Όσοι έζησαν τα τιμημένα 90's, πιθανότατα θυμούνται τον Λουκ Νίλις. Έναν λιγνό Βέλγο φορ με έντονη μύτη, που τρομοκρατούσε ασυστόλως τις αντίπαλες άμυνες σε Βέλγιο και Ολλανδία, προτού πάρει σε μεγάλη, ποδοσφαιρικά, ηλικία, την απόφαση να παίξει στην Αγγλία – μία απόφαση που παραλίγο να του στοιχίσει το ίδιο του το πόδι. Και έβαλε άδοξο τέλος στην ποδοσφαιρική του καριέρα...

Ο Lucky Luc, όπως τον αποκαλούσαν κατά τη διάρκεια της πορείας του στα ευρωπαϊκά γήπεδα, γεννήθηκε στο χωριό Ζονχόφεν της Λιμβουργίας και αποτελούσε μέλος ποδοσφαιρικής οικογένειας. Ο πατέρας του, Ρότζερ, είχε αγωνιστεί επαγγελματικά τη δεκαετία του '60', περνώντας και από τη Σιντ Τρούιντεν.

Ο υιός Νίλις είδε το πρώτο φως πριν από σχεδόν 57 χρόνια, στις 25 Μαΐου 1967 και αγάηπησε από μικρός την μπάλα. Όσο μεγάλωνε δε, φαινόταν πως είχε τα φόντα να ξεπεράσει την πορεία του μπαμπά του.



Το 1980 ενσωματώθηκε στα τμήματα υποδομής της Βίντερσλαγκ, σύλλογο από τον οποίο θα ξεπηδούσε αργότερα η γνωστή μας Γκενκ. Αφού τα πήγε εξαιρετικά στη Β' κατηγορία μεταξύ 1984 και 1986 και είχε ήδη κληθεί στις μικρές εθνικές ομάδες του Βελγίου, ο Νίλις πήρε μεταγραφή στη σπουδαία Άντερλεχτ το '86.

Τα πέντε γκολ της πρώτης σεζόν έγιναν 18 την επόμενη, με τον 21χρονο πια Βέλγο να καλείται και στην εθνική ομάδα των Ανδρών και να έχει αρχίσει να κατακτά τον έναν τίτλο μετά τον άλλον με τη μεγάλη Άντερλεχτ των 80's.

Ικανότατος με αμφότερα πόδια, δεινός εκτελεστής φάουλ αλλά και τρομερά αλτρουϊστής, ο Νίλις δημιούργησε ένα καυτό δίδιμο με τον Αυστραλό Έντι Κρντσέβιτς, ο οποίος αποχώρησε το 1989 για τη Γαλλία. Την ίδια εποχή, αφίχθη στις Βρυξέλλες ο μετέπειτα προπονητής της Καβάλας, Άαντ Ντε Μος, υπό τις οδηγίες του οποίου ο νεαρός Βέλγος θα συνέχιζε να φορτώνει με γκολ τις αντίπαλες άμυνες και να κατακτά τρόπαια – χάνοντας πάντως στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1990.

Στην Άντερλεχτ θα έμενε μέχρι το 1994, μετρώντας συνολικά 175 γκολ σε 315 συμμετοχές αλλά και οκτώ τίτλους. Δεύτερος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου, είδε την πλάτη μονάχα του θρυλικού Πολ Φαν Χιμστ, που σκόραρε 202 φορές μεταξύ 1959 και 1975.


.
Πολλοί περίμεναν πως ο Νίλις θα έβρισκε θέση σε κάποια ομάδα του ευρωπαϊκού top-5, ωστόσο εκείνος αποφάσισε να ακολουθήσει τον Ντε Μος στη γειτονική Ολλανδία και την Αϊντχόφεν, που δαπάνησε 2,5 εκατομμύρια ευρώ για να τον φέρει στο Phillips Stadion.

Σαν ένα ειρωνικό παιχνίδι της μοίρας, ο Ντε Μος απομακρύνθηκε μόλις τον Οκτώβριο από την τεχνική ηγεσία της PSV, με τον Ντικ Άντβοκαατ να τον αντικαθιστά. Εκείνους τους μήνες, η Αϊντχόφεν είχε φέρει στην Ευρώπη και έναν φέρελπι Βραζιλιάνο φορ, ο οποίος θα συνδυαζόταν άψογα με τον Νίλις και θα εξελισσόταν σε έναν από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές στην ιστορία...

