Λένε ότι τα μόνα ματς (πρώτο, τρίτο, πέμπτο) των πλέι οφ είναι τα πιο καθοριστικά. Από την άποψη αυτήν, ο σημερινός τρίτος τελικός ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό καίει, βγάζει φλόγες. Διότι αν νικήσει ο Ολυμπιακός το πλεονέκτημα έδρας αλλάζει χέρια. Και επειδή όποιος κι αν είναι σήμερα ο νικητής, θα έχει την ευκαιρία για δύο ματς μπολ, από τα οποία θα χρειαστεί να κερδίσει μόνο το ένα για να κατακτήσει το πρωτάθλημα!
Αυτά λέει η θεωρία. Η πράξη λέει κάτι πιο ουσιαστικό. Οτι, δηλαδή, από τη στιγμή που την περασμένη Κυριακή ο Ολυμπιακός νίκησε στο ΣΕΦ τον Παναθηναϊκό και έκανε το 1-1 το ενδιαφέρον της σειράς εκτινάχθηκε στα ουράνια, μια και -κακά τα ψέματα- ήταν η πρώτη φορά στα δύο τελευταία χρόνια που οι «ερυθρόλευκοι» απέδειξαν ότι στη μάχη για τον τίτλο δεν είναι απλοί παρτενέρ των «πρασίνων», αλλά σχεδόν ισότιμοι διεκδικητές!
Νέο σκηνικό, λοιπόν, το οποίο προέκυψε μέσα από τα εξής δεδομένα:
1. Ο Ολυμπιακός για να φτάσει στην πρώτη νίκη του επί του Παναθηναϊκού στα πλέι οφ, ύστερα από τέσσερις (τρεις πέρυσι και μία φέτος) αποτυχημένες προσπάθειες, αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στα δεδομένα της εποχής, δηλαδή να εγκαταλείψει το αφελές στυλ παιχνιδιού που ακολούθησε από την αρχή της σεζόν και να γίνει πιο πραγματιστής. Να δώσει, δηλαδή, προτεραιότητα στη σκληρή άμυνα και στο ξύλο και όχι στο σκορ και το θέαμα, που αποτελούν τα βασικά συστατικά της φιλοσοφίας του προπονητή του. Με άλλα λόγια, υποχρεώθηκε να παίξει περισσότερο σαν... Παναθηναϊκός και λιγότερο ως Ολυμπιακός.
2. Ο Παναθηναϊκός εμφάνισε μια περιοδική ανωτερότητα, που του επέτρεψε να προηγηθεί στο σκορ με πολύ σημαντικές διαφορές, οι οποίες όμως δεν στάθηκαν ικανές να του εξασφαλίσουν τη νίκη. Και αυτό κυρίως διότι στο παιχνίδι του δεν είχε τη συνέπεια και τη συνέχεια που τον διέκριναν σχεδόν σε όλα τα κρίσιμα ματς της σεζόν. Για παράδειγμα, ο Παναθηναϊκός που κέρδισε όλα τα ματς της Ευρωλίγκας με βαθμολογικό ενδιαφέρον γι' αυτόν δεν θα έχανε ποτέ το ματς της περασμένης Κυριακής. Ομως ο τωρινός Παναθηναϊκός φαίνεται να απέχει αρκετά από την ομάδα-πρότυπο που με τη συνέπειά της εντυπωσίασε όλη την Ευρώπη. Και από την άποψη αυτήν είναι πλέον τρωτός...
Το συμπέρασμα που προκύπτει από όλα τα παραπάνω είναι ότι φτάσαμε στο 1-1 και ενώπιον μιας αμφιβόλου εκβάσεως συνέχειας, όχι μόνο διότι ο Ολυμπιακός κατάλαβε πώς μπορεί να κρύβει τις αδυναμίες του, αλλά και (κυρίως) επειδή ο Παναθηναϊκός φαίνεται να έχει πάρει διαζύγιο από τον καλό εαυτό του. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να αξιολογηθεί το γεγονός ότι μετά το φάιναλ φορ έπαιξε πέντε ματς για τα πλέι οφ του ελληνικού πρωταθλήματος χωρίς να κερδίσει τις εντυπώσεις σε κανένα;
Ο Παναθηναϊκός, λοιπόν, αυτή τη στιγμή δεν είναι καλά -πράγμα καθόλου αφύσικο για μια ομάδα που έπειτα από μια συνεχή και σκληρή προσπάθεια μηνών γνώρισε την κορύφωσή της πριν από περίπου 40 ημέρες, όταν κατέκτησε τον ευρωπαϊκό τίτλο. Οι ομάδες, βλέπετε, δεν είναι μηχανές, ούτε και οι παίκτες τους κομπιούτερ. Εχουν τα πάνω και τα κάτω τους και, το σημαντικότερο, έπειτα από ένα οριακό κατόρθωμα, σαν αυτό του Παναθηναϊκού στο φάιναλ φορ, χρειάζονται χρόνο και κίνητρο για να ξαναβρούν τον ρυθμό τους.
