Μετά την περσινή Γιουροβίζιον και το φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας, ήλθε η ώρα να τριτώσει το σερί των διοργανώσεων που ανέλαβε η Αθήνα για να συνεχίσει την κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων. «Διαφημίζεται η πατρίδα μας», διατυμπανίζουν σε όλους τους τόνους όσοι εμπλέκονται στη διοργάνωση και στις χορηγίες του τελικού του Τσάμπιονς Λιγκ. «Διαφημίζεται η πατρίδα μας», παπαγαλίζουν οι αφελείς που κουβαλάνε στα σωθικά τους το σύνδρομο του αρχοντοχωριάτη και τα ανακλαστικά του αποχαυνωμένου, αδιαμαρτύρητα φορολογούμενου τηλεθεατή.
Ο νόμος της αγοράς είναι απαράβατος και αδυσώπητος. Οσο κι αν διαφημιστεί ένα σκάρτο προϊόν, το πολύ πολύ να ξεγελάσει τον καταναλωτή για λίγο καιρό. Μόλις αυτός το δοκιμάσει και αισθανθεί την ξινίλα, θα πάρει δρόμο. Εάν βέβαια το προϊόν αξίζει, η διαφήμιση θα πιάσει τα λεφτά της. Αυτή την υπηρεσία προσφέρουν οι κράχτες. Φέρνουν τον κόσμο στην πόρτα. Ο στοιχειωδώς νοήμων θα αποφύγει εύκολα τις παγίδες και θα ξεχωρίσει γρήγορα την ήρα από το στάρι. Την επόμενη φορά, δεν θα ασχοληθεί καν με τις κραυγές του κράχτη.
Στις προηγούμενες διοργανώσεις ο Ελληνας δυσφημίστηκε. Δεν στοιχειοθετεί διαφήμιση να αφήνουμε τις προετοιμασίες ολόκληρης Ολυμπιάδας για την τελευταία στιγμή, άσχετα αν προλάβαμε. Ανευθυνότητα δείχνει αυτή η τακτική, προχειρότητα και αλαζονεία. Το φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας ήταν με μια λέξη θλιβερό (ειδικά στον τομέα «ασφάλεια»), ενώ με τη Γιουροβίζιον δεν ασχολείται κανένας σοβαρός άνθρωπος.
Του Τσάμπιονς Λιγκ ο τελικός είναι γεγονός αναμφισβήτητης αίγλης και τεράστιας απήχησης. Δεν αμφιβάλλω ότι στον οργανωτικό τομέα θα πάρουμε καλό βαθμό. Ας υποθέσουμε, για το χατίρι της συζήτησης, ότι ο ξένος τηλεθεατής θα γλυκαθεί και θα έλθει μελλοντικά στην Αθήνα. Τι ακριβώς θα του δείξουμε για να τον πείσουμε ότι έκανε σωστή επιλογή;
Αυτά που έζησαν οι Αγγλοι και οι Ιταλοί στη ζούγκλα της Αθήνας την ώρα της απογευματινής νεροποντής; Τα βουλωμένα φρεάτια, το απίστευτο μποτιλιάρισμα και τα πυροσβεστικά που έτρεχαν για να απεγκλωβίζουν τους πλημμυροπαθείς μιας δεκαπεντάλεπτης μπόρας; Τις ορδές των αστυνομικών που έκαναν την πόλη να μοιάζει με Χιλή τον καιρό του Πινοτσέτ; Το νέφος που έχει κατσικωθεί πάνω από την Αθήνα και δεν φεύγει ούτε με το αεράκι; Τους μαυραγορίτες μπίρας της Πλατείας Συντάγματος; Τα ταξιδιωτικά πρακτορεία που οργανώνουν εκδρομές-ληστείες στα νησιά της αισχροκέρδειας και της γαϊδουρινής φιλοξενίας; Το χαμόγελο που εμφανίζεται μόνο όταν φοράμε στολή εθελοντή;
Εκανα ένα λάθος χθες το απόγευμα στο Σύνταγμα. Παρασυρμένος από τη «διεθνή» ατμόσφαιρα (και από το ταξίδι μου στο Λονδίνο για τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας, όπου δεν υπήρχε ούτε μισός αστυνομικός), ξέχασα προς στιγμήν πού βρισκόμουν και έκανα να διασχίσω τον δρόμο από διάβαση πεζών. Ο «ταρίφας» που κατέφτανε την ίδια στιγμή όχι μόνο δεν σταμάτησε, όχι μόνο δεν κοντοστάθηκε, αλλά επιτάχυνε κιόλας, τραυματίζοντας ελαφρά έναν φουκαρά Αγγλο που τραβήχτηκε την τελευταία στιγμή και μουσκεύοντας πατόκορφα τουλάχιστον 10 ανύποπτους Αγγλους, ανάμεσά τους και την αφεντιά μου.
«Welcome to Greece», είπα στους εμβρόντητους φιλοξενουμένους μας. Τους ξένους πότε πότε τους κοροϊδεύουμε, στον καθρέφτη μας όμως ας πούμε την αλήθεια. Αλλος ο ελληνικός πολιτισμός, άλλος ο νεοελληνικός. Ο μύθος της Ελλάδας δεν είναι παρά μόνο μύθος.