Δεν είναι τόσο «λαμπερός» όσο ο Κόμπι Μπράιαντ. Ούτε τόσο προικισμένος όσο ο Λεμπρόν Τζέιμς. Δεν ήταν και δεν ένιωσε ποτέ του αληθινός σταρ. Το μεγαλείο του Ρέι Άλεν, όμως, κρύβεται στη μετριοφροσύνη, την εργατικότητα, πιθανώς και σε μία ψυχαναγκαστική διαταραχή. Το www.sport-fm.gr σάς παρουσιάζει την πορεία του κορυφαίου τρίποντου σουτέρ στην ιστορία του ΝΒΑ και αποδεικνύει πως τελικά τίποτα δεν έρχεται μόνο του.
Γράφει ο Χρήστος Ρομπόλης
«Όταν ακούω τον κόσμο να λέει πως είμαι ευλογημένος από το Θεό που έχω αυτό το σουτ, ειλικρινά τσαντίζομαι! Μην υποτιμάτε τη δουλειά που έχω κάνει στη ζωή μου! Όχι κάποιες μέρες, αλλά κάθε μέρα». Αυτή είναι η ρασιοναλιστική απάντηση που δίνει ο Ρέι Άλεν σε όσους αποδίδουν σε θείο δώρο το πάντα «ζεστό» του χέρι, αυτό που πριν λίγες ώρες του χάρισε το ρεκόρ των περισσότερων εύστοχων τριπόντων στην ιστορία του ΝΒΑ, πάνω και από τον μετρ του είδους, Ρέτζι Μίλερ. Γιατί τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο...
«Στρατιώτης» από μικρός
Η ζωή του Ρέι Άλεν αποτελεί από μόνη της την εξήγηση για τη σταδιοδρομία του. Γιος στρατιωτικού, μαθημένος από μωρό στην πειθαρχία και τον σπαρτιάτικο τρόπο ζωής, έμαθε πως τα αγαθά κόποις κτώνται. Οι συνεχείς μεταθέσεις του πατέρα του έφεραν την επταμελή οικογένεια σε αρκετές πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και στην Ευρώπη, σε Γερμανία και Αγγλία. Οι γονείς του τον μύησαν από νωρίς στο πεπρωμένο του, αθλητές αμφότεροι γαρ. «Όταν έχεις πέντε παιδιά, ο αθλητισμός είναι ο καλύτερος τρόπος για να τα κρατάς απασχολημένα», δηλώνει η μητέρα του, Φλο, που είναι μέχρι και σήμερα η μεγαλύτερη fan του. Ο μικρός Ρέι διέπρεψε σε κάθε σπορ που ασχολήθηκε, από το μπέιζμπολ μέχρι το ποδόσφαιρο, προτού αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο μπάσκετ από τα 12 του. «Είμαι βέβαιος πως θα ήμουν πολύ καλός σε οποιοδήποτε σπορ είχα ακολουθήσει, γιατί θα ήμουν δοσμένος σε αυτό. Αυτοί που πραγματικά το θέλουν είναι εκείνοι που ξεχωρίζουν», δηλώνει ο ίδιος σήμερα. Ίσως με δόση αλαζονείας, αλλά μήπως έχει δίκιο;
Ως μόνιμος κάτοικος της Νότιας Καλιφόρνια, κάνει τα πρώτα του βήματα σαν σέντερ. Πόσους 15χρονους έχετε δει με ύψος 1,90μ.; Ο Τζιμ Καλχούν, προπονητής στο πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ, διέκρινε την ταχύτητα εκτέλεσής του στο σουτ και μόλις τελείωσε το σχολείο, τον έφερε στην ομάδα του, τους θρυλικούς «Χάσκις». Μπροστά του ανοιγόταν πεδίο δόξας λαμπρό, αλλά η «ξαφνική» εγκυμοσύνη της τότε συντρόφου του, Ρόζαλιντ Ράμσεϊ, ήρθε να ταράξει τη νηνεμία στη ζωή του. Σύμφωνα με τους οικείους του, τότε ήταν που αντιμετώπισε ως επαγγελματική προοπτική το μπάσκετ. Αντιλήφθηκε πως για να συντηρήσει μία οικογένεια, θα χρειαζόταν ακαδημαϊκή εκπαίδευση και η πορτοκαλί μπάλα ήταν το καλύτερο εισιτήριο για σπουδές με υποτροφία. Όπερ και εγένετο...
