Eίδα το βίντεο της Εύας Στεφανή στο youtube.com. Πρέπει να πω ότι ήταν καμαρωτή παπαριά περιωπής. Μέσα από ένα μαύρο χαρτί με τρύπα, που υποτίθεται ότι είναι η κλειδαρότρυπα, βλέπεις μία να το παίζει. Εκτός αν αυτός που την πηδάει τον έχει τόσο μικρό, που μοιάζει με δάχτυλο.

Τέλος πάντων, ελπίζω ότι για το γύρισμα η σκηνοθέτρια να κινηματογράφησε το δικό της, γιατί να ταλαιπωρείται ένα μια χαρά μ...νί για τόσο μάπα ταινία δεν το θέλει ούτε ο Θεός, που τέτοιες ταινίες βλέπει και θα μας κάνει όλους αδερφές. Το βίντεο εκεί που το είδα δεν είχε ήχο, αλλά αναφορά ότι σε αυτό το σημείο παιζόταν ο εθνικός ύμνος. Και αυτό το σημείο δεν με εξιτάρει. Εδώ έχουμε ακούσει τον εθνικό ύμνο να τον τραγουδούν γκρο πλαν ο Χαριστέας και ο Βρύζας. Ακόμα και να τον τραγουδούσε το μ...νί της Στεφανή, θα πάθουμε σοκ; Ρε, η Ελλάδα δεν πεθαίνει. Οσα μ...νιά την επιβουλεύονται να σκουριάσουν, ρε, γιατί σε τούτα δω τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει. Τώρα πάμε και στην altera pars του παπαδαριού και των οπαδών του Καρατζαφέρη.

Για να υπάρχει ουσιαστική πρόκληση της δημοσίας αιδούς πρέπει κάποιος ανύποπτος να παρακολούθησε κάτι που τον σόκαρε τόσο, που δεν θα μπορεί να συνέλθει για την υπόλοιπη ζωή του. Και λέω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό. Τι έγινε και αυτός που έκανε την καταγγελία έπαθε τόσο σοκ, που έφτασε στο σημείο να τραβολογιέται σε αστυνομίες και αξιωματικούς υπηρεσίας για να κάνει καταγγελίες; Περνούσε από το Art Athina, είπε να μπει μέσα για να ανάψει ένα κεράκι και όταν αντίκρισε το μ...νί της Στεφανή κατάλαβε ότι, αντί για τον Αγιο Παντελεήμονα, είχε μπει στην έκθεση; Είχε μπει στην έκθεση επί τούτου, αλλά στράβωσε επειδή το μ...νί της Στεφανή ήταν φάλτσο;

Τέλος πάντων, μια κοινωνία των δέκα εκατομμυρίων πολιτών πρέπει να έχει ανοχές για να διατηρηθεί. Θέλει η Στεφανή να προβάλλει ένα μ...νί που τραγουδάει τον εθνικό ύμνο, έναν κώλο που κλάνει θούρια του Ρήγα Φερραίου; Από τη στιγμή που το κάνει σε κλειστό χώρο, δικαίωμά της, δικαίωμα όποιου πάει να πει «τι υμνάρα ή θουριάρα είναι αυτή!» και ελπίζω ότι η Ελλάδα θα επιζήσει του γεγονότος. Πήγε κάποιος κατά λάθος και έπαθε λαλά που του πρόσβαλαν τον ύμνο; Να κάνει κατακόρυφο και να πάθει αλ αλ για να του περάσει.

Σε τέτοιες αβάν γκαρντ εκδηλώσεις παρακαλούν να μπει επισκέπτης. Σιγά που περνούσε ο περαστικός ψηφοφόρος του ΛΑΟΣ ή η περιπλανώμενη θεούσα του Χριστόδουλου και σοκαρίστηκαν. Μου θυμίζει την ιστορία με τη γεροντοκόρη που είχε πάει στο αστυνομικό τμήμα για να πει ότι το απέναντι ζευγάρι πηδιέται και το βλέπει από το παράθυρο της κουζίνας και ενοχλείται. Ενας αστυνομικός τη συνόδευσε σπίτι. Πήγε στην κουζίνα κοίταξε απέναντι και είπε: «Από εδώ δεν φαίνεται τίποτα. Αν όμως ανεβείτε στον νεροχύτη, θα δείτε πόσο ωραία φαίνεται το δωμάτιο», του απάντησε η γεροντοκόρη.