Ναι, στον Ρονάλντο αναφερόμαστε, που σημείωσε... μόλις 35 γκολ σε 36 συμμετοχές την πρώτη του σεζόν μακριά από τη Βραζιλία, με τον Νίλις από τη μεριά του να σκοράρει 13 φορές και να μοιράζει και έξι ασίστ – τις περισσότερες εξ αυτών στο Φαινόμενο!



Τη σεζόν 1994/95, ένας τραυματισμός περιόρισε το καλυτερο εννιάρι στην ιστορία του αθλήματος στα 19 γκολ σε 21 συμμετοχές, όμως ο Νίλις ανέλαβε δράση και με 31 γκολ και 18 ασίστ σε 44 ματς, οδήγησε την ομάδα του στην κατάκτηση του Κυπέλλου, στη δεύτερη θέση στην Eredivisie και στα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων.

Το καλοκαίρι του 1996 ο Ρονάλντο ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της Μπαρτσελόνα και άφησε την Ολλανδία, όμως δεν ξέχασε ποτέ τον συμπαίκτη του. Το 2009, σε ερώτηση δημοσιογράφου για τον αγαπημένο του παρτενέρ στην επίθεση, ο Βραζιλιάνος θρύλος αιφνιδίασε τους πάντες απαντώντας πως «έπαιξα με μεγάλους παίκτες όπως ο Φίγκο, ο Ρομάριο, ο Ζιντάν, ο Ριβάλντο, ο Τζορκαέφ και ο Ραούλ, όμως περισσότερο κλικ έκανα με τον Λουκ Νίλις, στην Αϊντχόφεν. Ήταν απλά φανταστικό, ο καλύτερος παρτενέρ που είχα, παρότι παίξαμε λίγο μαζί».

Όταν βγαίνουν οι παραπάνω κουβέντες από τα συγκεκριμένα χείλη, καλό είναι όλοι να σωπάσουμε...



Ακόμα και χωρίς τον Ρονάλντο πάντως, ο Βέλγος γκολτζής συνέχισε να τα πηγαίνει περίφημα στο Αϊντχόφεν. Τα γκολ συνέχιζαν να μπαίνουν και ξεκίνησαν να έρχονται και οι τίτλοι, με την PSV να στέφεται πρωταθλήτρια το 1997 και να κατακτά και το Super Cup εκείνης της σεζόν – σε μια σεζόν που ο Νίλις πέτυχε 26 γκολ σε 33 αγώνες.

Το φθινόπωρο του 1997, ο Βέλγος έφερε... εφιάλτες στον ανερχόμενο τότε τρματοφύλακα Σέι Γκίβεν, καθώς σκόραρε εναντίον του στα δύο ματς του Βελγίου με την Ιρλανδία στα playoffs για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 (2-1 και 1-1 οι «κόκκινοι διάβολοι») και, στο μεσοδιάστημα των δύο κρίσιμων αγώνων, είχε γκολ και ασίστ στο 2-0 της PSV μέσα στο Νιούκαστλ για τους ομίλους του Champions League!

Στα 21 του τότε ο μετέπειτα θρυλικός γκολκίπερ, θα έλεγε πριν τη ρεβάνς των Βρυξελλών ότι «είναι καλός παίκτης αλλά ελπίζω ότι δεν θα μου βάλει κι άλλο γκολ. Θα τρελαθώ αν γίνει». Τελικά για καλή του τύχη δεν... τρελάθηκε και, όπως είχε προβλέψει ο Νίλις, εξελίχτηκε σε εξαιρετικό γκολκίπερ. «Θα γίνει σπουδαίος τερματοφύλακας, βέβαια ένιωσα ωραία που του έβαλα δύο γκολ», είχε απαντήσει ο Lucky Luc!



Τα δύο γκολ του πάντως ενάντια στην Ιρλανδία αποτέλεσαν το... 20% όσων πέτυχε συνολικά με το εθνόσημο στο στήθος ο Νίλις. Δέκα φορές σε 56 διεθνείς συμμετοχές σκόραρε ο Βέλγος, παίζοντας σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα και ένα Euro, προτού αποσυρθεί στα 33 του χρόνια το 2000.