Πατέρας και ανατέλλων αστέρας
Ο Ρέι Άλεν πέρασε το κολέγιο διαβάζοντας, νταντεύοντας και παίζοντας πολύ μπάσκετ. Το άστρο του γρήγορα έλαμψε στους «χάσκις», ωστόσο έκλεισε τα αυτιά του στις «Σειρήνες» του ΝΒΑ που τον καλούσαν να συμμετέχει πρόωρα στα ντραφτ. Το καλοκαίρι του 1995 ήταν ο αρχηγός της ομάδας των ΗΠΑ που κατέκτησε αήττητη τον τίτλο στην Πανεπιστημιάδα της Ιαπωνίας. Δίπλα στους επίσης ραγδαία ανερχόμενους κολεγιόπαιδες Τιμ Ντάνκαν και Άλεν Άιβερσον αποδείχτηκε «αυτόφωτος αστέρας» και λίγους μήνες αργότερα αναδείχτηκε κορυφαίος παίκτης μπάσκετ της χρονιάς σε ολόκληρη την Αμερική! Οι μυημένοι στην άγρια ομορφιά του NCAA ακόμη θυμούνται τις μονομαχίες των αμούστακων τότε Ρέι Άλεν και Άλεν Άιβερσον στις αναμετρήσεις του Κονέκτικατ με το Τζόρτζταουν.
Από την αμφισβήτηση στην καταξίωση
Η μετάβαση στο ΝΒΑ ήταν σκληρή από την πρώτη ημέρα για τον Ρέι Άλεν. Είχε καταστήσει σαφές πως δεν ήθελε να αγωνιστεί στους Μπακς και μαζί με ένα ζαχαρί κοστούμι φόρεσε κι ένα πλατύ χαμόγελο όταν στα ντραφτ του 1996 επελέγη στο νούμερο «5» από τους Τίμπεργουλβς, πίσω από τον Άλεν Άιβερσον (1), αλλά μπροστά από τον Κόμπι Μπράιαντ (13) και τους δικούς μας Πέτζα Στογιάκοβιτς (14) και Ευθύμη Ρετζιά (23). Όταν όμως, δευτερόλεπτα μετά τις επιλογές, ανακοινώθηκε η ανταλλαγή του με τον Στεφόν Μάρμπερι (4) των Μπακς, οι φίλοι της ομάδας του Μιλγουόκι αποδοκίμασαν έντονα γιατί προτιμούσαν τον τελευταίο.
Ο Ρέι Άλεν είχε μάθει να μετατρέπει την αμφισβήτηση σε κινητήριο δύναμη κι έπραξε το αυτό και στη συγκεκριμένη περίσταση. Γρήγορα αναρριχήθηκε στην ιεραρχία των «ελαφιών» κι έγινε ο franchise player της ομάδας. Καθιερώθηκε ως ένας εκ των κορυφαίων σκόρερ του πρωταθλήματος, σάρωσε τις ατομικές διακρίσεις και στο μεσοδιάστημα, κατέκτησε με την ομάδα των ΗΠΑ το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ (2000). Δεν άργησε όμως να καταλάβει πως στο Μιλγουόκι «βαλτώνει» και στα μέσα της περιόδου 2002/03 μετακόμισε στους Σιάτλ Σουπερσόνικς. Ομοίως κι εκεί, φόρεσε τη στολή του ηγέτη, έγινε μόνιμος All Star, αλλά από τίτλους ή έστω προοπτικές για την κατάκτησή τους... μηδέν. Η μετακόμιση του συλλόγου στην Οκλαχόμα και η επιλογή του Κέβιν Ντουράντ στα ντραφτ του 2007 ήταν οι ενδείξεις που ο Ρέι Άλεν χρειαζόταν για να αποφασίσει πως ήρθε η ώρα να προχωρήσει παρακάτω...
Τι του λείπει...
