Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Δεν είναι, άλλωστε, καινούριο.
Προκειμένου να προκαλέσουν ηλεκτροσόκ στα αποδυτήρια και ελπίζοντας πως θα προσφέρουν και από την άκρη του πάγκου κάτι λίγο, έστω, από όσα σπουδαία πρόσφεραν σαν ποδοσφαιριστές, ομάδες, παντού στον κόσμο, δίνουν τα κλειδιά σε θρύλους τους. Αλλά δεν γίνεται κάθε σπουδαίος παίκτης σπουδαίος προπονητής.
Διότι, ναι, άλλοτε «βγαίνει» το ρίσκο και προκύπτουν περιπτώσεις εξαιρετικές, όπως ο Πεπ Γκουαρδιόλα, ο Ζινεντίν Ζιντάν και ο αξέχαστος Γιόχαν Κρόιφ. Άλλες φορές, όμως, τα αποτελέσματα είναι, τουλάχιστον, τραγικά.
Με αφορμή την επιστροφή Τσάβι ως προπονητή πια στη βαριά «άρρωστη» Μπαρτσελόνα -και με την ευχή και ελπίδα να μην προστεθεί και αυτός στην παρακάτω λίστα- το sport-fm.gr σας θυμίζει μια 11άδα θρύλους, που επέστρεψαν ως προπονητές-λυτρωτές στις ομάδες, με τις οποίες έγραψαν ιστορία ως παίκτες, και πήγαν… άκλαυτοι!
Γράφει ο Νίκος Ράλλης
Γκρέιαμ Σούνες - Λίβερπουλ (1991-1994)
Η Λίβερπουλ στα τέλη της δεκαετίας του 70' και σε ολόκληρη τη δεκαετία του 80' είχε αν μη τι άλλο αρκετούς εμβληματικούς ποδοσφαιριστές στο ρόστερ της. Ένας από αυτούς ήταν, φυσικά, ο σπουδαίος αρχηγός της, Γκρέιαμ Σούνες, ένας από τους καλύτερους χαφ στον κόσμο στις μέρες του. Ο Σκωτσέζος κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών με τους «κόκκινους», όπου μεγαλούργησε και αγαπήθηκε από το 1978 έως το 1984. Στη συνέχεια διετέλεσε παίκτης-προπονητής στη μεγάλη του αγάπη, τη Ρέιντζερς, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά από τρεις τίτλους με τους «προτεστάντες», επέστρεψε στη Λίβερπουλ τον Απρίλιο του 1991, αναλαμβάνοντας το «τιμόνι» της ομάδας.
Ο Σούνες έκανε το «τρία στα τρία» στο ξεκίνημά του, αλλά ακολούθησαν δύο σερί ήττες και η Λίβερπουλ έχασε τον τίτλο, τελικά, από την Άρσεναλ. Και μετά το χάος. Την επόμενη διετία, η Λίβερπουλ, που είχε μπει πια για τα καλά στην εποχή της εσωστρέφειας και των πέτρινων χρόνων, τερμάτισε 6η, με τον Σούνες να φεύγει τον Ιανουάριο του 1994 -αλλά η ομάδα τερμάτισε ακόμη πιο κάτω, στην 8η θέση. Χρόνια αργότερα, ο Σούνες θα παραπονιόταν για μια γερασμένη ομάδα, ενώ στην ιστορία έχουν μείνει οι συγκρούσεις του με ποδοσφαιριστές, με τον Ίαν Ρας να αποκαλύπτει ότι πετούσε από τα νεύρα του φλιτζάνια τσαγιού στα αποδυτήρια.
Εκείνο, ωστόσο, το οποίο τον στιγμάτισε και εξόργισε πραγματικά τη διοίκηση και τους οπαδούς της Λίβερπουλ, ήταν κάτι άλλο. Το 1992 έπρεπε να υποβληθεί σε εγχείρηση καρδιάς, αλλά λίγες μόλις μέρες μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο, κάθισε κανονικά στον πάγκο, κατά τη διάρκεια του -νικηφόρου- τελικού Κυπέλλου. Η μουρμούρα προς το πρόσωπό του, ωστόσο, είχε αρχίσει ήδη από τον ημιτελικό εναντίον της Πόρτσμουθ. Το παιχνίδι έπρεπε να επαναληφθεί μετά την ισοπαλία (1-1) στην πρώτη συνάντηση μεταξύ των δύο και έληξε με νίκη της Λίβερπουλ στα πέναλτι.