Πίσω στο Αϊντχόφεν και το 1998, ο Σερ Μπόμπι Ρόμπσον επέστρεφε στην Ολλανδία για να αντικαταστήσει τον Άντβοκαατ, την ίδια εποχή που η PSV αποκτούσε έναν πολύ ταλαντούχο πιτσιρικά από τη Χέρενφεϊν, έναντι του ποσού-ρεκόρ για μεταγραφή μεταξύ δύο ολλανδικών συλλόγων των 6,3 εκατ. ευρώ. Ήταν ο Ρουντ Φαν Νίστελροϊ...

Για μία ακόμη φορά, ο Νίλις βρήκε έναν παρτενέρ να του ταιριάζει. Τη σεζόν 1998/99, ο Βέλγος σημείωσε 25 γκολ και μοίρασε επτά ασίστ σε 36 αγώνες, την ώρα που ο 22χρονος Ολλανδός μετρούσε 41 τέρματα και δέκα ασίστ σε 46 ματς!

«Ταιριάζουν σαν τα αυγά με το μπέικον» είχε πει ο αείμνηστος Ρόμπσον για τις δύο... φοράκλες που είχε στη διαθεσή του, με τα 55 τους γκολ συνδυαστικά στο πρωτάθλημα (και 66 συνολικά) πάντως να μην είναι αρκετά για να έρθει κάποιος τίτλος – με αποτέλεσμα ο Βρετανός να αποχωρήσει το καλοκαίρι του 1999.

Ο αντικαταστάτης του ωστόσο, θα είχε μεγαλύτερη επιτυχία τη σεζόν 1999/00 και το δίδυμο Νίλις-Φαν Νίστελροϊ είχε φυσιολογικά μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Με τον Έρικ Χέρετς στον πάγκο και τους δύο γκολτζήδες on fire (21 γκολ ο Βέλγος, 31 ο Ολλανδός), η Αϊντχόφεν επέστρεψε στους τίτλους κατακτώντας με περίσσια άνεση το πρωτάθλημα.



«Χρωστάω τα πάντα στον Νίλις. Δεν υπάρχει άλλος παίκτης να σέβομαι σαν εκείνον και αμφιβάλω ότι θα υπάρξει άλλο δίδυμο παικτών με τέτοιο δέσιμο. Μερικές φορές με τρέλαινε, τον μισούσα. Λογικά συνέβαινε και το αντίστροφο. Αλλά η αγάπη και το μίσος είναι πάντα πολύ κοντά και γι' αυτό γίναμε οι καλύτεροι φίλοι» τα λόγια του Φαν Νίστελροϊ για τον Lucky Luc, που στο μεταξύ είχε γίνει αρχηγός της Αϊντχόφεν.

Η πορεία του στην Ολλανδία όμως έφτασε στο τέλος της το 2000. Το συμβόλαιό του έληξε και ο Νίλις γνώριζε πως δεν θα είχε άλλη ευκαιρία στο μέλλον να παίξει στο ευρωπαϊκό top-5. Η Αγγλία αποτελούσε τον διακαή του πόθο και, ενώ σε κάποια φάση ενδιαφέρθηκε η Λίβερπουλ, κατέληξε τελικά στο Μπέρμιγχαμ και την Άστον Βίλα, οι οπαδοί της οποίας υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό την έλευση του ανθρώπου που συνεργάστηκε άψογα με Ρονάλντο και Φαν Νίστελροϊ και μέτρησε συνολικά 133 γκολ και 62 ασίστ σε 212 συμμετοχές στην Ολλανδία.

Παρότι είχε πατήσει τα 33 του χρόνια, ο Νίλις ήταν διψασμένος για το νέο κεφάλαιο της καριέρας του και το έδειξε από το ντεμπούτο του, σκοράροντας στο 3-1 επί της Μαρίλα Πρίμπραμ για το Κύπελλο Ιντερτότο.

Στο δε πρώτο του ματς στην Premier League, σημείωσε ένα ασύλληπτο γκολ όταν τσίμπησε την μπάλα προ του Λεμπέφ από τα αριστερά και την έστειλε στο βάθος της εστίας της Τσέλσι με καταπληκτικό βολέ! Το Villa Park παραληρούσε και ο Τζον Γκρέγκορι έτριβε τα χέρια του. Όλα όμως θα άλλαζαν απότομα...