Επειδή οι Ελληνες τρελαινόμαστε να πιστεύουμε ότι είτε είμαστε οι μεγαλύτεροι γίγαντες που πάτησαν το πόδι τους στη Γη είτε οι ασημαντότεροι μαλάκες που εμφανίστηκαν στον πλανήτη, πάντα στην αποτίμηση των διοργανώσεων που αναλαμβάνουμε καταλήγουμε στα άκρα. Καταλήγουμε να λέμε ότι όλη η υφήλιος γελάει, όπως είχε γίνει στους Μεσογειακούς του 1991 ή ότι όλη η υφήλιος έχει πέσει γονατιστή και μας ζητάει συγγνώμη που μας αμφισβήτησε, όπως με τους Ολυμπιακούς του 2004. Ούτε στην πρώτη περίπτωση ισχύει, αφού τους Μεσογειακούς τους έχει γραμμένους όλη η οικουμένη, ούτε στη δεύτερη, αφού το μόνο που ζήτησαν συγγνώμη οι άνθρωποι ήταν για το ότι δεν είμαστε τόσο άχρηστοι όσο είχαν αρχικά νομίσει. Το τελευταίο λοιπόν κόλλημα που τρώμε είναι ότι κάναμε τον φοβερότερο τελικό Τσάμπιονς Λιγκ που γνώρισε η Ευρώπη. Οχι ακριβώς.

Ο ιδιοκτήτης της Λίβερπουλ, Τομ Χικς, έκανε δηλώσεις χθες για την έκθεση της ΟΥΕΦA η οποία χαρακτήριζε τους οπαδούς της Λίβερπουλ τους χειρότερους της Ευρώπης. Αφού αποκάλεσε τον Ουίλιαμ Γκαγιάρ, εκπρόσωπο της ΟΥΕΦA στον τελικό, «κλόουν», ο Χικς πρόσθεσε ότι λόγω των πλαστών εισιτηρίων και των ντου οπαδοί της Λίβερπουλ που είχαν κανονικά εισιτήρια έμειναν έξω από το γήπεδο, επειδή οι θέσεις τους είχαν καταληφθεί από τους απατεώνες και τους τσαμπατζήδες. Θυμηθείτε πόσο δύσκολο ήταν να βρεις εισιτήριο για τον τελικό, με τι κέφι θα πήγαινε κάποιος για να ζήσει την εμπειρία της ποδοσφαιρικής ζωής του και πριν από την είσοδο, χωρίς να έχει κάνει τίποτα, να του λένε ότι δεν έχει δικαίωμα να μπει. Σε τέτοια περίπτωση σκοτώνεις άνθρωπο και αν ο δικαστής που σε δικάσει έχει ιδέα από ποδόσφαιρο, μετατρέπει την κατηγορία από κακούργημα σε πλημμέλημα.

Το ίδιο εύκολο ήταν σε όποιον έχει μια ιδέα από κινηματογράφο να τρελαθεί, διαβάζοντας και ακούγοντας αυτά που αναφέρθηκαν στον θάνατο του Σωτήρη Μουστάκα. Αν ο Ορσον Ουέλες ήταν Ελληνας και είχε πεθάνει, λιγότερα θα έλεγαν. Και για να φέρουμε τα πράγματα στα ίσια, ρε παιδιά. Οταν κάποιος πεθαίνει, είθισται να τονίζονται οι καλές πλευρές του χαρακτήρα του και οι ικανότητές του. Ας πούμε, χτύπα ξύλο, ότι πεθαίνει ο Αλέκος Αλεξανδρής. Τον επικήδειο δεν θα τον ξεκινήσεις: «Εφυγε από κοντά μας αυτός που έχασε το γκολ στο ματς με τη Δανία». Το ίδιο, ξαναχτύπα ξύλο, αν χάναμε τον allenatore Nicolo. Δεν θα ξεκινήσεις: «Ενας μεγάλος γκολτζής έφυγε από κοντά μας. Ενα χρόνο στην Αβελίνο δεν έβαλε ούτε ένα γκολ στο πρωτάθλημα». Θα γράψεις ότι ήταν ο μεγαλύτερος σκόρερ του Ολυμπιακού, ο πιο καλοντυμένος ποδοσφαιριστής, ο προπονητής που δεν έχει ρίξει ποτέ ομάδα και τα σχετικά. Δεκτό λοιπόν να γράψει κάποιος για τον Σωτήρη Μουστάκα ότι ήταν από τους πολύ καλούς ηθοποιούς της επιθεώρησης. Να τον γράψει πρίγκιπα της μούτας, βασιλιά του Δελφινάριου, αυτοκράτορα της βιντεοκασέτας. Αλλά να τον γράφει κάποιος μεγάλο ηθοποιό εξαντλεί και ξεπερνά κάθε όριο επικήδειας κολακείας και μεταθανάτιας ανοχής. Ακολουθεί μια πρόχειρη επιλογή από κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εμφανίσεις του μακαρίτη.