Μια συνέντευξή του, λοιπόν, όπου γιόρταζε τόσο τη νίκη στον ημιτελικό όσο και την... επιτυχημένη δουλειά του, θα «έβγαινε» σε εφημερίδα την επόμενη μέρα του επαναληπτικού ημιτελικού. Η φωτογραφία, που συνόδευε το άρθρο, έδειχνε έναν χαρούμενο Σούνες, ο οποίος φιλούσε τη φίλη του και γιόρταζε. Η συνέντευξη ήταν να δημοσιευτεί στις 14 Απριλίου 1992, σε συνδυασμό με την ανάλυση του επόμενου αγώνα, αλλά λόγω των πέναλτι η προθεσμία χάθηκε και έτσι το άρθρο -μαζί με τη φωτογραφία- δημοσιεύτηκε στις 15 Απριλίου. Την ημέρα, δηλαδή, της 3ης επετείου του Χίλσμπορο!
Η περίφημη φωτογραφία του Σούνες και το δημοσίευμα που προκάλεσαν οργή
Η Λίβερπουλ αντέδρασε οργισμένα όταν είδε ότι ο προπονητής της, την ημέρα μνήμης των 96 θυμάτων, έδειχνε χαρούμενος, αλλά και για το γεγονός ότι η συνέντευξη είχε δοθεί στην εφημερίδα ''The Sun'', την οποία μποϊκόταρε λόγω της αρνητικής αναφοράς της στην καταστροφή και τον θάνατο των οπαδών της! Ο Σούνες απολογήθηκε πολλές φορές και είπε αργότερα ότι θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί ήδη από τότε...
Οσβάλντο Αρντίλες - Τότεναμ (1993-1994)
Ο Οσβάλντο Αρντίλες είναι ένας θρύλος για την Τότεναμ. Μην ξεχνάμε πως αυτός και ο Ρίκι Βίγια είναι οι πρώτοι ξένοι στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου! Η -νεοφώτιστη- Τότεναμ απέκτησε τους δύο Αργεντινούς στις 11 Ιουλίου του 1978, ενώ δύο εβδομάδες νωρίτερα είχαν κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Για την κουλτούρα των Άγγλων ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Μέχρι τότε ξένοι στο αγγλικό πρωτάθλημα θεωρούνταν Ουαλοί, Ιρλανδοί, Σκωτσέζοι και ΒορειοΙρλανδοί. Σιγά σιγά, λοιπόν, αμφότεροι έμαθαν αγγλικά και ο Αρντίλες δέθηκε πολύ με τον κόσμο και το περιβάλλον -παρότι μεσολάβησε ο Πόλεμος των Φώκλαντ- κλείνοντας μια δεκαετία στο κλαμπ και έχοντας κατακτήσει και το τελευταίο ευρωπαϊκό τρόπαιο στην ιστορία της Τότεναμ, το κύπελλο UEFA του 1984!
Ο Αρντίλες στην παρουσίαση του Κλίνσμαν από την Τότεναμ
Ο 69χρονος, σήμερα, Αρντίλες παραμένει, φυσικά, μια δημοφιλής φιγούρα για την Τότεναμ, αλλά αυτό οφείλεται μόνο στα κατορθώματά του μέσα στο γήπεδο. Έξω από αυτό, τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά. Το 1993, άφησε τη Γουέστ Μπρομ, προκειμένου να αναλάβει τους αγαπημένους του «Σπερς» και ενέκρινε τις ακριβές αγορές των Γιούργκεν Κλίνσμαν, Ίλιε Ντουμιτρέσκου και Γκεόργκε Ποπέσκου. Οι δαπανηρές μεταγραφές, ωστόσο, δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα, με την Τότεναμ να τερματίζει μόλις πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού, στη 15η θέση! Ο Αργεντινός απολύθηκε, τελικά, τον Οκτώβριο του 1994, με τους «Σπερς» και πάλι χαμηλά στον πίνακα. Δεν προπόνησε ποτέ ξανά top ομάδα της Ευρώπης, δουλεύοντας κυρίως στην Ιαπωνία.
Τσίρο Φεράρα - Γιουβέντους (2009-2010)
Μέλος της χρυσής εποχής των Ιταλών αμυντικών, ο Τσίρο Φεράρα ήταν και αυτός ένας από τους πάρα πολλούς στόπερ παγκόσμιας κλάσης, που «έβγαλε» η γειτονική μας χώρα τις δεκαετίες του '80 και του '90. Είχε μια θρυλική καριέρα για 10 χρόνια στη Νάπολι, όπου υπήρξε, φυσικά, συμπαίκτης με τον Ντιέγκο Μαραντόνα και στη συνέχεια έπαιξε στη Γιουβέντους για άλλες 11 σεζόν, «γράφοντας» συνολικά 680 συμμετοχές και 35 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις με τους δύο συλλόγους. Ο Φεράρα ήταν αναμφισβήτητα ο σταρ στην άμυνα της «Γιούβε», όταν εκείνη έφτασε σε τρεις συνεχόμενους τελικούς Champions League, κατακτώντας τον τίτλο το 1996. Πραγματικός «ογκόλιθος» στα μετόπισθεν.
Ο Τσίρο Φεράρα ήταν «ογκόλιθος» σαν παίκτης, σαν προπονητής, όμως, δεν...
Σαν προπονητής, όμως, δεν μπόρεσε να δώσει τίποτα στη «Γηραιά Κυρία». Το αντίθετο. Τα αποτελέσματα, το εξάμηνο, σχεδόν, που κάθισε στο «τιμόνι» της, ήταν καταστροφικά. Ανέλαβε ως προπονητής το 2009, με τη Γιουβέντους να μένει 3η στον όμιλο του Champions League και να υποβιβάζεται στο Europa, ενώ στην Ιταλία «πρόλαβε» να κάνει οκτώ ήττες στο πρωτάθλημα και να αποκλειστεί στο Κύπελλο από την Ίντερ. Ο αποκλεισμός αυτός σε συνδυασμό με το ότι η Γιουβέντους είχε 5 ήττες σε 7 παιχνίδια τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, με τον Φεράρα να απολύεται στις 29/1 του 2010. Για την ιστορία, τη θέση του πήρε ο Αλμπέρτο Τζακερόνι, ο οποίος... στο τσακ έβγαλε στην Ευρώπη τη Γιουβέντους, καθώς τερμάτισε 7η. Μετά τα μικρά περάσματα από την Κ21 της Ιταλίας, τη Σαμπντόρια και την κινεζική Wuhan Zall, ο Φεράρα κατάλαβε ότι σαν προπονητής δεν το 'χει και... το 'κοψε!
Άλαν Σίρερ - Νιούκαστλ (2009)
Δεν είναι υπερβολικό να πούμε πως ο Άλαν Σίρερ είναι για τη Νιούκαστλ κάτι σαν τον Τσάβι για την Μπαρτσελόνα: Μύθος! Οι οπαδοί της δεύτερης, ωστόσο, ούτε να σκέφτονται δεν θέλουν ότι μπορεί τα πράγματα για τη δική τους «σημαία» στην άκρη του πάγκου να εξελιχθούν όπως εξελίχθηκαν για τον Άγγλο στις «καρακάξες». Ο Σίρερ είναι, δίχως την παραμικρή αμφιβολία, ένας από τους καλύτερους επιθετικούς, που έβγαλε το αγγλικό ποδόσφαιρο. Ένας παίκτης-ίνδαλμα για μια ολόκληρη γενιά, τον οποίο δεν γούσταραν μόνο οι οπαδοί της Νιούκαστλ ή, νωρίτερα, εκείνοι της Μπλάκμπερν, όταν τους χάριζε το πρωτάθλημα.
Ο Άλαν Σίρερ μια φορά έγινε προπονητής και ήταν και η τελευταία...
