Η εκτεταμένη τηλεοπτική κάλυψη του αγγλικού ποδοσφαίρου υποστηρίζει την αγορά για το στοίχημα και διευρύνει τη διάθεση των προϊόντων των ομάδων
Θυμάμαι, όπως και πολλοί από εσάς, άλλωστε, ότι τα παλιότερα χρόνια οι ειδήσεις που είχαν ενδιαφέρον για τους φίλους μιας ομάδας ήταν αυτές που αφορούσαν μεταγραφές ποδοσφαιριστών ή προπονητών. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, το ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί στις οικονομικές –κυρίως– κινήσεις των ομάδων, μια και η οικονομική δύναμη μπορεί σε σημαντικό βαθμό να καθορίσει την επιτυχία μιας ποδοσφαιρικής επιχείρησης. Μπορεί, σκέφτομαι για παράδειγμα, ο κορυφαίος μεταγραφικός στόχος της Γιουβέντους αυτό το καλοκαίρι να σκαρφαλώσει στα πρωτοσέλιδα του ιταλικού αθλητικού Τύπου, αλλά η μεγάλη είδηση για τη «Γηραιά Κυρία» αφορά τη νέα τριετή συμφωνία σπόνσορινγκ που υπέγραψε με τη FIAT.
Σύμφωνα με αυτή τη συμφωνία, που θα διαρκέσει μέχρι το 2010, η Γιούβε θα διαφημίζει στη φανέλα της το τμήμα κατασκευής αγροτικών μηχανημάτων της FIAT αντί του ποσού των 33 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Υποθέτω ότι τη FIAT δεν την ενδιαφέρει η αγορά της Δυτικής Ευρώπης, όπου ο αγροτικός πληθυσμός διαρκώς συρρικνώνεται, αλλά περιοχές του πλανήτη όπου η αγροτική οικονομία είναι ο σημαντικός τροφοδότης του ΑΕΠ μιας χώρας. Ισως δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι και η Γιουβέντους σε τέτοιες αγορές στοχεύει για να διευρύνει την εμπορική βάση της. Κίνα και Αφρική.
Σε αυτό το σημείο μπορεί να παρατηρήσει κάποιος ότι βρίσκεται η εξυπνότερη κίνηση των Αγγλων, μετά την ανακάλυψη του ποδοσφαίρου. Το μάρκετινγκ και ο τρόπος που πουλάνε το ποδοσφαιρικό προϊόν τους στην υφήλιο, ενέργεια που τους αποφέρει τεράστια έσοδα και τους ανοίγει αγορές που για άλλους μοιάζουν απρόσιτες. Η αποδοχή που έχει το αγγλικό ποδόσφαιρο τόσο στον χώρο των φιλάθλων όσο και στον χώρο των επενδυτών και των επιχειρήσεων βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην τηλεόραση. Η νέα τριετής συμφωνία τηλεοπτικών δικαιωμάτων, που επιτρέπει την αναμετάδοση παιχνιδιών της Πρέμιερσιπ σε χώρες εκτός Αγγλίας, θα αποφέρει στις ομάδες της Πρέμιερσιπ το ποσόν των 680 εκατομμυρίων ευρώ.
Σε πάρα πολλές χώρες από την Απω Ανατολή μέχρι τη Νότιο Αφρική όλο και περισσότερες ώρες αγγλικού ποδοσφαίρου μεταδίδονται από τις τοπικές τηλεοράσεις. Η εκτεταμένη τηλεοπτική κάλυψη των παιχνιδιών της Πρέμιερσιπ και του αγγλικού ποδοσφαίρου γενικότερα είναι αυτή που υποστηρίζει τη λειτουργία μιας τεράστιας αγοράς για το στοίχημα και διευρύνει αφάνταστα τη διάθεση των προϊόντων των ομάδων. Μια δυνατότητα που η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ –ειδικά– εκμεταλλεύεται στο έπακρον. Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση την υπάρχουσα συμφωνία περίπου 172 χώρες σε όλον τον κόσμο μεταδίδουν παιχνίδια της Πρέμιερσιπ, γεγονός που σημαίνει πως περισσότεροι από 600 εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν ζωντανά τουλάχιστον ένα παιχνίδι τον χρόνο που μας πέρασε.
Με αυτόν τον τρόπο οι ποδοσφαιρικοί ήρωες της Πρέμιερσιπ γίνονται ένα είδος «κατοικίδιων» για τα νοικοκυριά όλου του κόσμου. Και με τον κατάλληλο χειρισμό από πλευράς μάρκετινγκ ένας απλώς καλός ποδοσφαιριστής, όπως ο Ντέιβιντ Μπέκαμ, γίνεται παγκόσμιο είδωλο. Λίγο καιρό πριν ο Σερβοαμερικανός πρόεδρος της Πόρτσμουθ, Μίλαν Μάνταριτς –ο οποίος δραστηριοποιείτο για χρόνια και με επιτυχία στον χώρο των ποδοσφαιρικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, το Βέλγιο και τη Γαλλία–, πουλήσει την ομάδα του στον Ρωσοεβραίο Αλεξάντερ Γκαϊντάμακ είχε δηλώσει ότι η καλύτερη επένδυση στο χώρο του ποδοσφαίρου για κάποιον που έχει κεφάλαια και επιχειρηματικό σχέδιο είναι η αγορά μιας αγγλικής ποδοσφαιρικής ομάδας. Σύμφωνα με το ποδοσφαιρικό τμήμα της εταιρείας Deloitte & Touch, το αγγλικό ποδόσφαιρο προσελκύει δύο κατηγορίες επενδυτών. Αυτούς των οποίων το βασικό κίνητρο είναι το κέρδος και εκείνους των οποίων το βασικό κίνητρο είναι η φήμη. Αν και οι τελευταίες εξαγορές δείχνουν ότι βασικό κίνητρο παραμένει το κέρδος, μια και το ποδόσφαιρο εξελίσσεται στο καλύτερο κομμάτι της βιομηχανίας ψυχαγωγίας στην Ευρώπη –τουλάχιστον.
Η «ευελιξία» σκοτώνει
Μερικές φορές είναι πολύ χρήσιμο να βγαίνεις από τα «χωράφια» σου για να αλλάξεις παραστάσεις –και ενδεχομένως θα αποκτήσεις νέες εμπειρίες και γνώσεις. Πριν από περίπου ένα μήνα δέχθηκα να βοηθήσω τον γιο ενός φίλου που σπουδάζει οικονομικά σε μια εργασία του σχετική με την «ευελιξία» στις εργασιακές σχέσεις. Το παρόν δόγμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομική ανάπτυξη. Στη διάρκεια της έρευνας για την εκπόνηση μιας εργασίας μπορεί να ανακαλύψεις πολύ ενδιαφέροντα πράγματα.
Οπως ότι οι χαμηλοί μισθοί και η εργασιακή «ευελιξία»... σκοτώνουν την ανταγωνιστικότητα και σπρώχνουν τις οικονομίες της ευρωζώνης σε τριτοκοσμική κατάσταση. Το συμπέρασμα αυτό δεν αποτελεί... συνδικαλιστική υπερβολή, αλλά σαφές και επιστημονικά αποδεδειγμένο συμπέρασμα από τη μελέτη της εμπειρίας του ολλανδικού «θαύματος» στην αύξηση της απασχόλησης τις δεκαετίες '80 και '90. Τότε η Ολλανδία αύξησε κατακόρυφα την απασχόληση μειώνοντας τις αμοιβές (με τη συμφωνία των συνδικάτων), ελαστικοποιώντας παράλληλα σε αμερικανικά επίπεδα τις εργασιακές σχέσεις (μερική απασχόληση). Τον Απρίλιο του 2006 ένα από τα πιο έγκυρα οικονομικά περιοδικά, το «International Review of Applied Economics», δημοσίευσε μια μελέτη με τίτλο «Ελαστική εργασία, απόδοση επιχειρήσεων και το θαυμαστό ολλανδικό μοντέλο δημιουργίας εργασίας». Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής:
1. Η εξοικονόμηση πόρων από μια επιχείρηση από τη μείωση των δαπανών για μισθούς οδηγεί σε αύξηση των θέσεων εργασίας, αλλά δεν έχει αποτέλεσμα την αύξηση των πωλήσεων και του τζίρου. 2. Η μεγάλη ελαστικότητα στις εργασιακές σχέσεις όσον αφορά την ευκολία απολύσεων και προσλήψεων συνδέεται με τους χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης της ολλανδικής οικονομίας.
3. Τα αποτελέσματα αυτής της ελαστικότητας εμφανώς ευνοούν –σε επίπεδο κόστους εργασίας– τις επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας και χαμηλής τεχνολογίας, ενώ αντίθετα έχουν αρνητικά αποτελέσματα στις επιχειρήσεις που ποντάρουν στην καινοτομία. Το συμπέρασμα της μελέτης με βάση το ολλανδικό μοντέλο υποστηρίζει ότι «οι χαμηλές αυξήσεις και η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων οδηγούν σε αύξηση της απασχόλησης, αλλά την ίδια στιγμή αυτό γίνεται εις βάρος της παραγωγικότητας και (σ.σ.: ελαστικοποίηση και χαμηλοί μισθοί) δημιουργούν σοβαρές επιφυλάξεις για τη διατηρησιμότητα του ρυθμού ανάπτυξης μιας οικονομίας που στηρίζεται σε χαμηλή παραγωγικότητα και υψηλή απασχόληση». Ο νεαρός φοιτητής, λοιπόν, με ρώτησε πώς και δεν δόθηκε δημοσιότητα σε μια έρευνα που ανατρέπει το βασικό εργασιακό μοντέλο που προωθούν η γραφειοκρατία των Βρυξελλών με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και υιοθετούν με ευκολία όλες οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης; Και η απάντησή μου ήταν προφανής. Η έρευνα «θάφτηκε» ακριβώς διότι ανέτρεπε αυτό που μας πουλάνε ως μονόδρομο.