Προφανώς μια νίκη επί της Ολλανδίας δεν συνιστά λόγο για πανηγυρισμούς. Όμως ο τρόπος και κυρίως οι αντιξοότητες υπό τις οποίες η Εθνική ομάδα κέρδισε στη Χάγη είναι ένας λόγος να αισιοδοξείς. Γιατί πέρα από το αποτέλεσμα, που από… Φλεβάρη μήνα φέρνει ουσιαστικά την Ελλάδα στο Ευρωμπάσκετ, αυτό συνδυάστηκε με παράπλευρα και ουδόλως αμελητέα κέρδη.
Να κερδίζεις, έστω κι έτσι
Το «building good habits» είναι μια από τις συνηθέστερες ατάκες που χρησιμοποιεί ο Γιάννης Αντετοκούνμπο στις δηλώσεις του αλλά είναι πραγματικά πολύ σημαντική. Είναι σπουδαία υπόθεση για μια ομάδα να χτίζει καλές συνήθειες και η Εθνική ομάδα είναι σε καλό δρόμο για να το καταφέρει. Μολονότι δεν αγωνίστηκε με πάνω από 3-4 παίκτες από αυτούς που περιμένουμε να είναι στη δωδεκάδα του Προολυμπιακού Τουρνουά, παρότι παρατάχθηκε με σημαντικές απουσίες, με προβλήματα προέκυψαν και στη διάρκεια της βραδιάς και με παίκτες που είναι απόλυτα λογικό να μην έχουν αναπτύξει αγωνιστική χημεία, η ταυτότητα της ομάδας ήταν ευδιάκριτη.
Η άμυνα που κράτησε τους Ολλανδούς στους 33 πόντους στο δεύτερο ημίχρονο (με 11/27) πρέπει να είναι η αφετηρία αυτής της ομάδας. Γιατί κόντρα σε όσους λένε πως η Εθνική ομάδα υστερεί σε σουτ ή σε ποιότητα σε κάποιες θέσεις, αυτό που την πλήγωσε περισσότερο εσχάτως ήταν η αναποτελεσματικότητά της στα μετόπισθεν. Θυμηθείτε την κατοστάρα από τους Γερμανούς στον προημιτελικό του Βερολίνου το 2022 ή τους 93 από τη Λιθουανία στο Παγκόσμιο του 2023. Το στοίχημα αυτό κερδίζεται από τον Σπανούλη, ο οποίος βλέπει όχι μόνο τους μετρ στην πίεση στην μπάλα, όπως ο Καλαϊτζάκης, ο Μωραΐτης ή ο Λούντζης, να διαπρέπουν, αλλά και παίκτες που δεν φέρουν την ετικέτα του καλού αμυντικού, όπως ο Τολιόπουλος ή ο Χαραλαμπόπουλος, να δίνουν το 110% και στην πίσω πλευρά του παρκέ. Γιατί η άμυνα θέλει πρωτίστως συγκέντρωση και διάθεση και αυτή ξέρει να την εισπράττει ο νέος προπονητής, παρότι ο ίδιος ως παίκτης δεν ήταν ποτέ καλός αμυντικό.
Πέρα από την άμυνα, η Εθνική ομάδα έβγαλε και προσωπικότητα, από αυτή που ξεχείλιζε ως παίκτης ο τωρινός της προπονητής και φαίνεται πως είναι μεταδοτική. Όταν δέχτηκε ένα 17-0 και βρέθηκε στο -13, όταν βρέθηκε ξανά στο -9 στο τρίτο δεκάλεπτο ή και ήταν πίσω στο σκορ στο τελευταίο λεπτό, κανένας δεν θόλωσε, το μάτι συνέχισε να γυαλίζει και η αυτοπεποίθηση αυτή έφερε τα κατάλληλα stops στην άμυνα και plays στην επίθεση για να έρθει το 2/2.
