Δεν ισχυροποιήθηκε απλώς η Μίλαν επί Μπερλουσκόνι. Εκτοξεύτηκε! Από το 1986, όταν ο «καβαλιέρε» ανέλαβε τα ηνία της ομάδας, που είχε ήδη στην πλάτη της δύο υποβιβασμούς, αυξήθηκε αφάνταστα το ειδικό βάρος της στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική σκηνή. Τα τεκμήρια; Πασίγνωστα...
Ισχύει, βεβαίως, στο έπακρον η ελληνική ρήση «κράτα με να σε κρατώ ν' ανεβούμε στο βουνό» -και μάλιστα στην κορυφή. Το όφελος ήταν αμοιβαίο: εάν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη Μίλαν να επιτυγχάνει δίχως τον Μπερλουσκόνι τα μισά από όσα κατόρθωσε υπό την ηγεσία και την αιγίδα του, δεν στερείται ανάλογης δυσκολίας κάθε απόπειρα να φανταστούμε και το αντίστροφο: έναν Μπερλουσκόνι να αναρριχάται -γρήγορα μάλιστα- στα «Ιμαλάια» της επιχειρηματικής και πολιτικής εξουσίας δίχως το όχημα του ποδοσφαίρου.
Ο Σίλβιο είναι παμπόνηρος. Εύστοχα περιέγραφε προ ημερών ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος πώς ακριβώς περιβάλλει τη Μίλαν μια -καλώς νοούμενη- οικογενειακή ατμόσφαιρα: κάθε συντελεστής της ομάδας νιώθει να τον αγγίζει αύρα εμπιστοσύνης εκ μέρους των άλλων, της διοίκησης συμπεριλαμβανομένης. Οι «σαραντάρηδες» ποδοσφαιριστές που ακόμα προσφέρουν, συμβολίζουν την απροθυμία του συλλόγου να τους αντιμετωπίσει σαν «γέρικα άλογα», πριν οι ίδιοι αισθανθούν έτσι.
Ιδού, λοιπόν, πού έγκειται η διορατικότητα του Μπερλουσκόνι: κατανόησε ότι τη Μίλαν όφειλε να την πλάσει με τρόπο επικοινωνιακά ελκυστικό και αγωνιστικά αποτελεσματικό. Να την αφήσει να λειτουργήσει ως «μονάδα παραγωγής» θετικής ενέργειας. Κι όλα αυτά, παρά το δικό του θυμικό, την προσωπική του ροπή προς τον «βοναπαρτισμό»!
Διαφωνείτε; Απλώς σκεφτείτε: ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος δεν πείραξε «ούτε τρίχα» του κόουτς Αντσελότι μετά τη νίλα της Κωνσταντινούπολης, είναι ο ίδιος που ανάγκασε τον Τζοφ να εγκαταλείψει κακήν κακώς τον πάγκο της «σκουάντρα ατζούρα» μετά το Euro 2000. «Ηλίθιο» απεκάλεσε, δημοσίως, τον άνθρωπο κι εκείνος παραιτήθηκε από ευθιξία. Εάν στον Τζοφ χρεώθηκε ολιγωρία στο τελευταίο λεπτό της κανονικής διάρκειας του τελικού εκείνου, επειδή δεν εξανέμισε τον χρόνο αντικαθιστώντας παίκτη, ο Αντσελότι το 2005 θα μπορούσε να κατηγορηθεί για «σωρεία εγκλημάτων». Ο Σίλβιο, όμως, τον άφησε ανενόχλητο.
Σκεφθείτε, ακόμα: ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος στη Μίλαν σέβεται υφισταμένους και συνεργάτες, είναι ο ίδιος άνθρωπος, τον οποίο, μετά τις εκλογές του 1994, είχε αποκαλέσει «Ναπολέοντα» και «Μπερλουσκάιζερ» (λογοπαίγνιο με το «Κάιζερ») ο πολιτικός του σύμμαχος Ουμπ. Μπόσι, αρχηγός της «Λίγκας του Βορρά». Γιατί; Διότι ο Σίλβιο ήθελε να είναι το απόλυτο αφεντικό στον δεξιό εκλογικό συνασπισμό που μόλις είχε επικρατήσει.
Το κυριότερο: έμαθε να αποφεύγει τα λάθη «βοναπαρτισμού» που, ένεκα της παρόρμησής του, διέπραττε κάποτε στη Μίλαν. Περισσότερα, επ' αυτού, αύριο.