Ο Χάμιλτον και
ο τρόπος που μπήκε στο πρωτάθλημα
των «μεγάλων»
είναι κάτι που κανένας rookie δεν κατάφερε μέχρι σήμερα.
ΟΧουάν Μανουέλ Φάντζιο, ο Αργεντινός οδηγός που έχτισε τον πρώτο μύθο στη Φόρμουλα 1, είχε πει κάποτε ότι «υπάρχουν άνθρωποι πολύ προσεκτικοί που κινούνται αργά και σταθερά χωρίς να διακινδυνεύουν και υπάρχουν και οι τυχοδιώκτες που εμπνέονται από το πνεύμα της περιπέτειας και τολμούν τα δύσκολα.
Εμείς, οι οδηγοί της Φόρμουλα 1, ανήκουμε στη δεύτερη κατηγορία, που όσο δυσκολότερο είναι αυτό που επιχειρείς τόσο μεγαλύτερη είναι και η εντύπωση που προκαλεί στον κόσμο». Αυτή τη φράση ο Φάντζιο την είχε εκστομίσει όταν του είχαν ζητήσει να σχολιάσει τον Μίκαελ Σουμάχερ και τον τρόπο που οδηγούσε στα 23 του. Για τον Φάντζιο, ο Σουμάχερ ήταν ανάμεσα στους πιο ταλαντούχους από τους «τυχοδιώκτες». Η φετινή χρονιά της Φόρμουλα 1 δεν χρειαζόταν να φθάσει μέχρι το καναδικό γκραν πρι για να μας αποκαλύψει κάτι σπάνιο.
Εναν οδηγό της ποιότητας του Σουμάχερ, τον 22χρονο Λιούις Χάμιλτον, τον συνοδηγό του Αλόνσο στην ομάδα της ΜακΛάρεν Μερσέντες. Το αφεντικό της ομάδας, ο σερ Φρανκ Γουίλιαμς, δεν διστάζει να τον χαρακτηρίσει «Σούπερμαν», ενώ ο σερ Στέρλινγκ Μος, ένας από τους θρύλους του σπορ, παραδέχεται ότι ο Χάμιλτον «είναι ό,τι καλύτερο έχω δει στη Φόρμουλα 1 από τότε που αγωνιζόμουν». Υπερβολές; Οχι. Και αυτό το «όχι» που γράφω με σιγουριά το προσυπογράφουν χιλιάδες φίλοι της Φόρμουλα 1 σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Χάμιλτον και ο τρόπος που μπήκε στον κόσμο της ταχύτητας την πρώτη του κιόλας χρονιά στο πρωτάθλημα των «μεγάλων» είναι κάτι που κανένας rookie δεν κατάφερε μέχρι σήμερα.
Η είσοδός του υπήρξε τόσο εντυπωσιακή και αποκαλυπτική των δυνατοτήτων του, που έκανε τον Νίκι Λάουντα να δηλώσει πως δεν θα του προξενούσε καμία εντύπωση αν ο Χάμιλτον την πρώτη του χρονιά στη Φόρμουλα 1 κατακτούσε το πρωτάθλημα. Ο Χάμιλτον, όταν τον ρωτούν για το πρωτάθλημα, απαντά διπλωματικά: «Εχουμε το καλύτερο μονοθέσιο, έχουμε πίστη στον εαυτό μας και τις δυνατότητές μας, γιατί να μην κατακτήσουμε τον τίτλο και στους οδηγούς και στους κατασκευαστές;».
Ο πληθυντικός είναι το κλειδί. Εκτός από τον Χάμιλτον, στην ίδια ομάδα βρίσκεται και ο Αλόνσο, δύο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, ο οδηγός που από πολλούς θεωρείται ο φυσικός διάδοχος του Σουμάχερ. Οσο καλός κι αν είναι –και το ξέρει ότι είναι– ο Χάμιλτον γνωρίζει ότι δεν μπορεί ακόμα να προκαλέσει. Το γεγονός ότι το μονοθέσιο της ΜακΛάρεν Μερσέντες είναι το καλύτερο απ' όλα στο φετινό πρωτάθλημα καλύπτει τις όποιες διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στον Αλόνσο και τον Χάμιλτον.
Αν και οι δύο έτρεχαν με ένα άλλο μονοθέσιο, με τη Ρενό ας πούμε, ο Χάμιλτον θα διαπίστωνε ότι είναι λίγο πιο αργός από τον Ισπανό. Ξέρει ότι η εμπειρία που του λείπει μετράει. Αυτή η έλλειψή του, όμως, δεν μειώνει στο παραμικρό ούτε το τεράστιο ταλέντο του ούτε την «τυχοδιωκτική» του φύση, σύμφωνα με το περιεχόμενο που έδωσε στον όρο ο Φάντζιο. Ο Χάμιλτον, είναι η αλήθεια, αποτελεί τον καλύτερα προετοιμασμένο νεαρό οδηγό που μπήκε ποτέ στον κόσμο της Φόρμουλα 1.
Η ΜακΛάρεν άρχισε να δουλεύει μαζί του από τότε που ο Χάμιλτον ήταν 13 ετών. Ο διευθυντής της ομάδας, ο Ρον Ντένις, πήρε την απόφαση να τον στηρίξει από τότε που ο Χάμιλτον έτρεχε με καρτ. Η σχέση του Ντένις –που ενδιαφέρθηκε ενεργά ακόμα και για τις σπουδές του– με τον Χάμιλτον δυνάμωνε με το πέρασμα των χρόνων. Ο Ντένις ήταν ο καθοδηγητής του από τα καρτ μέχρι τη Φόρμουλα 1.
Εκείνο που ο Ντένις είδε στον Χάμιλτον δεν ήταν μόνο η οδηγική του ικανότητα, αλλά η γενικότερη συμπεριφορά του. Είναι απολύτως συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνει, ήρεμος και πάνω απ’ όλα έχει μία μοναδική πίστη στον εαυτό του χωρίς να είναι αλαζόνας, κάτι που είναι σπάνιο στον κόσμο της Φόρμουλα 1. Αυτό το χαρακτηριστικό του είναι που θα του επιτρέψει να συμβιώσει στην ίδια ομάδα με τον Ισπανό, στον οποίο δεν αρέσει καθόλου να χάνει. Μια προοπτική που ίσως ο Αλόνσο θα πρέπει να συνηθίσει στο μέλλον.
Σούπερ
πρωτάθλημα
με εξίσωση
Αν το σχέδιο που παρουσίασαν οι άνθρωποι της Σούπερ Λίγκας για την αναβάθμιση του πρωταθλήματος είναι ένα σχέδιο που προέκυψε ύστερα από μελέτη των δεδομένων, από ανθρώπους που έχουν σχέση με το ποδόσφαιρο, τότε έχουν συμβεί συσσωρευμένες παρανοήσεις.
Τόσο στη μελέτη των δεδομένων όσο και στη σχέση με το ποδόσφαιρο όσων μελέτησαν και εκπόνησαν το σχέδιο. Το πιο περίεργο πράγμα που συμβαίνει με αυτό το σχέδιο είναι η πρωτοτυπία του. Πουθενά αλλού στον κόσμο δεν γνωρίζω να υπάρχει κάτι ανάλογο για τη διεξαγωγή αγώνων πλέι οφ. Η πολυπλοκότητα, μάλιστα, του σχεδίου το καθιστά και κομματάκι ύποπτο.
Οσο περισσότερο δυσνόητο είναι κάτι τόσο μεγαλύτερα είναι τα προβλήματα που θα παρουσιάσει στην εφαρμογή του, εκτός αν πρόκειται για τις μηχανές του διαστημικού λεωφορείου. Τα σχέδια αναβάθμισης, αν δεν είναι απλά και με ελάχιστες εξαιρέσεις, έχουν άλλους στόχους. Και ο κύριος στόχος του νέου σχεδίου είναι εισπρακτικός. Περισσότερα παιχνίδια –των οποίων οι επιπτώσεις πάνω στους ποδοσφαιριστές με την επιμήκυνση της σεζόν δεν έχουν υπολογιστεί– περισσότερα χρήματα, αφού τα παιχνίδια των πλέι οφ θα πωλούνται χωριστά. Και γιατί συμβαίνει αυτό;
Διότι στη Σούπερ Λίγκα δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν στην κεντρική διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Και αν κρίνω από κάτι που είπε ο κ. Πηλαδάκης της Λάρισας στις 21 Μαΐου, στο πλαίσιο του πρώτου αθλητικού debate («το μελετάμε ακόμα»), δεν προβλέπω να δεχθούν οι «μεγάλοι» να μοιραστούν τα τηλεοπτικά τους έσοδα. Ας γίνει κατανοητό το εξής: όσο οι ίδιες οι ΠΑΕ δεν επιδιώκουν την απεμπλοκή τους από το κράτος και τους βραχίονές του –π.χ. ΟΠΑΠ–, όσο οι ΠΑΕ που μετέχουν στη Σούπερ Λίγκα δεν έχουν ξεκάθαρη επιχειρηματική φυσιογνωμία, όσο ο ανταγωνισμός δεν διεξάγεται με ίδιους όρους για όλους, όσα σχέδια αναβάθμισης και να εκπονηθούν, τόσο το ελληνικό ποδόσφαιρο θα υποβαθμίζεται και θα ξεθυμαίνει.
Ελπίζω οι άνθρωποι της Σούπερ Λίγκας που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο να θυμηθούν ότι όσοι φρόντισαν να εκμεταλλευτούν την εμπορική πλευρά του ποδοσφαίρου, αδιαφορώντας για το παιχνίδι, το πλήρωσαν ακριβά.