Το μελάνι που χύθηκε όλη μέρα χθες και προχθές για να περιγράψει τα επινίκια του Παναθηναϊκού είχε φυσικά χρώμα καταπράσινο, σαν αυτό με το οποίο βάφτηκε το σκηνικό του ελληνικού μπάσκετ από το 1998 και έπειτα. Εννέα πρωταθλήματα σε δέκα χρόνια αποτελούν πραγματική εποποιία, σε οποιοδήποτε άθλημα, σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Καλά καλά ούτε η Μακάμπι δεν πετυχαίνει τέτοιο μονοπώλιο.
Ο ιστορικός του μέλλοντος θα αναφέρει τον Παναθηναϊκό της δεκαετίας 1998-2007 στην ίδια ανάσα με τον Αρη των 80's, αυτόν που κατέκτησε 8 τίτλους σε 9 χρόνια εκ των οποίων οι επτά διαδοχικοί. Εδώ που τα λέμε, η σύγκριση ανάμεσα στις δύο δυναστείες του ελληνικού μπάσκετ μάλλον τον σύγχρονο Παναθηναϊκό βγάζει στον αφρό, παρά τον παλαιό Αρη. Θέλετε και επιχειρήματα; Ευχαρίστως να σας τα αραδιάσω.
Κατ' αρχήν οι αριθμοί. Ακόμα κι αν συνυπολογίσουμε το πρωτάθλημα του 1979, το οποίο διαδέχθηκε μια «πράσινη» τριετία, ο Αρης κατέκτησε συνολικά 9, όσα και ο Παναθηναϊκός των τελευταίων ετών. Τα κύπελλα είναι 6 για τον Αρη (το τελευταίο το 1992) και 5 για τον Παναθηναϊκό (το πρώτο το 1996).
Τη διαφορά, όμως, την κάνουν τα ευρωπαϊκά τρόπαια. Το «τριφύλλι» άνθισε 4 φορές στην κορυφή της Ευρώπης, όταν ο Αρης της «χρυσής» εποχής πήρε μόνο ένα Κύπελλο Κυπελλούχων, στα τελειώματά του. Ανοιξε, βεβαίως, τον δρόμο διάπλατα, με τις απανωτές συμμετοχές του σε φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών μεταξύ 1988-90, αλλά δεν πάτησε ποτέ στη γη της επαγγελίας. Παρεμπιπτόντως, ο Παναθηναϊκός δεν έχει μόνο τρία άγονα φάιναλ φορ, αλλά τέσσερα ή έστω... τριάμισι, μια και το ένα ήταν λειψό τη χρονιά του διχασμού.
Ο Αρης έχτισε τη δική του δυναστεία γύρω από έναν πανίσχυρο ιστορικό τεσσάρων ανθρώπων, οι οποίοι έμειναν ουσιαστικά στο τιμόνι του από την αρχή ως το τέλος: Γιαννάκης, Γκάλης, Ιωαννίδης, Μιχαηλίδης. Οταν έσπασε το κουαρτέτο, σήμανε η αρχή του τέλους.
Ο Παναθηναϊκός έχει όλα αυτά τα χρόνια την ίδια αμετακίνητη διοίκηση των αδελφών Γιαννακόπουλων (από τον Ιούνιο του 1987), αλλά συνέχισε χωρίς σοβαρούς κλυδωνισμούς την πορεία του μέσα από πολλές και σημαντικές αλλαγές προσώπων και ηγετών. Από τον Μάλκοβιτς στον Σούμποτιτς και στον Ομπράντοβιτς, από τον Βράνκοβιτς και τον Ντομινίκ στον Μποντίρογκα και τον Ράτζα, από τον Οικονόμου στον Αλβέρτη και τον Διαμαντίδη.
Παίκτες καθοριστικοί ήρθαν και παρήλθαν, αλλά το επίπεδο της ομάδας παρέμεινε σταθερό, το ίδιο και η θέση της στο ρετιρέ. Αν ζητούμενο για μια ομάδα είναι η διάρκεια, αυτή γίνεται πιο αξιέπαινη όταν επιτυγχάνεται μέσα από μύρια κύματα. Τα θεμέλια ήταν γερά και στις δύο περιπτώσεις, ωστόσο ο Παναθηναϊκός έχτισε και ξανάχτισε πολλές φορές τους ορόφους.
Εκείνο που πέτυχε ο Αρης των 80's ήταν να εκμεταλλευτεί τη σπίθα της Εθνικής ομάδας και να δώσει ζωή σε ένα άθλημα που δεν υπήρχε καθόλου στον χάρτη. Ο Παναθηναϊκός, αντίθετα, ζεσταίνει τις ψυχές των οπαδών του, αλλά διώχνει ουδέτερους, όχι μόνο με την απόλυτη κυριαρχία του, αλλά και με τη φιλική προς τους φανατικούς πολιτική της διοίκησής του. Δεν είναι βέβαια ο μόνος, είναι όμως αυτός που χτυπάει το ντέφι για να χορέψουν όλοι.