Όταν παρουσιάστηκε η προοπτική να μετακομίσει στους Σέλτικς, προκειμένου να συναντήσει τον Πολ Πιρς και τον Κέβιν Γκαρνέτ, ο Ρέι Άλεν αντιλήφθηκε πως στα 31 του είχε-επιτέλους-μία πραγματική ευκαιρία να φορέσει στο δάχτυλό του ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή. Η νέα πραγματικότητα δεν ήταν εύκολη για εκείνον. Πλέον δεν ήταν το σημείο αναφοράς στην ομάδα του, αλλά στην καλύτερη περίπτωση το 1/3 των Big Three και στη χειρότερη απλώς ένας ακόμη καλός παίκτης. «Είχε συνηθίσει στο Σιάτλ να κρατά την μπάλα στα χέρια του για 22’’ δευτερόλεπτα και μετά να αποφασίζει αν θα σουτάρει ή θα πασάρει. Του εξήγησα πως έτσι δεν θα μπορούσαμε να πάρουμε το πρωτάθλημα. Του ζήτησα να με εμπιστευτεί και απλώς είπα στους άλλους παίκτες να του δίνουν την μπάλα όταν είναι ελεύθερος. Και δεν είναι τυχαίο ότι έκτοτε είναι το ίδιο αποτελεσματικός όπως και παλαιότερα», είχε δηλώσει ο προπονητής των Σέλτικς, Ντοκ Ρίβερς.
Ο Ρέι Άλεν απέδειξε πως πέρα από πρώτος στο χωριό, μπορεί να είναι και πρώτος στην πόλη. Η συμβολή του ήταν καθοριστική στην κατάκτηση του πρώτου τίτλου των Σέλτικς μετά από 22 χρόνια με 20,3 πόντους ανά αγώνα στη σειρά των τελικών απέναντι στους Λέικερς. Πλέον μπορούσε να καμαρώνει για το δαχτυλίδι που κοσμούσε το δάχτυλό του. Λίγους μήνες μετά, απέκτησε και δεύτερο δαχτυλίδι, όταν παντρεύτηκε την από το 2004 σύντροφο και μητέρα των δύο εκ των τριών παιδιών του, ηθοποιό Σάνον Ουόκερ Ουίλιαμς.
Η συνέχεια για τους Σέλτικς δεν ήταν καλή. Ο πρόωρος αποκλεισμός από το Ορλάντο στα ημιτελικά της Ανατολής το 2009 και η μετριότατη πορεία τους στην κανονική περίοδο της περασμένης σεζόν, γέννησαν συζητήσεις περί «κουρασμένων παλικαριών» και ανανέωσης. Τα «γερόντια» απέδειξαν, ωστόσο, πως αντέχουν. Εξολόθρευσαν τους Καβαλίερς του Λεμπρόν Τζέιμς με τον Ρέι Άλεν να αποκαλύπτει και τις αμυντικές του αρετές, πήραν ρεβάνς από το Ορλάντο στους τελικούς της Ανατολής κι έδωσαν νέο ραντεβού με τους Λέικερς για τον τίτλο. Ο 34χρονος σούτινγκ γκαρντ είχε οκτώ τρίποντα (επίδοση που αποτελεί ρεκόρ τελικών) στον δεύτερο αγώνα της σειράς, και παρότι αντιμετώπισε ένα απρόοπτο πρόβλημα υγείας του μικρού του γιου (εισήχθη στο νοσοκομείο λόγω διαβήτη) λίγο πριν τον πέμπτο τελικό, οι Σέλτικς έφτασαν στο 3-2. Αυτή τη φορά δεν ολοκλήρωσαν την αποστολή τους. Ποιος όμως θα τολμούσε να τους αμφισβητήσει ξανά;
Το μυστικό του
«Έχω μία ψυχαναγκαστική διαταραχή. Δεν έχει διαγνωσθεί ποτέ από κάποιον γιατρό, αλλά είμαι σίγουρος πως την έχω». Ο Ρέι Άλεν δεν είναι ο συνηθισμένος τύπος παίκτη στο ΝΒΑ. Πιστεύει πως πρέπει να υπάρχει απόλυτη οργάνωση και τάξη. Αν βρει μία πετσέτα πεσμένη στο πάτωμα των αποδυτηρίων, δεν θα ησυχάσει αν δεν την τοποθετήσει στη θέση της ή αν αποχωρήσει από το χώρο και γνωρίζει πως αυτή παραμένει εκεί κι όχι στη φυσική της θέση.