Αλλά ο κανόνας είναι ξεκάθαρος: Δεν γίνεται κάθε σπουδαίος παίκτης σπουδαίος προπονητής και δεν πρέπει να επιστρέφει ως τέτοιος, κάθε θρύλος, οποιοδήποτε συλλόγου, αφού τελειώσουν οι αγωνιστικές του μέρες. Το παραπάνω ποτέ δεν ήταν πιο ξεκάθαρο όταν η Νιούκαστλ προσπάθησε να δώσει πνοή στον σύλλογο, στη μάχη για τον υποβιβασμό, φέρνοντας τον εμβληματικό Άλαν Σίρερ για τους τελευταίους οκτώ αγώνες της σεζόν 2008/09. Ο Σίρερ από τους 24 βαθμούς, ωστόσο, πήρε... πέντε και η Νιούκαστλ έπεσε στη δεύτερη κατηγορία. Δεν προπόνησε ποτέ ξανά.
Κλάρενς Ζέεντορφ - Μίλαν (2014)
Για τον υπογράφοντα, ο Κλάρενς Ζέεντορφ είναι μία από τις απόλυτες ποδοσφαιρικές καψούρες της παιδικής του ηλικίας. Σιγά την πρωτοτυπία. Μιλάμε για τον κορυφαίο μέσο της γενιάς του, τον πληρέστερο παίκτη, ίσως, που έχει βγάλει το ποδόσφαιρο τα τελευταία 30 χρόνια. Ο Ολλανδός έπαιξε σε top επίπεδο δύο ολόκληρες δεκαετίες και όσοι τον έζησαν, συμφωνούν: Ήταν σκέτη απόλαυση! Ο απόλυτος box-to-box μέσος, καθώς τα είχε όλα! Υπέροχη τεχνική, εξαιρετικές πάσες, σουτ-φαρμάκι, και εξακολουθεί, άλλωστε, να είναι ο μόνος παίκτης, που έχει κατακτήσει το Champions League με τρεις διαφορετικούς συλλόγους. Δεν το λες και τυχαίο. Η καλύτερη περίοδός του ήταν, φυσικά, η δεκαετία του (2002-2012) στο Μιλάνο, όπου «σήκωσε» με τη Μίλαν δύο Champions League και δύο πρωταθλήματα.
Ας θυμόμαστε τον Κλάρενς Ζέεντορφ μόνο ως παικταρά
Δύο χρόνια αφότου ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και κρέμασε τα παπούτσια του, τον Ιανουάριο του 2014 επέστρεψε στους «ροσονέρι» ως προπονητής, αλλά, παρά τη νίκη του στο ντέρμπι του Μιλάνου, απολύθηκε τον Ιούνιο, αφήνοντας τη Μίλαν 8η και εκτός Ευρώπης. Δούλεψε ξανά μετά από δύο χρόνια και για πολύ λίγο στην Κίνα, ακολούθησε, πάλι έπειτα από μία διετία, ένα -επίσης μικρό- πέρασμα από την Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, όπου δεν κατάφερε να τη σώσει και η εθνική Καμερούν τη σεζόν 2018-2019. Ο αποκλεισμός από τη Νιγηρία στους «16» του Κόπα Άφρικα και γενικά η κακή εικόνα των «λιονταριών», έφερε άλλη μία απόλυση -και μάλλον έδειξε στον Ζέεντορφ ότι πρέπει να ασχοληθεί με κάτι άλλο από την προπονητική.
Φίλιππο Ιντζάγκι - Μίλαν (2014-2015)
Παραμένουμε στο... Μιλάνο, καθώς πρέπει να θυμίσουμε πως ο Ζέεντορφ αντικαταστάθηκε στη Μίλαν τον Ιούνιο του 2014 από έναν άλλον θρύλο της ομάδας, τον Φιλίπο Ιντζάγκι! Αλλά είχε και αυτός τη μοίρα του παλιού του συμπαίκτη, παρότι άντεξε λίγο περισσότερο.
Ο ''Superpippo'' μνημονεύεται ως ένας από τους καλύτερους γκολτζήδες, μέσα από το «κουτί», όλων των εποχών. Ένας απίστευτος «κυνηγός» από τα έξι μέτρα, που σκόραρε πάνω από 300 γκολ στην καριέρα του. Μπορούσε να βρει δίχτυα με κάθε τρόπο. Και ας τον κορόιδευαν λέγοντας ότι ήταν «ο παίκτης που γεννήθηκε οφσάιντ». Την κλάση του Φίλιπο Ιντζάγκι δεν την αμφισβητούσε κανείς.
