Ομάδες χωρίς αδυναμίες δεν υπάρχουν, ωστόσο ικανές για να πετύχουν τους στόχους τους είναι αυτές που καταφέρνουν να τις κρύψουν καλύτερα. Τόσο ο Παναθηναϊκός, όσο και ο Ολυμπιακός, δεν δείχνουν να ανήκουν στην κατηγορία αυτή, αφού για μία ακόμη φορά σε ένα κρίσιμο ματς για την Ευρωλίγκα αποκαλύφθηκε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο πού «πονούν».
Ας αρχίσουμε από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος δεν ήταν κακός στη Σιένα, για τα φετινά του δεδομένα. Η άμυνά του απέναντι στην ομάδα με τη μεγαλύτερη υπεροπλία στην περιφέρεια (μιας και ο μοναδικός μη ικανός σουτέρ είναι ο Εζέ) ήταν ικανοποιητική, ενώ επιθετικά είχε αρκετά καλή λειτουργία και σωστές ως επί το πλείστον επιλογές, στοιχεία ικανά να του δώσουν τη νίκη που θα ισοδυναμούσε με τη δεύτερη θέση. Πού έχασε το παιχνίδι; Στον τομέα που για μία ακόμη φορά την τρέχουσα περίοδο στοιχίζει στον Παναθηναϊκό και δεν είναι άλλος από τα χαμένα αμυντικά ριμπάουντ, 11 τον αριθμό, τα 5 εξ αυτών στην τελευταία και καθοριστική περίοδο.
Πρόκειται για μία αδυναμία που ήταν φανερή ακόμη και για τον πιο αδαή παρατηρητή του αθλήματος από την πρεμιέρα κιόλας της διοργάνωσης απέναντι στη «μισή» Ζαλγκίρις Κάουνας, που είχε αποχωρήσει τότε έχοντας στις αποσκευές της 20 επιθετικά ριμπάουντ. Ασφαλώς και έχει εντοπίσει το πρόβλημα ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς, αλλά όπως φαίνεται δεν μπορεί να βρει «γιατριά» με το υπάρχον υλικό της ομάδας, καθώς είναι δεδομένο πως διαφορετικά θα είχε βρει τη λύση. Αν το μειονέκτημα του Παναθηναϊκού δεν «καμουφλαριστεί» το συντομότερο δυνατό, τότε είναι μάλλον αδύνατο να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, για την κατάκτηση της οποίας θα έχει να ανταγωνιστεί και ομάδες με πολύ καλύτερες front line από αυτή της Σιένα. Μία ακόμη «πληγή» για τον Παναθηναϊκό ήταν τα 27 λάθη, αριθμός τεράστιος για μία ομάδα που διαθέτει στην περιφέρειά της «μυαλά» σαν τον Διαμαντίδη και τον Γιασικεβίτσιους, καθώς και παίκτες με πλούσια εμπειρία σε υψηλό επίπεδο.
Όσο για τον Ολυμπιακό, η εμφάνισή του απέναντι στη Μακάμπι ήταν απογοητευτική. Αυτό που προβληματίζει περισσότερο είναι πως μακριά από το ΣΕΦ οι «ερυθρόλευκοι» δεν έχουν νικήσει σε κανένα πραγματικά σημαντικό παιχνίδι. Ήττα στο Ζάγκρεμπ από την Τσιμπόνα, ήττα στη Μάλαγα από την Ουνικάχα, ήττα στο Τελ Αβίβ από τη Μακάμπι, ήττα από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ για το πρωτάθλημα. Μάλιστα με εξαίρεση το παιχνίδι στην Ισπανία, σε όλα τα υπόλοιπα ντέρμπι μακριά από το «σπίτι» της η ομάδα του Παναγιώτη Γιαννάκη έχει πέσει σχεδόν αμαχητί στις ορέξεις του αντιπάλου. Επειδή λοιπόν είναι αμφίβολο αν ο Ολυμπιακός θα εξασφαλίσει πλεονέκτημα έδρας για την προημιτελική φάση και επειδή το final four δεν διεξάγεται στο Φάληρο, αλλά στο Βερολίνο, θα πρέπει να αρχίσει να αποδίδει και εκτός έδρας.
Αναφορικά με τον αγώνα στο Τελ Αβίβ, η ήττα πρέπει να αποδοθεί αποκλειστικά στην κάκιστη άμυνα του Ολυμπιακού. Το όμορφα «άναρχο» (πλην όμως όχι πάντα αποτελεσματικό) παιχνίδι που έχει συνηθίσει να διδάσκει στις ομάδες του ο Πίνι Γκέρσον επιβλήθηκε στο άσχημα «οργανωμένο» μπάσκετ που προσπάθησε να παίξει το συγκρότημα του Παναγιώτη Γιαννάκη. Οι Πειραιώτες παρασύρθηκαν σε έναν ρυθμό κι ένα στυλ παιχνιδιού που με τόσο κόπο έχει προσπαθήσει να αποβάλει από πάνω τους ο «δράκος» από την πρώτη ημέρα που διαδέχτηκε τον Πίνι Γκέρσον. Το άναρχο μπάσκετ μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με σωστά οργανωμένο παιχνίδι και αυτό έλειψε από τον Ολυμπιακό του Τελ Αβίβ.
Ασφαλώς οι ήττες που γνώρισαν και οι δύο «αιώνιοι» δεν είναι καταδικαστικές. Η καταδίκη θα έρθει αν η αχίλλειος πτέρνα του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού εξακολουθεί να παραμένει εκτεθειμένη στους αντιπάλους στη φάση των «16» και μέχρι το final four.
*Σχόλια και παρατηρήσεις στο mesastiraketa@yahoo.com