Ρεμπετολογία του Ηλία Πετρόπουλου. Εκδ. ΚΕΔΡΟΣ.

Ο Ηλίας Πετρόπουλος είναι από τους ανθρώπους που συχνά, ονειρεύομαι ότι παίρνω συνέντευξη. Μία συνέντευξη που ποτέ δεν δημοσιεύεται γιατί, ενώ κατά την εκτίμησή μου ο Πετρόπουλος λέει σημαντικά πράγματα, κανένα μέσο δεν ενδιαφέρεται για σημαντικά πράγματα.

Και μάλιστα ειπωμένα με τον τρόπο του Πετρόπουλου.

Σταράτα.

Ποιοι διαβάζουν, για την απόλαυση της ανάγνωσης; Ποιοί ενδιαφέρονται για την γλώσσα και την παράδοση και συζητούν δημόσια γι αυτές;

Όχι πως άμα ζούσε ο Πετρόπουλος θα ενοχλούνταν από αυτήν την κατάσταση. Η πιο σωστά, θα ενοχλούνταν αλλά θα περιφρονούσε κάθε τι που συνδέεται, που μολύνεται με τον «πολιτισμό» της τηλεόρασης.

Που ντύνει με τα χαρακτηριστικά της ευτέλειας, της ρηχότητας, της κακογουστιάς, της αμάθειας και της αλαζονείας, σχεδόν τα πάντα στον δημόσιο βίο. Ο Πετρόπουλος, ετσι κι αλλιώς δεν ήθελε να εχει καμμία σχέση με αυτό που λέγεται «δημόσιος βίος» και «πνευματικός κόσμος» στην Ελλάδα.

Γι’ αυτό έζησε αυτοεξόριστος στο Παρίσι, όπου κατέφυγε αρχικά για να αποφύγει την σύλληψη επειδή καταδικάστηκε ως πορνογράφος. Ο άνθρωπος που αναζητούσε, συγκέντρωνε και συναρμολογούσε όψεις του ελληνικού πολιτισμού, για τις οποίες δεν μιλούσε κανείς.

Τον χαρακτήρισαν λαογράφο αλλά δεν ήταν παρά ένας ακόμη ποιητής. Είναι από εκείνους τους τύπους που χωμένοι στη βιβλιοθήκη μου, από καιρό εις καιρόν, φωνάζουν «Ψιτ, βάλε ένα ποτήρι να τα πούμε».

Στον Πετρόπουλο χρωστώ πολλά, όμως πάνω από όλα την αποκάλυψη της ομορφιάς του κόσμου των ρεμπέτικων και της βαθύτερης ουσίας του ρεμπέτικου, που δεν προσπαθεί ούτε να ερμηνεύσει, ούτε να εξιδανικεύσει.

Ηταν ο πρώτος που έκανε τα ρεμπέτικα, αντικείμενο έρευνας. Και επειδή, όπως έγραψε κάποτε ο Δ. Κούρτοβικ, συνέλαβε σχεδόν διαισθητικά την ολότητα του ρεμπέτικου, την περιέγραψε υπαινικτικά ως ποιητής παρά ως λαογράφος.

Σε αυτό το μικρό βιβλίο που διαβάζεται άνετα, ακόμη και ως ιστορία φαίνεται και η μαστοριά του στην συγγραφή ενός δοκιμίου. Ανάμεσα σε πολλά άλλα έγραφε τόσο όμορφα ελληνικά, που ισορροπούσε ανάμεσα στην ακρίβεια και την κομψότητα, την αιχμηρότητα και την τρυφερότητα, την επιστημοσύνη και την καλαισθησία.

Το μαύρο καρέ του Α. Αποστολίδη. Εκδ. ΑΓΡΑ.

Ο Ανδρέας Αποστολίδης είναι από τους λίγους που κατέχουν τόσο καλά το αστυνομικό μυθιστόρημα. Συγγραφέας ο ίδιος και μεταφραστής (που έκανε εξαίρετη δουλειά με τον Τζέιμς Ελρόυ) σε τούτο εδώ το μικρό δοκίμιο το οποίο διαβάζεται με την έξαψη ενός whodoneit, εξηγεί την αλλαγή της τηλεόρασης μετά το 2000 και τον ρόλο που έπαιξαν σε αυτή την αλλαγή, οι αστυνομικές τηλεοπτικές σειρές.

Σειρές που έχουν μία τεράστια απήχηση σε ένα –αρχικά- νεανικό κοινό που είτε νόμιμα είτε με παράνομο downloading, έχουν βάλει τις βάσεις να παρακαμφθεί η τηλεόραση ως «ροή» και να χρησιμοποιηθεί η τηλεοπτική συσκευή κυρίως ως «μέσον» προβολής τους.

Αλλωστε, όπως ομολογεί και ο ίδιος ο Μάρτιν Σκορτσέζε «αυτό που συμβαίνει στην τηλεόραση μετά το 2000 με τις σειρές είναι κάτι που ελπίζαμε να συμβεί στην δεκαετία του 60 όταν άρχισαν να γυρίζονται ταινίες για την τηλεόραση.

Δεν συνέβη όμως ουτε το 70 ούτε το 80. Τώρα, η μεγάλη χρονική περίοδος της αφήγησης σου δίνει την δυνατότητα να αναπτύξεις τους χαρακτήρες και την πλοκή. Είναι μία νέα ευκαιρία να διηγηθείς ιστορίες σε μία τηλεόραση, πολύ διαφορετική από αυτή που γνωρίζαμε».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube