Ας ξεκινήσουμε από τα αυτονόητα: Οποιοδήποτε συμπέρασμα 20 μέρες πριν την έναρξη της σεζόν και όταν απουσιάζουν δύο αναντικατάστατοι παίκτες κορμού, όπως ο Σπανούλης και ο Παπανικολάου, είναι από πρώιμο μέχρι παντελώς ανασφαλές.
Αν πάντως για κάτι μπορούμε να βάλουμε το χέρι μας στη φωτιά, είναι πως η νέα βερσιόν του Ολυμπιακού, made by Ντέιβιντ Μπλατ, θα είναι σίγουρα πολύ πιο ελκυστική από τις τελευταίες εκδόσεις. Δίχως αυτό να σημαίνει, ασφαλώς, ότι θα είναι περισσότερο αποτελεσματική ή πετυχημένη, αφού αυτό θα το κρίνει ο χρόνος.
Ο Ολυμπιακός που είχε αρχή και τέλος την άμυνά του επί Σφαιρόπουλου έχει δώσει τη θέση του σε μια φύσει επιθετική ομάδα, που προσπαθεί να κερδίσει βάζοντας περισσότερους πόντους και… όχι δεχόμενη λιγότερους. Το παιχνίδι πηγαίνει σε πολύ περισσότερες κατοχές, πολλές επιθέσεις εκδηλώνονται στα πρώτα δέκα δευτερόλεπτα και η μπάλα σκάει πολύ λιγότερο στο παρκέ. Αντ’ αυτού, ταξιδεύει γρήγορα από χέρι σε χέρι, υπάρχει πολύ περισσότερη κίνηση μακριά από την μπάλα, με σκριν όχι πάνω στον χειριστή αλλά και off ball, αναζήτηση των μις ματς, της αδύνατης πλευράς και προσπάθεια αξιοποίησης των χαρακτηριστικών των παικτών, στους οποίους δίνεται η ελευθερία να σκεφτούν (με μέτρο) κι έξω από τα συστήματα. Το πικ εν ρολ παραμένει στο ρεπερτόριο, όχι όμως ως βασικό ή ενίοτε μοναδικό όπλο όπως πέρσι, αλλά ως μία ακόμη επιλογή.
Το βασικό upgrade επιθετικά για τον Ολυμπιακό δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της φιλοσοφίας και της δουλειάς του Ντέιβιντ Μπλατ, αλλά και συγκεκριμένων παικτών. Νάιτζελ Γουίλιαμς-Γκος και Ζακ ΛεΝτέι δείχνουν να ανεβάζουν επίπεδο την ομάδα τους σε σχέση με Ρόμπερτς (ή Μπράουν) και ΜακΛίν, περισσότερο στην μπροστινή πλευρά του παρκέ και λιγότερο στα μετόπισθεν. Ο πρώτος δεν είναι πολύ γρήγορος ή εκρηκτικός όπως γράφει στην… ούγια των περισσότερων Αμερικανών γκαρντ, αλλά διαβάζει πολύ καλά το παιχνίδι και υπερτερεί του προκατόχου του σε σκορ και δημιουργία. Μένει να φανεί αν θα προσαρμοστεί και σε έναν ρόλο δίπλα στον Σπανούλη ή αντ’ αυτού, κάτι που δεν έχουν καταφέρει στο παρελθόν άλλοι παίκτες με αρετές, όπως ο Έρικ Γκριν. Ο ΛεΝτέι μπορεί να μη γεμίζει το μάτι, μπορεί να απέχει πολύ σωματοδομικά από την κλασική έννοια του σέντερ, αλλά αποδεικνύεται λαβράκι. Δίχως να έχει τον όγκο του ΜακΛίν, μπορεί ανάλογα αποτελεσματικά να βυθίζεται στο ζωγραφιστό με κίνηση από έξω, να απορροφά τους κραδασμούς από τις επαφές με υψηλότερους και δυνατότερους αντιπάλους και να σκοράρει παίρνοντας συχνά και φάουλ. Μπορεί να μην διαθέτει τις παραδοσιακές κινήσεις ψηλού που ποστάρει, αλλά εκμεταλλευόμενος τη σβελτάδα του και τα καλά τελειώματα από κοντά δημιουργεί μεγάλες ζημιές. Προσθέστε στο ρεπερτόριό του και το συμπαθέστατο μακρινό του σουτ και έχετε ένα πολύ πληρέστερο επιθετικό πακέτο από αυτό του ΜακΛίν, που συν τοις άλλοις δεν ήταν λάτρης της προπόνησης και δεν έμοιαζε να έχει άλλα περιθώρια εξέλιξης.
Πολλά χαμόγελα φέρνει και η παρουσία του Βεζένκοφ. Μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικός παίκτης από τον Παπαπέτρου τον οποίο πρακτικά αντικαθιστά στο ρόστερ, μπορεί να μην καλύπτει τα στοιχεία που λείπουν από τον Πρίντεζη στο «4», ωστόσο δείχνει ικανός να προσφέρει. Έχει βελτιώσει αισθητά την αθλητικότητά του δουλεύοντας στην περίοδο των διακοπών στις ΗΠΑ, διαβάζει καλά το παιχνίδι ως προϊόν της μπασκετικής του ωρίμανσης και παραμένει εξαιρετικός σουτέρ. Στρέλνιεκς και Τίμα δείχνουν να αναζητούν ακόμη το ρόλο τους, κάτι που θα είναι ακόμη πιο δύσκολο όταν θα βρίσκονται στη δωδεκάδα Σπανούλης και Παπανικολάου, ενώ ο Τουπάν ακόμη και σε βραδιές που δεν είναι «ζεστός» έχει πάντα ως αποκούμπι την αθλητικότητα και την ατομική άμυνα για να τον καθιστούν χρήσιμο. Ενδιαφέρον νέο στοιχείο και η δημιουργία από τον Πρίντεζη. Ο συν-αρχηγός του Ολυμπιακού δεν αρκείται απλώς στα γνωστά χορευτικά από το ποστ, αλλά είναι φανερό πως έχει δουλέψει με το τεχνικό τιμ και στο να παράγει φάσεις με τις πάσες του, είτε έρχεται βοήθεια καταπάνω του, είτε έχει ξεμοναχιάσει τον αντίπαλό του.
Πάμε όμως και στα ερωτηματικά, τα οποία αρχίζουν και τελειώνουν στην άμυνα. Γιατί μπορεί να είναι εύκολο να λέμε όλοι πως ο Ντέιβιντ Μπλατ φέρνει άνεμο αλλαγής και μεγαλύτερη ποικιλία στο επιθετικό παιχνίδι, αλλά ουδείς πρέπει να υποτιμά τον σχεδόν πάντα συνεπή και αποτελεσματικό Ολυμπιακό του Γιάννη Σφαιρόπουλου, που με αυτό το… αμυντικογενές μπάσκετ έφτασε σε δύο τελικούς Ευρωλίγκας και πήρε δύο πρωταθλήματα.
Ο Ολυμπιακός κόντρα στη Χάποελ ήταν αποτελεσματικός με… δακτύλιο στα μετόπισθεν. Στη δεύτερη και τέταρτη περίοδο δέχτηκε 14 και 16 πόντους αντίστοιχα, αλλά στην πρώτη και την τρίτη 31 και 32. Αριθμοί που προβληματίζουν όταν έρχονται από ομάδα που δεν είναι δα κι επιπέδου Ευρωλίγκας. Το υψηλό παθητικό του δεν δικαιολογείται πλήρως από τον επιδιωκόμενο μεγαλύτερο αριθμό κατοχών (που προφανώς δεν ισχύει μόνο για τη μία ομάδα αλλά και την άλλη) ή το πρώιμο στάδιο της προετοιμασίας που διαρκεί ακόμη 2-3 εβδομάδες και έγινε τις τελευταίες 15 μέρες μετ’ εμποδίων λόγω εθνικών ομάδων. Ο ΛεΝτέι δείχνει διάθεση, όπως αποτυπώνεται σε στατιστικά στοιχεία όπως τα 11 ριμπάουντ, τα 3 κλεψίματα και οι 2 τάπες, αλλά αυτό δεν φτάνει. Του λείπει ο όγκος για να τα βάλει με πιο δυνατούς παίκτες, σαν αυτούς που θα βρει μπροστά του ο Ολυμπιακός στο top level της Ευρωλίγκας (βλ. Ταβάρες, Τόμιτς, Πουαριέ κλπ.). Το μικρό του μπόι και η ταχύτητά του επιτρέπουν στον Μπλατ να εφαρμόζει άμυνα με αλλαγές σε πεντάδες που μοιάζουν να έχουν σχεδόν ισοϋψείς παίκτες, αλλά τουλάχιστον για την ώρα δεν λειτουργεί το συγκεκριμένο πλάνο αποτελεσματικά. Φυσικά δεν φταίνε μόνο οι ψηλοί, αφού η πίεση στην μπάλα δεν είναι η επιθυμητή, καθώς πέραν του Τουπάν δεν διακρίνεται κανείς άλλος από τα νέα πρόσωπα στο αμυντικό κομμάτι. Ασφαλώς τα πράγματα θα είναι καλύτερα όταν ο… λίμπερο Παπανικολάου θα επιστρέψει, αλλά δεν μπορεί μόνος του να μπαλώσει όλες τις τρύπες.
Το ερώτημα είναι αν ο Ολυμπιακός μπορεί να το υπάρχον ρόστερ να παρουσιάσει την επιθυμητή βελτίωση αμυντικά ή θα πρέπει να ζήσει με την υποχρέωση να φτάνει σε 85 ή 90 και πλέον πόντους για να κερδίζει. Ίσως αντί των Στρέλνιεκς και Τίμα, που είναι αναμφίβολα καλοί παίκτες αλλά ίσως όχι υπεραπαραίτητοι σε ένα ρόστερ με διαφορετικές και μεγαλύτερες ανάγκες, να χρειαζόταν/χρειάζεται κάτι διαφορετικό η ομάδα. Ίσως, δε, αυτό το κάτι να προκύψει στην πορεία ως έξτρα προσθήκη για την Ευρωλίγκα. Ίδωμεν…
Συμπερασματικά, για την ώρα ο νέος Ολυμπιακός φαίνεται πως θα είναι σίγουρα πιο όμορφος στο μάτι, αλλά για να είναι εξίσου ή μάλλον περισσότερο αποτελεσματικός θα πρέπει να… τσαλακώσει λίγο την εικόνα του με μεγαλύτερη σκληράδα στην άμυνα.
ΥΓ: Η Εθνική Γυναικών ρίχνεται το Σάββατο στη μάχη του Παγκοσμίου Κυπέλλου στην Τενερίφη. Η παρουσία της στις 16 καλύτερες ομάδες του κόσμου, απόρροια της σπουδαίας και ελπίζουμε όχι ανεπανάληπτης πορείας στην τετράδα του περασμένου Ευρωμπάσκετ, συνιστά από μόνη της επιτυχία. Ελπίζουμε τα κορίτσια να μας εκπλήξουν ξανά. Αυτό για το οποίο δεν αμφιβάλλουμε είναι η αγάπη τους γι’ αυτό που κάνουν και την Εθνική.
Follow @ChristosRobolis