Ο Δημήτρης Διαμαντίδης είναι ο σπουδαιότερος αθλητής στην ιστορία του Παναθηναϊκού. Σε αξία, προσφορά, διάρκεια, ήθος, επιτυχίες, στα πάντα… Ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό. Όμως κάθε «αντίο» (πρέπει πάντα να) συνεκτιμάται και υπό το πρίσμα της διάδοχης κατάστασης. Όταν ο «Μήτσος» αποσύρθηκε, τέτοιες μέρες πριν δύο χρόνια, το κενό φάνταζε και ήταν τεράστιο. Ο οργανισμός, ωστόσο, είχε φροντίσει να δημιουργήσει τις συνθήκες για να καλυφθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο έχοντας «εκθρέψει» δίπλα του για αρκετά χρόνια τον Νικ Καλάθη.
Μπορεί να επέλεξε να φύγει από το κολέγιο μετά από μια διετία, αλλά μαθητεύοντας στο πλευρό του Διαμαντίδη και υπό την καθοδήγηση δασκάλων όπως ο Ομπράντοβιτς αλλά και ο Σπανούλης, ο Νικ εξέλιξε το πλούσιο ταλέντο του και το ανέπτυξε σε σωστές βάσεις. Στον τέταρτο (και τελευταίο) τελικό του 2011, όταν παίζοντας αντί του αρχηγού του που είχε λαβωθεί στο ξεκίνημα συνέβαλε τα μέγιστα για τη νίκη που έφερε τον τίτλο, κάποιοι διέκριναν πάνω του έναν επόμενο ηγέτη σε εποχή που ο Παναθηναϊκός δεν έψαχνε τέτοιον. Όταν όμως το καλοκαίρι του 2015 έσκαγε η «βόμβα» από τον ίδιο τον Διαμαντίδη πως η σεζόν που ερχόταν θα ήταν η τελευταία του, το βλέμμα έπεσε κατευθείαν πάνω στον Καλάθη.
Το βάρος που κλήθηκε να σηκώσει ήταν πολύ μεγάλο, για άλλους ασήκωτο, αλλά ξέχωρα από άδικες συγκρίσεις δεν λύγισε κι αντεπεξήλθε. Και παρότι είναι αδύνατο να ξορκίσει κανείς από το ΟΑΚΑ φαντάσματα σαν του Διαμαντίδη ή του Ομπράντοβιτς, ο Νικ κατάφερε να πείσει το κοινό πως μπορεί να αποτελέσει το σημείο αναφοράς για το νέο Παναθηναϊκό. Όχι στα λόγια, αλλά με εντυπωσιακές εμφανίσεις, αρχηγική παρουσία, εξαιρετικά νούμερα και πλέον δύο πρωταθλήματα ως νούμερο «1» της ομάδας.
Όμως σε αντίθεση με τον προκάτοχό του στην… ηγεσία, που είτε από την απαράμιλλη ταπεινοφροσύνη του είτε από «ωμή» αυτογνωσία δεν θέλησε ποτέ καν να δοκιμάσει την τύχη του στο ΝΒΑ, ο Καλάθης ατυχώς για τον Παναθηναϊκό είναι γεννημένος και μεγαλωμένος στις ΗΠΑ, εκεί όπου το όνειρο κάθε παιδιού που χτυπά μια μπάλα στα τσιμέντα ή στα παρκέ είναι να παίξει στην κορυφαία μπασκετική σκηνή του κόσμου κι όχι της Ευρώπης.
Και το πρόβλημα για τον Παναθηναϊκό είναι πως αν ο Καλάθης επιλέξει το δρόμο της επιστροφής στο ΝΒΑ (γιατί δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς πως θα παίξει αλλού στην Ευρώπη), δεν υπάρχει πίσω του, ούτε καν στα σπάργανα, κάποιος να πάρει το χρίσμα. Ο αντίστοιχος Καλάθης του 2016 δεν υφίσταται, όχι μόνο στις τάξεις του Παναθηναϊκού, αλλά και εκτός αυτού. Γκαρντ με τη δική του αντίληψη για το μπάσκετ, την ικανότητα στη δημιουργία, τον έλεγχο του ρυθμού, που συνδυάζει μέγεθος και ταχύτητα, προσήλωση στο πλάνο, καλή άμυνα, έστω και με το κουσούρι της αστάθειας στο μακρινό σουτ, και όλα αυτά σε… πακέτο που δεν πιάνει θέση ξένου, δεν υπάρχει στην αγορά.
Για όλα αυτά κι επειδή το 2016 ο Παναθηναϊκός είχε τον διάδοχο του Διαμαντίδη έτοιμο προς ανάδειξη ήδη μέσα στην ομάδα του ενώ τώρα δεν υπάρχει… πουθενά, ο Καλάθης είναι για την τωρινή ομάδα αναντικατάστατος. Η παραμονή του θα απλοποιήσει αρκετά τον υπόλοιπο σχεδιασμό, ανεξάρτητα από το αν χαθούν πολύτιμοι παίκτες όπως ο Σίνγκλετον (που κακώς έχει υποτιμηθεί η προσφορά του) ή ο Τζέιμς. Η αποχώρησή του θα οδηγήσει αναγκαστικά σε ριζική αναδόμηση και ίσως αλλαγή αγωνιστική φιλοσοφίας τον Παναθηναϊκό. Τόσο απλά…
ΥΓ: Καλό ταξίδι, Κώστα Πολίτη. Πολλοί τον θυμούνται μόνο για το 1987 που σημάδεψε μερικές από τις ομορφότερες μέρες της νιότης μας και εν συνεχεία τις ζωές μας. Όμως σε αντίθεση με ό,τι μπορεί να πιστεύουν οι περισσότεροι, δεν επρόκειτο για ένα θαύμα ή ένα «πυροτέχνημα». Η προεργασία για ό,τι ακολούθησε είχε αρχίσει χρόνια πριν και συνεχίστηκε, με τον ίδιο όχι πλέον ως προπονητή αλλά σε επιτελικό πόστο στο αναπτυξιακό πρόγραμμα της ομοσπονδίας, πολλά χρόνια μετά. Πέρα και πάνω από ο δικός μας Ευρω-κόουτς, ο εκλιπών υπήρξε ένα τεράστιο μπασκετικό μυαλό, που δεν περιοριζόταν στα «στενά» όρια ενός αγώνα, αλλά είχε όραμα, προοπτική και πλάνο. Γιατί σπουδαίους παίκτες είχε αναδείξει και πριν τη συγκεκριμένη γενιά το ελληνικό μπάσκετ, αλλά αυτό δεν αρκεί πάντα…
Follow @ChristosRobolis