Βεβαίως, κίνητρο υπάρχει. Είναι η κατάκτηση της τριπλής κορόνας (Κύπελλο, πρωτάθλημα και Ευρωπαϊκό), κάτι που πέτυχε πριν από 10 χρόνια ο Ολυμπιακός. Και είναι, επίσης, η επικράτηση εις βάρος του «αιώνιου» αντιπάλου, η οποία δεν ξέρω τι μπορεί να λέει σε παίκτες που δεν γνωρίζουν καλά την ελληνική πραγματικότητα. Το βέβαιο είναι, πάντως, ότι ο Ολυμπιακός έχει ισχυρότερο κίνητρο. Διότι δεν παίζει απλώς εναντίον του Παναθηναϊκού, αλλά και του πρωταθλητή Ευρώπης. Και διότι, προερχόμενος από μια χρονιά γεμάτη διακυμάνσεις και αμφισβητήσεις, θέλει να κλείσει στόματα και να μιλήσει, επιτέλους, από θέση ισχύος.
Θα τα καταφέρει; Αν ο Σχορτσιανίτης είχε τη φυσική κατάσταση που απαιτείται για να παίζει με συνέπεια τουλάχιστον 20 λεπτά σε κάθε αγώνα, θα λέγαμε ότι σίγουρα μπορεί. Διότι ο σέντερ-μπετονιέρα είναι μη συμβατικό όπλο, ικανό να ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων, η οποία διαμορφώνεται κυρίως από την καλύτερη χημεία του Παναθηναϊκού και την απαράμιλλη μεθοδικότητά του ως ομάδας. Βεβαίως, την Κυριακή ο Μασιγιάουσκας έδειξε για πρώτη φορά τι μπορεί να περιμένουν οι «ερυθρόλευκοι» από αυτόν, ταυτόχρονα ο Ακερ εμφανίστηκε ύστερα από πολύ καιρό με διάθεση να παίξει μπάσκετ, ενώ ο Βασιλόπουλος προσέθεσε άλλη μία εξαιρετική εμφάνιση στη λαμπρή σειρά που πραγματοποιεί στα φετινά πλέι οφ.
Ομως όλοι οι λαμπροί παίκτες του Ολυμπιακού (διότι δεν έχει μόνο τους τρεις που προαναφέρθηκαν) χωρίς την ουσιαστική συμβολή του Σχορτσιανίτη δεν μπορούν να υπερισχύσουν ως σύνολο του Παναθηναϊκού. Σε ένα ματς ναι, σε δύο ίσως, αλλά σε μια σειρά που ο νικητής αναδεικνύεται στις τρεις νίκες είναι σχεδόν αδύνατον, εκτός αν ο πρωταθλητής Ευρώπης στα υπόλοιπα ματς όχι μόνο δεν βελτιώσει την εικόνα που παρουσίασε μέχρι σήμερα, αλλά την επιδεινώσει ακόμα περισσότερο...
Οπως αντιλαμβάνεται, λοιπόν, κανείς, μπορεί ο Ολυμπιακός με την προχθεσινή νίκη του να έβαλε φωτιά στα τόπια, όμως ο Παναθηναϊκός συνεχίζει να είναι η ομάδα που, θεωρητικά τουλάχιστον, διατηρεί το πάνω χέρι. Οχι μόνο διότι κυρίως από τη δική του απόδοση θα κριθεί η έκβαση αυτής της τελικής σειράς, αλλά και επειδή (ας μην το ξεχνάμε...) διατηρεί το πλεονέκτημα έδρας, το οποίο συνήθως αποδεικνύεται πολύ καθοριστικό για την ανάδειξη του πρωταθλητή.
Εκείνο, πάντως, που θεωρώ σημαντικότερο και από το ποιος θα πάρει το πρωτάθλημα είναι το κλίμα μέσα στο οποίο θα εξελιχθεί η συνέχεια. Μέχρι στιγμής για τα ελληνικά δεδομένα μπορεί να πει κανείς ότι πάμε καλά, αλλά όσο ανεβαίνει ο υδράργυρος οι κίνδυνοι μεγαλώνουν...