Πριν από τους αγώνες ακολουθεί πάντα ένα συγκεκριμένο τελετουργικό. Παίρνει έναν υπνάκο, τρώει (πάντα) κοτόπουλο με ρύζι, ξυρίζει το κεφάλι του και βγαίνει για σουτ στο παρκέ. Ολομόναχος! Κι αν κάποιος τολμήσει και του χαλάσει τη ρουτίνα ή την ηρεμία του, θεωρεί πως κάτι δεν θα πάει καλά. Ή αν παρατηρήσει ότι συμβαίνει κάτι αναπάντεχο. Όπως τότε που λίγο πριν το τζάμπολ ενός αγώνα ανακάλυψε μία τρύπα στις κάλτσες του και δεν ηρέμησε μέχρι να του φέρουν ένα νέο ζευγάρι από τα αποδυτήρια.
Δεν μπορεί την πολυκοσμία. Συχνά τον βρίσκεις στα αποδυτήρια, πριν από ένα ματς, να διαβάζει, ίσως και για ώρες. Σπανίως ακολουθεί τους συμπαίκτες του σε εξόδους. «Μπορεί να με παρεξηγήσουν και να πιστεύουν πως ξεκόβω από την ομάδα, αλλά απλώς θέλω να κάνω κάποια πράγματα για μένα».
Όλοι, μα όλοι, οι προπονητές του, πάντως, συμφωνούν πως αυτή η «διαταραχή» είναι η κατάρα, αλλά ταυτόχρονα και η ευλογία του. Δίχως αυτή την ιδιαιτερότητα, πιθανώς να μην ήταν τόσο τελειομανής και να μη γινόταν τόσο σπουδαίος παίκτης.
Και ηθοποιός!
Όταν το Μάρτιο του 1997 επισκέφτηκε τη Νέα Υόρκη, ο Ρέι Άλεν δέχτηκε μία απρόσμενη κλήση. Ο σκηνοθέτης Σπάικ Λι, γνωστός φίλος του μπάσκετ, αναζητούσε έναν επαγγελματία παίκτη για μία ταινία του με θέμα το μπάσκετ. Ο άσος των Μπακς (τότε) δέχτηκε να περάσει από οντισιόν και πήρε το ρόλο μεταξύ άλλων υποψηφίων όπως ο Άλεν Άιβερσον, ο Στεφόν Μάρμπερι και ο Κέβιν Γκαρνέτ. Θυσίασε το καλοκαίρι του κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα υποκριτικής και ολοκλήρωσε τα γυρίσματα λίγο πριν την έναρξη της προετοιμασίας για την επόμενη σεζόν στο ΝΒΑ. Το «He Got Game», η ιστορία ενός ταλαντούχου νεαρού που παλεύει για την καταξίωση στο μπάσκετ ενώ ο πατέρας του είναι στη φυλακή για τη δολοφονία της μητέρας του, αποθεώθηκε από τους κριτικούς, αγαπήθηκε από το κοινό και ο Ρέι Άλεν απέδειξε πως δεν έκανε απλώς μία αρπαχτή βγαίνοντας στη μεγάλη οθόνη, όπως τόσοι και τόσοι συνάδελφοί του. Η ερμηνεία του απέσπασε εγκωμιαστικά σχόλια και ανέδειξε μία ακόμη πτυχή της προσωπικότητάς του.
Όλη η πορεία του Ρέι Άλεν είναι μία απόδειξη πως αν αυτός ο άνθρωπος βάλει κάτι στο μυαλό του, το πετυχαίνει. Το «κάνε το καλύτερο με ό,τι σου έχει δοθεί» είναι το μότο που τον συνοδεύει σε όλη του τη ζωή. Και ίσως γι’ αυτό το παράδειγμά του να είναι περισσότερο «φωτεινό» από άλλους-ίσως και μεγαλύτερους από εκείνον-αστέρες του αθλητισμού.