Ο τελικός μεταξύ Παναθηναϊκού και Άρη δεν είναι κατ’ ευφημισμόν και μόνο μεγάλος. Είναι και στην πραγματικότητα. Κάποιοι θα γελάσουν, πολλοί θα αδιαφορήσουν και λίγοι θα συνταχθούν με αυτό. Σύμφωνοι, υπάρχει χαώδης διαφορά σε μπάτζετ, ποιότητα, βάθος και εμπειρία, σίγουρα οι τελικοί των προηγούμενων ετών με τον Ολυμπιακό αναμένονταν πιο αμφίρροποι, ενδιαφέροντες και «εμπορικοί», αλλά και ο φετινός με τον Άρη έχει τη δική του χάρη. Κυρίως γιατί αν και ο αντίπαλος του Παναθηναϊκού υπολείπεται αγωνιστικά, αποτελεί ένα τεράστιο μέγεθος για το ελληνικό μπάσκετ, με προσφορά στο άθλημα που δεν προσμετράται σε διεθνούς τίτλους, αλλά είναι άυλη πλην όμως τεράστια.
Σε έναν «μαραθώνιο» πολλών αγωνιστικών, όπως στο πρωτάθλημα ή στην Ευρωλίγκα, σε μια σειρά play offs, ακόμη και σε έναν τελικό που είναι διπλός, ο καλύτερος κερδίζει ΠΑΝΤΑ. Όμως σε έναν και μόνο αγώνα, σε 40 λεπτά, τίποτα δεν είναι απίθανο. Ειδικά αν το φαβορί είναι σε κακή μέρα, υπεροπτικό και με το μυαλό αλλού, είναι πιθανό το αουτσάιντερ, εφόσον πιάσει το 100% (και πλέον) των δυνατοτήτων του να κάνει την έκπληξη. Κι ακόμη περισσότερο αν το αουτσάιντερ διαθέτει ειδικό βάρος, αυτή την αόρατη δύναμη που πηγάζει από την ιστορία του και το ωθεί σε υπερβάσεις, όπως αποτελεί από μόνη της η παρουσία του Άρη σε έναν τελικό. Ο Άρης τρύπησε το ταβάνι του δύο φορές, με ΠΑΟΚ και Πανιώνιο, για να φτάσει στον τελικό. Είναι θαύμα, δε, όχι μόνο που έφτασε στον τελικό, αλλά και που επιβίωσε στη φουρτουνιασμένη θάλασσα αν και τα βαρίδια από τις παλιές «αμαρτίες» τον τραβούσαν στον πάτο. Δικαιούται, λοιπόν, τώρα που διατηρήθηκε στον αφρό και με την είσοδό του στο άρθρο 99 βλέπει να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα στεριά, να ελπίζει τουλάχιστον πως θα το παλέψει απέναντι στον Παναθηναϊκό, που έχει το «πρέπει», λαβωμένο τον (πολύ χρήσιμο για τα κοντά και ημίψηλα σχήματα που θα χρησιμοποιήσει ο αντίπαλος) Γκιστ και τον «μπελά» που λέγεται Top 16 στο μυαλό του.
Αν γίνουν όλα ή κάποια από τα παραπάνω, ο τελικός εκτός από μεγάλος, που αναμφίβολα είναι με την παρουσία δύο τεράστιων μπασκετικών μεγεθών και δύο συλλόγων με τεράστια ιστορία και μεγάλη λαϊκή βάση, θα είναι και αμφίρροπος. Διαφορετικά, όλα δείχνουν Παναθηναϊκό, ο οποίος έχει την εμπειρία, την ωριμότητα και τη σοβαρότητα να αποφεύγει τέτοιες κακοτοπιές.
Αντί επιλόγου… μια ευχή: Είθε ο φετινός τελικός να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα προς αυτό που θα έπρεπε να είναι ένα παιχνίδι σαν κι αυτό. Ουδείς διαφωνεί πως το ευκταίο θα ήταν ο τελικός να γίνεται σε ένα μεγάλο γήπεδο, χωρίς «νεκρές» ζώνες και με οπαδούς των δύο ομάδων που απλώς θα φωνάζουν και δεν θα σκοτώνονται εντός κι εκτός γηπέδων. Κερδισμένοι θα ήταν όλοι σε αυτή την περίπτωση, από τις ομάδες, τους φιλάθλους και την ομοσπονδία, μέχρι και… προπαντός το άθλημα. Όμως ο ρομαντικός είναι ένα πράγμα και ο αιθεροβάμων κάτι εντελώς διαφορετικό. Και μάλλον δεν υπάρχει κανείς που να πιστεύει πως υπάρχουν οι προϋποθέσεις και οι συνθήκες για να αντιγράψουμε το μοντέλο του Final 8 της Ισπανίας, της Ιταλίας ή ακόμη και της Τουρκίας. Δεν έχει σημασία τι θέλουμε ή θα έπρεπε αλλά τι πραγματικά μπορούμε να κάνουμε. Και θα είναι κρίμα να θρηνήσουμε νεκρούς ή περιουσίες άμαχου πληθυσμού για να το παίξουμε εκσυγχρονιστές. Αν οι φετινές «εξετάσεις», με τη συμβολή όλων, είναι πετυχημένες, ίσως σταδιακά να μπορούμε να έχουμε μεγαλύτερες προσδοκίες κι απαιτήσεις από τους εαυτούς μας. Ειδάλλως, θα αρκεστούμε στο να ζηλεύουμε τους ξένους. Ας προσέχαμε...
Follow @ChristosRobolis