Ίδια μοίρα με τον Ζέεντορφ για τον «παίκτη που γεννήθηκε οφσάιντ»
Όπως και ο Ζέεντορφ, λοιπόν, ήταν παίκτης της Μίλαν από το 2002 έως το 2012, έχοντας χαρίσει αξέχαστες στιγμές στους «ροσονέρι», όπως το Champions League του 2007 εναντίον της Λίβερπουλ, αφού το 2-1 και η εκδίκηση για τον χαμένο τελικό της Πόλης ήρθαν με δικά του «τεμάχια».
Ωστόσο, η προπονητική του θητεία στο «Σαν Σίρο» ήταν μια... τραγωδία! Στη μία σεζόν του στην άκρη του πάγκου της Μίλαν, κέρδισε μόνο 14 από τα 40 παιχνίδια, στα οποία κάθισε στο «τιμόνι», με την ομάδα να τερματίζει στη 10η θέση! Σήμερα και ενώ πέρασε από τους πάγκους των Βενέτσια, Μπολόνια και Μπενεβέντο, είναι στην Μπρέσια και δεν τα πηγαίνει καθόλου άσχημα, «έχοντας» την ομάδα πρώτη!
Τιερί Ανρί - Μονακό (2018-2019)
Ο Τιερί Ανρί με την Άρσεναλ έχει συνδέσει το όνομά του, πολλοί ξεχνούν, ωστόσο, πως η ομάδα που τον ανέδειξε ήταν η Μονακό. Εκεί πήγε στα 15 του, έκανε το ντεμπούτο του στα 17 του και έφυγε 22 χρονών... άντρας, έχοντας προλάβει να δεθεί με τον σύλλογο από το Πριγκιπάτο, κατακτώντας το πρωτάθλημα της σεζόν 1996-97 και φτάνοντας με τους Μονεγάσκους μέχρι τα ημιτελικά του Champions League την ίδια περίοδο, με τον ίδιο να σημειώνει επτά γκολ στη διοργάνωση, ρεκόρ για Γάλλο ποδοσφαιριστή!
Το 1998 και μετά τις εμφανίσεις του στο Παγκόσμιο Κύπελλο, κίνησε το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών συλλόγων και τελικά πήρε μεταγραφή στη Γιουβέντους, η οποία βγήκε νικήτρια στη «μάχη» με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Στην Ιταλία δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και λόγω της κακής του απόδοσης (16 εμφανίσεις, 3 γκολ) μετά από έναν χρόνο μεταγράφηκε στην Άρσεναλ. Τα υπόλοιπα τα ξέρετε.
Δεν πήγαν καλά τα πράγματα για τον Ανρί στη Μονακό...
Το 2018, λοιπόν, οκτώ χρόνια μετά την αποσυρσή του, ο Ανρί αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του ως προπονητής, ξεκινώντας από την αγαπημένη του Μονακό. Ο στόχος, ξεκάθαρος: Να μπει «σφήνα» η ομάδα στην πρώτη τριάδα. Ο Ανρί, ωστόσο, όχι απλά δεν μπόρεσε να πετύχει κάτι τέτοιο, αλλά η κρίση γινόταν ολοένα και πιο βαθιά υπό την παρουσία του. Η διαχείριση του ρόστερ θεωρήθηκε τρομερή αποτυχία και οι τακτικές του επιλογές δεν ήταν πολύ καλύτερες.
Από την άλλη, δεν τον βοήθησε ιδιαίτερα η μακρά λίστα τραυματισμών και το κακό μεταγραφικό παζάρι, αλλά αυτό δεν ήταν δικαιολογία για την καταστροφική του πορεία, το χαμηλό σημείο της οποίας ήταν όταν αποκάλεσε τη γιαγιά ενός αντιπάλου «πόρνη» στην εντός έδρας ήττα με σκορ 5-1 από το Στρασβούργο. Απολύθηκε, με τη Μονακό στη ζώνη του υποβιβασμού...
Σαντιάγκο Σολάρι - Ρεάλ Μαδρίτης (2018-2019)
H απόφαση του Φλορεντίνο Πέρεθ τον Οκτώβριο του 2018, και μετά την απομάκρυνση -κακήν κακώς- του Τζουλιέν Λοπετέγκι, να δώσει το χρίσμα (αρχικά του υπηρεσιακού προπονητή) στον Σαντιάγκο Σολάρι χαρακτηρίστηκε λογική και αναμενόμενη.
