδα μόνο για χάρη του ΝΒΑ, εφόσον κάποια ομάδα ενεργοποιούσε σχετικό όρο στο συμβόλαιό του και πλήρωνε το buy out. Η πρόταση της Μπαρτσελόνα άλλαξε τα δεδομένα για όλες τις πλευρές. Πρόσφερε «χρυσάφι» για έναν παίκτη που σε ένα χρόνο θα έμενε ελεύθερος και πιθανότατα θα μετακόμιζε στις ΗΠΑ.
Ο «Παπ» δεν εκβίασε καμία κατάσταση για να πωληθεί, παρότι γνώριζε πως αν έφευγε για τη Βαρκελώνη θα εισέπραττε πολύ περισσότερα χρήματα από όσα προβλέπονταν στον τελευταίο χρόνο συμβολαίου του. Ο Ολυμπιακός ήταν αυτός που μετά την πρόταση της «Μπάρτσα» κάλεσε τον παίκτη για να διαγνώσει τις προθέσεις του και να του προσφέρει επέκταση συμβολαίου. Από τη στιγμή που δεν μπορούσε (ή μάλλον δεν ήθελε) να ανταγωνιστεί την προσφορά των Καταλανών στον 23χρονο φόργουορντ και για να μην τον χάσει σε έναν χρόνο χωρίς αντάλλαγμα, επέλεξε να τον παραχωρήσει. Εκεί «κολλάει» και το ορθότατο «… αν ήμουν εγώ στη θέση του Ολυμπιακού, θα έκανα ακριβώς το ίδιο πράγμα». Γιατί το πιθανότερο είναι το επόμενο καλοκαίρι το ΝΒΑ να καλέσει τον Παπανικολάου και η επένδυση της Μπαρτσελόνα να πάει στο βρόντο…
Όσοι έκτοτε «κράζουν» με κάθε αφορμή τον «Παπ» ας κοιταχτούν στον καθρέφτη και ας διερωτηθούν: αν στους ίδιους, στον δικό τους επαγγελματικό χώρο όποιος κι αν είναι, γινόταν μία πρόταση από έναν επιφανή εργοδότη, σε ένα εξαιρετικό περιβάλλον, με πενταπλασιασμό αποδοχών και με πολύ καλύτερες συνθήκες εργασίας και ανταγωνισμού, θα έλεγαν όχι;
Εκ του ασφαλούς όλοι μπορούν να το παίζουν ανιδιοτελείς, υπεράνω χρημάτων και να ορκίζονται πίστη στη φανέλα. Ένα παιδί, ωστόσο, που είναι 23 ετών, που ακόμη δεν είχε κάνει το μεγάλο συμβόλαιο στην καριέρα του, που δεν δήλωσε ποτέ Ολυμπιακός παρά μόνο ένιωσε το φυσιολογικό δέσιμο με την ομάδα την οποία υπηρέτησε με πάθος, που του δόθηκε η δυνατότητα να λύσει το οικονομικό πρόβλημα της ζωής του, που τον κάλεσε ένας τεράστιος σύλλογος, από μία πανέμορφη πόλη και το κορυφαίο πρωτάθλημα στην Ευρώπη δίχως μάλιστα να του απαγορεύει το όνειρο για το άλμα στο ΝΒΑ, που είχε την ευκαιρία ξεφύγει από τη μιζέρια της Ελλάδας και τον πόλεμο των «αιωνίων»… είναι δυνατό να πει «ευχαριστώ, δεν θα πάρω»;
Πολύ καλά έκανες, Κώστα. Και ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η μεταγραφή σου και η συνέντευξή σου από μία μερίδα, έστω και μικρή, κόσμου, αποδεικνύει την ορθότητα της επιλογής σου.
Follow @ChristosRobolis