Την καταραμένη 9η Σεπτεμβρίου του 2000, η Βίλα φιλοξενήθηκε από την Ίπσουιτς. Μία μπαλιά στην περιοχή των γηπεδούχων στα πρώτα λεπτά έφερε τον Νίλις φάτσα με τον Ρίτσαρντ Ράιτ, ο οποίος έκανε την έξοδο. Τα πόδια τους συγκρούστηκαν με ασύλληπτη ορμή. Το δεξί πόδι του Βέλγου κομματιάστηκε. Η φωτογραφία από τη στιγμή της σύγκρουσης είναι ανατριχιαστική, με το άκρο του Νίλις να μοιάζει με λαστιχένιο.

Ο 33χρονος τότε επιθετικός αποχώρησε με φορείο και η διάγνωση ήταν καταδικαστική για την καριέρα του. Διπλό σύνθετο κάταγμα στο δεξί καλάμι. Παρά την αρχική αισιοδοξία για επιστροφή στην ενεργό δράση, τέσσερις μήνες αργότερα ο Lucky Luc -που εντέλει δεν αποδείχτηκε και τόσο... lucky- ανακοίνωσε το άδοξο τέλος της καριέρας του.



Το χειρότερο όμως δεν ήταν αυτό. Μία μόλυνση στο βαρύ τραύμα του παλαίμαχου πια φορ έφερε τον κίνδυνο του ακρωτηριασμού! «Ήταν η χειρότερη στιγμή της ζωής μου, να μου λένε ότι μπορεί να χάσω μέρος του ποδιού μου. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν τόσο άσχημο το σπάσιμο που οδήγησε σε επιπλοκές και παραλίγο να εξελιχτεί σε καταστροφή», τα λόγια του.

Ο Ράιτ τον επισκέφτηκε στο νοσοκομείο όμως στην αρχή ο Νίλις δεν ήθελε να τον δει. Εντέλει, ο Βέλγος άλλαξε στάση στη συνέχεια. «Είμαι χαρούμενος που δεν τον κατηγορώ», θα έλεγε αργότερα, με τον Βρετανό τερματοφύλακα να τον επισκέπτεται αρκετές φορές στην πορεία.

Το δεξί πόδι του 57χρονου σήμερα παλαίμαχου επιθετικού σώθηκε εντέλει, όχι όμως και η καριέρα του. «Ήταν σοκαριστικό να υπογράφεις τα χαρτιά που λένε ότι δεν μπορείς να παίξεις πια μπάλα», είπε αργότερα, με το ψυχολογικό βάρος να είναι και αυτός αβάσταχτο. Τέσσερα χρόνια χρειάστηκε ο εμβληματικός στράικερ για να ξεπεράσει την κατάθλιψη, που του στέρησε και τον γάμο του. «Ο ψυχοθεραπευτής μου με έσωσε, είναι αυτός που με ωθούσε να σηκώνομαι κάθε πρωί από το κρεβάτι», είπε.



Στα 33 του χρόνια, ο Νίλις είδε τη σπουδαία καριέρα του να τελειώνει βάναυσα όμως ποτέ του δεν κατάφερε να βγάλει το ποδόσφαιρο από το μυαλό του. Ξεκινώντας το 2005, πέρασε από ομάδες όπως η Αϊντχόφεν, η Γκενκ, η Φένλο, η Κασίμπασα, η Γκεντσλερμπιρλίγκι, η Ανκαραγκιουτσού και η εθνική Ιορδανίας από διάφορα πόστα, με το 2024 να τον βρίσκει στην Πάτρο Άισντεν, βελγική ομάδα Β' κατηγορίας που έφτασε μέχρι τα playoffs αλλά απέτυχε να προβιβαστεί.

Αυτή ήταν η ιστορία του Λουκ Νίλις. Του Lucky Luc, που μέτρησε εκατοντάδες γκολ και ανάγκασε θρυλικούς φορ να μην τον ξεχάσουν ποτέ, βάζοντας το όνομά του πάνω από παιχταράδες ολκής. Η τύχη του τον εγκατέλειψε απότομα ένα απόγευμα στο Σάφολκ, όμως στα 57 του μπορεί να κοιτάζει πίσω του και να βλέπει πέραν μια άσχημης στιγμής, αναρίθμητες όμορφες. Και πολλά, πολλά γκολ...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube