Είναι άραγε τα μεγάλα στρατόπεδα στην Ελλάδα ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός; Κατά καιρούς οι δύο έχουν «σκοτωθεί», κυρίως όταν μπαίνουν ανάμεσά τους κάποιοι τρίτοι που εκμεταλλεύονται τα πάθη των προέδρων τους για πρωταθλήματα. Ομως, σε ομαλές καταστάσεις και χωρίς ενδιάμεσους γύφτους, αυτοί σπανίως έχουν κάτι να χωρίσουν: όταν βελτιώνεται το προϊόν είναι οι πρώτοι που έχουν κέρδος. Η μεγάλη αντιπαλότητα στην Ελλάδα είναι μεταξύ των ποδοσφαιριστών και των προέδρων.
O Σωκράτης Κόκκαλης είπε στην τελευταία συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ότι ο Ριβάλντο έκανε ένα λάθος: ζήτησε να μιλήσει μαζί του πριν τελειώσει το πρωτάθλημα, όταν ο ίδιος είχε ανακοινώσει ότι θα μιλήσει με όλους τους παίκτες των οποίων λήγουν τα συμβόλαια μετά το πέρας του. Να το δεχτώ. Ακόμα κι αν ο Βραζιλιάνος είχε δηλώσει ότι ο πρόεδρος του Ολυμπιακού κρυβόταν στα τηλέφωνα που του έκανε, δεν έχω κανένα λόγο να μη δικαιολογήσω αυτό το κρυφτούλι: δεν γούσταρε ο άνθρωπος να τον σκοτίζει κάποιος Ριβάλντο. Δύο μέρες μετά τη δήλωση του Κόκκαλη, ο Γιώργος Ανατολάκης, που δεν σκότισε κανέναν με απανωτά τηλέφωνα και δεν χάλασε την ησυχία του προέδρου, έμαθε χάρη σε ένα ψυχρό τηλεφώνημα του προπονητή του ότι πρέπει να ψάξει να βρει ομάδα. Στον «καλό» Ανατολάκη που παρέμεινε υπάκουος στρατιώτης μέχρι το τέλος, ο Ολυμπιακός επιφύλαξε την ίδια, περίπου, μεταχείριση με τον κακό «Ρίμπο» που χάλασε τη φιέστα.
Παραμύθι
Ενα παραμύθι που ευτυχώς χάρη στη Σούπερ Λίγκα τελειώνει είναι ότι στην Ελλάδα τα μεγάλα στρατόπεδα είναι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός: οι αντιπαλότητες των ομάδων, ακόμα και των «αιωνίων» αντιπάλων, είναι για τα μάτια του κόσμου. Σήμερα ειδικά, οι παράγοντες του Ολυμπιακού και του ΠΑΟ χρησιμοποιούν την ίδια ακριβώς επιχειρηματική γλώσσα και ακολουθούν περίπου ίδιους δρόμους. Η αρμονική συνύπαρξη του Πέτρου Κόκκαλη με τον Γιάννη Βαρδινογιάννη στη Λίγκα δείχνει ότι υπάρχουν κοινά προβλήματα, ίδιοι προβληματισμοί, συμφωνία στις λύσεις, πεδίο συνεννόησης. Κυρίως υπάρχει ένα κοινός εχθρός: οι ποδοσφαιριστές.
Χαρακώματα
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια τα δύο μεγάλα στρατόπεδα στην Ελλάδα ήταν οι παράγοντες και οι παίκτες: ήταν διαρκώς στα χαρακώματα. Σε αυτό το διάστημα, οι εργασιακές σχέσεις των ποδοσφαιριστών με τα αφεντικά τους άλλαξαν καταλυτικά. Σήμερα δεν είναι καθόλου σαφές σε αρκετές περιπτώσεις ποιος ανάμεσα στον σούπερ σταρ και τον πρόεδρο έχει μεγαλύτερη εξουσία. Θυμηθείτε την ιστορία του Ριβάλντο -τίποτα δεν έχει στοιχίσει περισσότερο επικοινωνιακά στον Κόκκαλη από το ξέσπασμα του Βραζιλιάνου.
Σοκ
Αν ακούσετε, of the record, πρόεδρο ομάδας να μιλάει για ποδοσφαιριστή και ποδοσφαιριστή να μιλάει για πρόεδρο θα πάθετε σοκ. Για τον παράγοντα, εννιά φορές στις δέκα ο ποδοσφαιριστής είναι μπελάς -ένα αναγκαίο κακό που του «τρώει» χρήματα. Αν θέλει να πληρώνεται στην ώρα του είναι «εκβιαστής» και «παλιόπαιδο». Αν έχει μάνατζερ, «είναι παρτάκιας», αν θυμίζει διακριτικά ότι του χρωστάνε πριμ, «ταλιροφονιάς». Αν επιμένει στην αξίωσή του, είναι «ακατέβατος». Αν τραυματιστεί, είναι «κουτσός», αν γυρίζει από το εξωτερικό, «τελειωμένος». Το ίδιο συμβαίνει και από την άλλη πλευρά. Για τον μέσο Ελληνα ποδοσφαιριστή, ο πρόεδρος θα κάνει ό,τι μπορεί για να τον ρίξει «γιατί αυτή είναι η δουλειά του» -δεν είναι τυχαίο ότι όταν ο Βασίλης ο Τσιάρτας έκανε τις πρώτες αρνητικές κρίσεις για τον Ντέμη Νικολαΐδη τον χαρακτήρισε «παράγοντα»! Για το σύνολο των ποδοσφαιριστών ο παράγοντας είναι αυτός που ψάχνει τρόπους για να μην τον πληρώσει, αυτός που περνάει γραμμή στον προπονητή, αυτός που του κάνει συμβόλαια με μπόνους και μετά κάνει το παν για να μην τα πιάσει ο παίκτης, αυτός με τον οποίο δεν θα έβγαινε ποτέ για φαγητό, αν δεν ήταν αφεντικό, γεγονός που του επιβάλλει να τον σέβεται.
Πρωταγωνιστές
Στην Ελλάδα οι παράγοντες λένε ότι οι ποδοσφαιριστές είναι οι αληθινοί πρωταγωνιστές –αυτοί που το λένε είναι οι πρώτοι που δεν το πιστεύουν και οι πρώτοι, που όταν βλέπουν μπροστά τους ένα μικρόφωνο ή μια κάμερα τηλεόρασης, είναι πρόθυμοι να μιλάνε επί ώρες. Ο παράγοντας στην Ελλάδα έχει κάνει στη διάρκεια της σεζόν τα πάντα: αυτός έχει κερδίσει το πρωτάθλημα, αυτός έχει κάνει τις μεταγραφές, αυτός έχει αποτύχει. Γιατί; Γιατί βάζει τα λεφτά του και σύμφωνα με τη νοοτροπία που επικρατεί στο ποδόσφαιρο αυτής της χώρας, «όποιος βάζει λεφτά είναι κι ο υπεύθυνος για όλους και όλα». Πάρτε για παράδειγμα την ιστορία των πλέι οφ. Σε μια χώρα με άλλου είδους λογική, πριν γίνει οτιδήποτε, κάποιος θα ζητούσε και τη σύμφωνη γνώμη των ποδοσφαιριστών, των οποίων η σεζόν επιμηκύνεται. Στην Ελλάδα κάτι τέτοιο ανάθεμα κι αν πέρασε από το μυαλό των αρμοδίων: η συζήτηση με τον Γκαγκάτση μετράει περισσότερο από αυτό που πιστεύουν οι παίκτες! Μήπως, άλλωστε, τους ρώτησαν πέρυσι όταν για μυστηριώδεις ακόμα λόγους αποφάσισαν ν' αρχίσουν το πρωτάθλημα στα μέσα Αυγούστου και παρά τους κινδύνους που δημιουργούσαν οι θερμοκρασίες, που στα γήπεδα έφταναν τους 40 βαθμούς;
Τακουνάκια
Ο Ανατολάκης ως ποδοσφαιριστής που κέρδισε δέκα πρωταθλήματα σε έντεκα χρόνια επιβαλλόταν να έχει μια άλλου είδους αντιμετώπιση. Ομως προφανώς, το τι κέρδισε δεν το μετράει κανένας, γιατί τα πρωταθλήματα στον Ολυμπιακό τα κέρδισε όλα ο πρόεδρος –σιγά μην του πούμε και ευχαριστούμε! Αν ο «Ανατόλ» έκανε τακουνάκια και μαγικά, θα υπήρχε μια πιθανότητα να του φερθούν λίγο καλύτερα, αλλά στον Ολυμπιακό οι αμυντικοί –ακόμα και οι αληθινά σπουδαίοι- υπήρχαν πάντα για να φταίνε. Μήπως φέρθηκαν καλύτερα στον Αμανατίδη ή τον Μαυρογενίδη ή τον Πουρσανίδη, που πριν να φύγει τον έβαζαν να τρέχει με τις μπουλντόζες; Δεν μου προκύπτει.