Η επιλογή του Αργεντινού θεωρήθηκε μια συνέχεια του επιτυχημένου πειράματος με τον Ζινεντίν Ζιντάν. Όπως και ο «Ζιζού», έτσι και ο «Μικρός Ινδιάνος» φόρεσε τη φανέλα της Ρεάλ για μια πενταετία την περίοδο των «γκαλάκτικος», κατέκτησε τα πάντα, δούλεψε στις μικρότερες ομάδες του συλλόγου, γνώριζε πολύ καλά τα αποδυτήρια και τις απαιτήσεις της ομάδας και περίπου στην ίδια ηλικία (χωρίς προηγουμένως να έχει δουλέψει σαν πρώτος προπονητής) βρέθηκε μπροστά σε μια τεράστια πρόκληση, που όμοιά της μάλλον δεν θα συναντήσει ξανά για το υπόλοιπο της καριέρας του. Το αποτέλεσμα; Τραγικό... Στις 11 Μαρτίου του 2019 και αφού προηγουμένως η Ρεάλ αποκλείστηκε στο Κύπελλο από την Μπαρτσελόνα και από τον Άγιαξ στους «16» του Champions League με την «τεσσάρα» μέσα στη Μαδρίτη, ο Σολάρι απολύθηκε.
Το «πείραμα» με τον Ζινεντίν Ζιντάν δεν έπιασε και με τον Σολάρι στη Ρεάλ
Φρανκ Λάμπαρντ - Τσέλσι (2019-2021)
Ήταν δεδομένο πως θα συνέβαινε, αλλά μάλλον συνέβη πολύ γρήγορα. Κερδίζοντας πόντους με την πρώτη του δουλειά ως προπονητής στην Ντέρμπι Κάουντι, ο Φρανκ Λάμπαρντ επέστρεψε στο «σπίτι του» το 2019, αναλαμβάνοντας την Τσέλσι, πέντε χρόνια αφότου έφυγε για τη Σίτι και μόλις μια διετία αφότου κρέμασε τα παπούτσια του. Ο θρύλος της ομάδας είχε τα χέρια του δεμένα, βέβαια, καθώς εκείνη την εποχή στους «μπλε» έχει επιβληθεί απαγόρευση μεταγραφών, αλλά αυτό του επέτρεψε να προωθήσει παίκτες όπως ο εκπληκτικός Μέισον Μάουντ στην αρχική ενδεκάδα.
Δυστυχώς για τον Άγγλο, η δαπάνη άνω των 220 εκατομμυρίων λιρών το καλοκαίρι του 2020 γιγάντωσε την πίεση για αποτελέσματα και επιτυχίες και όταν η Τσέλσι κατρακύλησε στην 9η θέση του πίνακα τον περασμένο Ιανουάριο, ο Ρομάν Αμπράμοβιτς πήρε την απόφαση να τον απολύσει. Η συνέχεια, γνωστή: Ο Τόμας Τούχελ ανέλαβε και κατέκτησε το Champions League. Η αποτυχία, πάντως, της «σημαίας» της Τσέλσι επί 13 χρόνια, είναι κάτι, δεδομένα, που πληγώνει ακόμη τόσο τον Λάμπαρντ όσο τους οπαδούς και το ίδιο το κλαμπ. Στο μέλλον, όταν ενδεχομένως «ψηθεί» περισσότερο ο 43χρονος κόουτς πια, ίσως ξαναδούμε το εγχείρημα...
