Ένα από τα ζητούμενα για τον φετινό Παναθηναϊκό ήταν να αποκτήσει μεγαλύτερη σταθερότητα μεταξύ των εντός και των εκτός έδρας αγώνων του. Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια οι «πράσινοι» έχουν να επιδείξουν μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού μεγάλα «διπλά», ενώ περισσότερες είναι οι ήττες που έχουν γνωρίσει από μέτριας δυναμικής ή ακόμη και υποδεέστερες ομάδες μακριά από το ΟΑΚΑ. Στις πρώτες τους εξετάσεις για φέτος απέτυχαν σε μια από τις θεωρητικά τέσσερις λιγότερο δυνατές έδρες της φετινής Ευρωλίγκας (μαζί με Μπουντούτσνοστ, Νταρουσάφακα και Γκραν Κανάρια) δείχνοντας πως ακόμη δεν έχουν απαλλαγεί από τις κακές συνήθειες του παρελθόντος.
Με τον Καλάθη να απέχει από τα συνήθη στάνταρ του με εξαίρεση στο τρίτο δεκάλεπτο, τον Λάνγκφορντ να εμφανίζεται μόνο στο τέλος και εμφανείς ξανά τις αδυναμίες κυρίως στην περιφερειακή άμυνα, ο Παναθηναϊκός δεν θα μπορούσε να κερδίσει. Η ομάδα που στο «σπίτι» της παίζει με περισσή αυτοπεποίθηση, κάτι που αποτυπώνεται από τα ποσοστά στο μακρινό σουτ, μέχρι το άνοιγμα του ρυθμού ή και την σκληράδα στην άμυνα, όταν απομακρύνεται από εκεί μοιάζει απορυθμισμένη κι όταν οι δύο μεγαλύτερες προσωπικότητες του ρόστερ δεν είναι σε καλό βράδυ οι «πράσινοι» παραπατούν.
Η βασικότερη αδυναμία του ρόστερ μοιάζει να είναι η έλλειψη ενός καλού περιφερειακού αμυντικού. Όταν ο Καλάθης καλείται να αντιμετωπίσει μια σχεδιασμένη για τον περιορισμό του άμυνα είναι αδύνατο να έχει κανείς την απαίτηση από τον ίδιο να έχει την ενέργεια για να διαπρέψει και στην άλλη πλευρά του παρκέ αναλαμβάνοντας τον καλύτερο αντίπαλο γκαρντ, όπως έκανε κάποτε. Λάνγκφορντ και Λεκαβίτσιους δεν έχουν τα πόδια ή το μέγεθος για να αμυνθούν σωστά, ο Παππάς προσέφερε μεν λύσεις αλλά όχι σε βάθος 40λεπτου, ενώ το κυνηγητό Παπαπέτρου και Αντετοκούνμπο σε κοντούς, ψηλούς και… μεσαίου αναστήματος αντιπάλους δεν μπορεί να είναι πάντα αποτελεσματικό. Κάπως έτσι ο Γουίλμπεκιν και ο Ρολ της πρεμιέρας έγιναν ο Τζέντοβιτς και ο Κόπονεν το βράδυ της Τρίτης. Βάλτε στο ίδιο καζάνι την πενιχρή προσφορά από Λοτζέσκι και Τόμας, τα ανακόλουθα με την εμπειρία τους λάθη των Γκιστ και Λάσμε, τα 4/20 τρίποντα και τα 17 λάθη για 19 ασίστ και έχετε τη συνταγή για μια ήττα που πονά και θα χρειαστεί κόπος για να αναπληρωθεί.
Η απόδοση της ήττας στον… Λαμόνικα (που περισσότερο από καλός ή κακός διαιτητής είναι ένας τύπος που μοιάζει να επιζητά τα φώτα πάνω του) δεν εξυπηρετεί κανέναν και φυσικά ούτε μια ομάδα που δεν χρειάζεται άλλοθι, αλλά να σκύψει πάνω από τα προβλήματά της, να τα λύσει ή έστω μακιγιάρει και να κοιτάξει μπροστά γιατί κανείς δεν πέτυχε ή απέτυχε από τη δεύτερη αγωνιστική.
ΥΓ: Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης εξελίσσεται σε ηγετική παρουσία για την ΑΕΚ, που στα καλά της διαστήματα είναι απολαυστική και στα κακά της απογοητευτική. Αυτή η μετάπτωση οφείλεται-αν και είναι λάθος να αποδοθεί σε ένα πρόσωπο-στον Ρατάν Μέις. Στο πρώτο ημίχρονο έπαιξε με συγκέντρωση, διάβασε την άμυνα και σέρβιρε αφειδώς ασίστ αποφεύγοντας τις υπερβολές και αποτελώντας αυτό που θα ήθελε για τον «άσο» της ομάδας του ο Λούκα Μπάνκι, αλλά στο δεύτερο ξέχασε τους συμπαίκτες του, έπαιξε για την πάρτη του (όπως και ο Γκρίφιν που πρόσφερε όμως σε άμυνα και ριμπάουντ) και λίγο έλειψε η μεταμόρφωση αυτή να αποβεί καταδικαστική. Οι δυο τους είχαν 2/25 σουτ, όμως η νίκη ήρθε... Η εικόνα ΑΕΚ και Μέις στην Τσεχία ήταν καρμπόν με εκείνη απέναντι της πρεμιέρας, μόνο που η Νίμπουρκ δεν είναι Χάποελ. Οι νίκες, πάντως, προσφέρουν ηρεμία στην ομάδα και στον Λούκα Μπάνκι που δείχνει ότι δουλεύει σωστά, αλλά θέλει χρόνο, την επιστροφή του κομβικού Σαντ-Ρόος και ίσως μια αλλαγή ξένου για να παρουσιάσει μια βελτιωμένη βερσιόν της ΑΕΚ.
*Κάθε Κυριακή τα λέμε σταθερά στον ΣΠΟΡ FM, 12:00-14:00, παρέα με τον Παναγιώτη Κεφαλά. Κουβέντα με πολύ μπάσκετ (όχι μόνο για «αιώνιους» αλλά για όλους), ρεπορτάζ, ενδιαφέροντες καλεσμένους, κουιζάκια. Όσοι πιστοί της πορτοκαλί, κοπιάστε στην παρέα μας.
Follow @ChristosRobolis