Ο… mini me του Σπανούλη
Τα παράπλευρα κέρδη της Εθνικής ομάδας από αυτό το «παράθυρο» είναι οι παίκτες που βγήκαν μπροστά. Κι αν ο Μωραΐτης, ο Καλαϊτζάκης κι ο Χαραλαμπόπουλος είχαν προσφέρει πράγματα και κόντρα στην Τσεχία, το βράδυ της Δευτέρας ήταν η σειρά του Τολιόπουλο να φωνάξει εκκωφαντικά «παρών». Σαν σε προέκταση της καταπληκτικής σεζόν που κάνει στον Άρη, ο Μπίλης έμοιαζε με… mini me του προπονητή του. Με αυτοπεποίθηση που ξεχειλίζει και πηγάζει από τη δουλειά και τη φόρμα του, δεν έβλεπε κανέναν αντίπαλο, δεν δίσταζε να σουτάρει παρότι είχε μια ολόκληρη άμυνα προσαρμοσμένη πάνω του, πήρε την ευθύνη στην πιο κρίσιμη κατοχή του αγώνα διαβάζοντας άριστα τα αργά ολλανδικά πόδια στην άμυνα, αλλά ταυτόχρονα απέδειξε πως πέρα από ένας αναγεννημένος σκόρερ έχει μετεξελιχθεί και σε πολύ καλό δημιουργό έχοντας πάνω από τις μισές ασίστ της Εθνικής (8/14).
Η ελληνική ομάδα κερδίζει έναν παίκτη, όχι έναν ακόμη ρολίστα αλλά δυνάμει πρωταγωνιστή, που μπορεί να κάνει τα πάντα στην επίθεση και έχει μάθει να καμουφλάρει τις αδυναμίες που συνεπάγεται το μικρό του κορμί στην άμυνα, με τη βοήθεια και των συμπαικτών του. Τι κι αν κι αυτός κι ο Χαραλαμπόπουλος, ακόμη κι ο Μωραΐτης ή ο Καλαϊτζάκης δεν είναι πια φερέλπιδες 20χρονοι; Πρόκειται για παιδιά που στο κατάλληλο περιβάλλον, με την απαιτούμενη πλαισίωση και την απαραίτητη εμπιστοσύνη του προπονητή τους μπορούν να ανθίσουν και να γίνουν οι… late bloomers της Εθνικής ομάδας.
Σε κάθε περίπτωση, τον Ιούνιο ο Σπανούλης θα έχει έναν ευχάριστο πονοκέφαλο, γιατί με-ευχόμαστε-άπαντες διαθέσιμους, από τον Γιάννη και τον Σλούκα μέχρι τον Καλάθη και τον Παπαπέτρου, θα μπορεί να υπολογίζει σε περισσότερα παιδιά που ήδη έδειξαν πως μπορούν να βοηθήσουν. Και η ιστορία μάς έχει διδάξει από την… ανάποδη, πως στην Εθνική ομάδα δεν πρέπει να παίζουν οι πιο ποιοτικοί παίκτες, αλλά οι πιο συμβατοί και αυτοί που θα συμπληρώνουν καταλληλότερα το παζλ.
ΥΓ1: Κάκιστη η διαιτησία. Το επιθετικό φάουλ του Παπαγιάννη ήταν ανακάλυψη, ενώ άλλες 2-3 φορές χαρίστηκαν καταφανέστατα βήματα στους Ολλανδούς. Το επίπεδο διαιτησίας είναι προβληματικό στην Ευρωλίγκα και ακόμη περισσότερο στις διοργανώσεις της FIBA.
ΥΓ2: Καμία νίκη δεν είναι αυτονόητη. Ειδικά όταν υπάρχουν τόσες απουσίες. Ρωτήστε τους Ισπανούς που έκαναν 0/2 στο παράθυρο, τους Γερμανούς που έχασαν στη Βουλγαρία, τους Λιθουανούς που έχασαν στην Εσθονία και πάει λέγοντας. Η Ελλάδα από την πρώτη μέρα των παραθύρων έχει αποδειχτεί πολύ αποτελεσματική και συνεπής, παρά τις αντιξοότητες.