«Φίφης ο αχτύπητος». «Κολωνάκι: Διαγωγή μηδέν». «Ο μόδιστρος». «Κόρη της Πενταγιώτισσας». «Ο τσαχπίνης». «Για μια χούφτα τουρίστριες». «Ο παρθενοκυνηγός». «Εγώ και το πουλί μου». «Πάτερ Γκομένιος». «Καμικάζι τσαντάκιας». «Αν ήταν το βιολί πουλί». «Τσιτσιολίνος». «Μην το παίζεις, υπουργέ». «Αντρέα, προχώρα». «Πετσί και Κόκκαλη». Και ρωτάω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό. Από όσους έγραψαν διθυράμβους για τον Σωτήρη Μουστάκα υπάρχει ένας που να αντέχει να δει μία από αυτές τις ταινίες χωρίς να φωνάξει: «Τι μαλακία είναι αυτή;». Επίσης, αν ο Μουστάκας είναι κάτι σαν τον Μινωτή, ο Στιβ Ντούζος τι είναι; Ο Βεάκης; Και ο Μόσιος στον ρόλο του Ταμτάκου τότε τι είναι; Ο Κάβλεκ Γκίνες; Για να δανειστώ λίγο χιούμορ από τις ταινίες του μακαρίτη. Νομίζω ότι και ο ίδιος ο Μουστάκας, αν μπορούσε να τα διαβάσει αυτά που γράφτηκαν, θα του σηκωνόταν η τρίχα. Μεροκάματο έκανε ο άνθρωπος και ελπίζω ότι δεν το περνούσε για υψηλή τέχνη.

Οπως μεροκάματο κάνουμε όσοι γράφουμε σε εφημερίδες. Καλύτερα, χειρότερα, της σειράς, όποιος γράφει για το μεροκάματο γράφει, γεμίζει κάποιο χώρο καθημερινά και ό,τι έγραψε δεν αξίζει ούτε να διαφυλαχθεί ούτε να αναδημοσιευθεί. Το γράφω για όσους κατά καιρούς μου είπαν γιατί δεν αναδημοσιεύω τα καλύτερα κείμενα που έχω γράψει σε εφημερίδες. Ο λόγος είναι ότι τα κείμενα των εφημερίδων υπάρχουν για τη στιγμή και έπειτα από μερικές μέρες δεν έχει νόημα να τα ξαναδιαβάσεις. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι τα σιχαίνομαι τόσο, που ανάθεμα και αν έχω έστω και ένα μου κείμενο. Και ο τρίτος και κυριότερος είναι ότι όταν αποφασίσεις να κάνεις συλλογή κειμένων σου, είναι σαν να αποφάσισες ότι είσαι για το μουσείο. Σε αυτή τη λογική ο Ζαν Πολ Σαρτρ είχε αρνηθεί το Νόμπελ. Και όπως καταλαβαίνετε, εμείς οι γίγαντες της διανόησης σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο.

Οπως, για παράδειγμα, ο εγκληματολόγος αναγνώστης Κωνσταντίνος Δουβλής, ο οποίος ανάμεσα σε άλλα αναφέρει ότι ο Ιταλός Ceasare Beccaria στο «Περί τιμωριών» βιβλίο του το 1775 είχε γράψει ότι για να είναι μια ποινή αποτελεσματική πρέπει να είναι «Swift, Certain and Severe». «Αμεση, σίγουρη και σκληρή». Και ότι στην Ελλάδα των δικαστικών αποφάσεων της πενταετίας και της ατιμωρησίας των ισχυρών, η ποινή μπορεί να είναι μόνο σκληρή. Με τους τροχονόμους να καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι τα 500 ευρώ πρόστιμο μπορεί να αντιπροσωπεύουν τον μισό μισθό ενός εργαζόμενου, είναι εύκολο να πάει περίπατο και το τρίτο αναγκαίο σκέλος για μια αποτελεσματική ποινή. Οπότε ο νέος ΚΟΚ, όπως και όλοι οι προηγούμενοι σε ορισμένες διατάξεις του, κυρίως αυτές που χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή άλλων είναι εξοντωτικές για τον οδηγό, προβλέπεται να ατονήσει. Και ο αναγνώστης καταλήγει στο λογικό συμπέρασμα. «Μικρότερες ποινές, μεγαλύτερη συχνότητα στους ελέγχους». Διαφορετικά, όπως γράφει, ο παραβάτης θα παίζει με τις πιθανότητες, γνωρίζοντας ότι με τους σποραδικούς ελέγχους θα είναι πάντα υπέρ του.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube