Ο Ολυμπιακός κατέκτησε πανάξια το πρωτάθλημα απέναντι σε έναν άξιο αντίπαλο. Σε μία χρονιά που υστερεί σε έναν τίτλο του τριπλ-κράουν του 1997, αλλά μάλλον αποκτά μεγαλύτερη αξία από ό,τι συνέβη προ 15ετίας λόγω του αναπάντεχου της επιτυχίας, της ραγδαίας βελτίωσης της ομάδας στη διάρκεια της σεζόν, αλλά και του τρόπου που ήρθαν οι δύο κούπες: μία απέναντι στην πανίσχυρη ΤΣΣΚΑ Μόσχας με επική επιστροφή από το -19 και μία εκθρονίζοντας τον σύγχρονο δυνάστη του ελληνικού μπάσκετ, Παναθηναϊκό.
Γράφει ο Χρήστος Ρομπόλης
Ο Ολυμπιακός έφτασε στη νίκη κάνοντας τη λιγότερο καλή από τις εμφανίσεις του στο ΣΕΦ στη σειρά των τελικών. Στο πρώτο μέρος οι «ερυθρόλευκοι» ανέβηκαν στην πλάτη του Βασίλη Σπανούλη και απέκτησαν μεγάλο προβάδισμα στηριζόμενοι στα επιθετικά ριμπάουντ και τα λάθη των αντιπάλων. Ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος στο δεύτερο μέρος, έφερε το παιχνίδι στα μέτρα του κατεβάζοντας το ρυθμό κι ελέγχοντας καλύτερα τα ριμπάουντ. Πάνω που φαινόταν να επιβάλει το δικό του νόμο στο παρκέ και να πλησιάζει στους τρεις, οι γηπεδούχοι ευτύχησαν να ευστοχήσουν σε μεγάλα καλάθια με Σλούκα, Λο και Σπανούλη. Οι «πράσινοι» συνέχισαν να παίζουν πιο σωστό μπάσκετ και έφτασαν στο -4, που θα μπορούσε να ήταν και -1 όταν η στεφάνη «ξέρασε» το τρίποντο του Καλάθη. Το ανώριμο τρίποντο του Παπανικολάου διορθώθηκε από ένα επιθετικό ριμπάουντ και μία ασίστ πάρε-βάλε στον Πρίντεζη, και κάπου εκεί όλα έγιναν ιστορία.
Παναγιώτης και Γιώργος Αγγελόπουλος δαπάνησαν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ τα προηγούμενα χρόνια για να γευτούν τη χαρά που τους χάρισε μία ομάδα με πολύ μικρότερο μπάτζετ, πολύ λιγότερες παραστάσεις, πολύ λιγότερες προσδοκίες, αλλά εν τέλει πολύ μεγαλύτερη αξία. Το μοντέλο με τους ακριβοπληρωμένους μισθοφόρους που πρότασσαν το εγώ πάνω από το εμείς αποδείχτηκε κατ’ επανάληψη αποτυχημένο. Η απογοήτευση και η οικονομική κρίση οδήγησαν τους ιδιοκτήτες πρώτα στα πρόθυρα της αποχώρησης και μετά σχεδόν κατ’ ανάγκη σε ένα μοντέλο που οδήγησε στην κορυφή της Ευρώπης. Έδωσαν τα κλειδιά στον Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο οποίος απέδειξε για πολλοστή φορά πως ειδικεύεται στη δημιουργία ομάδων από το μηδέν, δίχως αστέρες εκατομμυρίων ή μεγάλα ονόματα. Αυτή που ξεκίνησε ως ομάδα του Σπανούλη και των… άλλων, έβαζε συνεχώς νέους παίκτες στην εξίσωση, απαλλάχθηκε από όσους δεν μπορούσαν (Χάουαρντ, Λούκας) και κατέληξε να είναι η ομάδα του Σπανούλη, αλλά και του Πρίντεζη, του Παπανικολάου, του Χάινς, του Ντόρσεϊ, του Μάντζαρη, του Άντιτς και των υπολοίπων κρίκων.
Ο κίνδυνος γκρεμίσματος της ομάδας δεν υπάρχει πλέον. Ο Ολυμπιακός καλείται να χτίσει πάνω στον υπάρχοντα κορμό και με κάποιες μικροδιορθώσεις να φτάσει ακόμη πιο ψηλά. Άλλωστε η επόμενη σεζόν θα είναι πιο δύσκολη. Δεν θα είναι το αουτσάιντερ που θα εκπλήξει τους πάντες, αλλά ο πρωταθλητής Ελλάδας και Ευρώπης, ενώ οι μεγάλοι του αντίπαλοι εντός κι εκτός συνόρων θα είναι ψυλλιασμένοι και αποφασισμένοι για εκδίκηση.
Όσο για τον Παναθηναϊκό, η εκθρόνισή του δεν σημαίνει και το τέλος του. Όποιος βιαστεί να… θάψει τους «πράσινους», θα το πληρώσει. Όπως παραλίγο να το πληρώσει ο Ολυμπιακός, όταν όλα έμοιαζαν να έχουν κριθεί, αλλά ο μεγάλος του αντίπαλος βρήκε τον τρόπο να επιστρέψει στον πέμπτο τελικό. Ασφαλώς-ωστόσο-ο Παναθηναϊκός χρειάζεται ενίσχυση σε καίριες θέσεις και ανανέωση, διαδικασία που θα γίνει ομαλότερα και με μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας εφόσον διατηρήσει τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς στον πάγκο του.
Παρακολουθήσαμε τους καλύτερους τελικούς όλων των εποχών. Με σπουδαίο θέαμα, που ικανοποίησε τόσο τους λάτρεις των καρφωμάτων και των ταπών, όσο κι εκείνους που λατρεύουν την τακτική. Η παραμονή Αγγελόπουλων και Γιαννακόπουλων, μακάρι και των Ντούσαν Ίβκοβιτς και Ζέλικο Ομπράντοβιτς, στην κεφαλή των δύο αιωνίων εγγυάται πως το show will go on. Αν έμπαιναν κι άλλες ομάδες στην εξίσωση, θα ήμασταν πανευτυχείς. Όμως ας μην είμαστε πλεονέκτες. Σε μια Ελλάδα που καταρρέει μπορούμε να απολαμβάνουμε τις δύο καλύτερες ομάδες της Ευρώπης.