Ριβάλντο
Συζητούσα την Κυριακή με έναν παίκτη για τον τρόπο που φέρθηκε ο Κόκκαλης στον Ανατολάκη. Η ατάκα του ήταν κορυφαία: «Ε, ρε Ριβάλντο που του χρειάζεται…».
Να τον χαίρονται
Μου γράφει ο φίλος αναγνώστης Γιάννης Ρακάλης σε μήνυμα που μου έστειλε στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο:
«Πήγα χθες να δω το μπαράζ μεταξύ του Ολυμπιακού Βόλου και της Ρόδου –από διαστροφή που λες κι εσύ. Τι είναι αυτό το πράγμα που λέγεται Σκουφίτσας, ρε Αντώνη; Πώς είναι δυνατόν αυτός ο άνθρωπος να υπάρχει σε πίνακες διαιτησίας, να του εμπιστεύονται κρίσιμα ματς και αγώνες Α' Εθνικής; Εβλεπα τα όσα έκανε και αναρωτιόμουν πώς γίνεται στην Ελλάδα να τελειώνουν τα πρωταθλήματα κανονικά. Πιστεύω ότι σε καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν υπάρχουν τέτοιοι διαιτητές. Θα φτιάξουν οι εταίροι της Σούπερ Λίγκας με τέτοιους διαιτητές; Σοβαρά μιλάνε; Πιστεύουν σοβαρά ότι θα μας πείσουν για την αξιοπιστία και την καθαρότητα του χώρου; Ας πούμε ότι ο συγκεκριμένος είναι κουτός ή ανίκανος ή προβληματικός. Πώς γίνεται να φτάνει στην Α' Εθνική; Γιατί τον κρατάνε; Είναι δυνατόν ύστερα από τη διαιτησία που έκανε στο μπαράζ να του ξαναδώσουν παιχνίδι; Εμένα ποσώς με ενδιαφέρει αν είναι καλό ή κακό παιδί, αν είναι έντιμος ή αν έχει τις σωστές γνωριμίες: εγώ πλήρωσα εισιτήριο και είδα ένα θλιβερό θέαμα από κάθε άποψη.
Φέτος είδα πολλά ματς της Β' και της Γ' Εθνικής και ο λόγος είναι ότι οι ομάδες σε αυτές τις κατηγορίες παίζουν συνήθως στις 3 το μεσημέρι, σε μια ώρα που έχω συνηθίσει. Διαβάζω αυτά που γράφεις για την ΚΕΔ και την ΕΠΟ. Αν έβλεπες κάθε Κυριακή τι κάνουν οι διαιτητές σε αυτά τα πρωταθλήματα θα σιχαινόσουν τον εαυτό σου. Από τη στιγμή που η ΚΕΔ αποφάσισε να μην τιμωρούνται οι διαιτητές της Α' Εθνικής που διαιτητεύουν αυτά τα ματς, (αντίθετα από τους πιτσιρικάδες που τους "ξηλώνουν" από τους πίνακες για πλάκα), γίνεται σε αυτές τις κατηγορίες το μεγάλο φαγοπότι. Αλήθεια, εκείνη η έρευνα του Σανιδά για τα ματς της Β' Εθνικής, τους διαιτητές και το Στοίχημα τι τύχη είχε; Θα τους μαζέψει κανένας όλους αυτούς ή θα συνεχίσουν ανενόχλητοι να κάνουν ό,τι γουστάρουν; Χρόνια τώρα περιμένω ένα διαιτητή να πει "δεν μπορώ άλλο, μπούχτισα". Να πει "βαρέθηκα να με βρίζουν, κουράστηκα, χαίρετε". Τι διάβολο, μέλι έχει αυτή η διαιτησία και κουτσοί, στραβοί, τίμιοι κι άτιμοι, ικανοί κι ανίκανοι δεν την αφήνουν;».