Αντρέα Πίρλο - Γιουβέντους (2020-2021)
Η πρόσληψη του Αντρέα Πίρλο από τη Γιουβέντους το καλοκαίρι του 2020, αντικαθιστώντας τον Μαουρίτσιο Σάρι, ήταν ένα σοκ. Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας από τους σπουδαιότερους παίκτες της γενιάς του, ο Πίρλο δεν είχε προπονητική εμπειρία. Μόλις στις 30 Ιουλίου είχε αναλάβει τη Γιουβέντους Κ23, αλλά εννέα ημέρες η «Γηραιά Κυρία» αποφάσισε να του δώσει τα κλειδιά της πρώτης ομάδας, με τις δύο πλευρές να υπογράφουν συμβόλαιο για δύο χρόνια.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο Πίρλο έλαβε το δίπλωμα UEFA Pro στις 16 Σεπτεμβρίου του 2020! «Πήρε», μάλιστα, βαθμολογία 107 στα 110 μετά την προφορική επικύρωση της 30σέλιδης διατριβής του, με τίτλο «Το ποδόσφαιρο που θα ήθελα». Ο Πίρλο ανέφερε τις ομάδες που «ενέπνευσαν την ιδέα του για το ποδόσφαιρο», όπως «η Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ και μετά του Πεπ Γκουαρδιόλα, ο Άγιαξ του Λούις φαν Χάαλ, η Μίλαν του Κάρλο Αντσελότι και η Γιουβέντους του Αντόνιο Κόντε». Στη θεωρία όλα αυτά. Γιατί στο γήπεδο...
Μόνο στη θεωρία πήρε «άριστα» ο Πίρλο
Η συνεργασία αποδείχθηκε καταστροφική. Η Γιουβέντους αποκλείστηκε από την Πόρτο στους «16» του Champions League και έχασε το πρωτάθλημα από την Ίντερ μετά από εννέα σερί τίτλους! Κάπως έτσι, ήρθε φυσιολογικά η απόλυση στα τέλη του περασμένου Μαΐου...
Ρόναλντ Κούμαν - Μπαρτσελόνα (2020-2021)
Η... πέτρα του σκανδάλου. Ο λόγος για τον οποίο μάς προέκυψε Τσάβι στην Μπαρτσελόνα -και το θέμα, φυσικά, που διαβάζετε. Σε σχέση με τους παραπάνω, ο Ρόναλντ Κούμαν, στα 58 του πια, είναι πολλά χρόνια στο κουρμπέτι της προπονητικής. Από το 1997 συγκεκριμένα, έχοντας περάσει από διάφορους πάγκους. Στο βιογραφικό του, δε, υπάρχουν -και όμως- αρκετές επιτυχίες. Η δουλειά των ονείρων του, ωστόσο, ήρθε μόλις πέρυσι, όταν ανέλαβε την αγαπημένη του Μπαρτσελόνα, αντικαθιστώντας τον Κίκε Σετιέν μετά το ντροπιαστικό 8-2 από την Μπάγερν Μονάχου -και ενώ ουδείς μέχρι σήμερα έχει καταλάβει γιατί έφυγε, τελικά, ο Ερνέστο Βαλβέρδε.
Το όνειρο του Κούμαν, όμως, εξελίχθηκε σε εφιάλτη, τόσο για τον ίδιο όσο και για το κλαμπ. Η εικόνα της «Μπάρτσα», ειδικά φέτος, προκαλούσε τουλάχιστον θλίψη, ενώ οι συντριβές από Μπενφίκα και Μπάγερν (ξανά) στο Champions League, αλλά και το γεγονός ότι η ομάδα έφτασε να μαραζώνει στην 9η θέση της La Liga, δεν χωνεύονταν. Ένας σημαντικός λόγος για την καθίζηση της Μπαρτσελόνα είναι προφανώς η αποχώρηση του Λιονέλ Μέσι και για την κατάσταση της Μπαρτσελόνα συνολικά δεν φταίει σίγουρα ο Κούμαν.
Το όνειρο του Κούμαν έγινε εφιάλτης
Τα αποτελέσματα, όμως, στο γήπεδο -και κυρίως η εικόνα της ομάδας- ήταν κάκιστα, ενώ και η σχέση του με τον Λαπόρτα δεν βοήθησε τον σκοπό του. Καμία έκπληξη δεν αποτέλεσε το γεγονός ότι ο Ολλανδός δεν είναι πλέον προπονητής στο «Καμπ Νόου». Έκπληξη είναι το ότι έμεινε για τόσο πολύ στον πάγκο των «μπλαουγκράνα». Και τώρα Τσάβι.
Σημείωση: Στους παραπάνω μπορεί να προστεθεί και ο Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, αλλά αφού για την ώρα η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επιμένει στην επιλογή της και κρατάει τον Νορβηγό στον πάγκο της, ας περιμένουμε. Μπορεί και να το «γυρίσει». Ή και όχι. ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube