Όταν καταφέρνει να φεύγει νικητής δύο φορές μέσα σε μία σεζόν από το Καραϊσκάκη με αντίπαλο τον Ολυμπιακό, όταν στις τρεις από τις τέσσερις φετινές μεταξύ τους αναμετρήσεις έχει μαζέψει εννέα βαθμούς χάνοντας μόνο στην Τούμπα στην αρχή της σεζόν, δε νομίζω πως τίθεται θέμα όσον αφορά στο δίκαιο του θριάμβου του ΠΑΟΚ στην διαδικασία των πλέι οφ.
Μπορεί η εμφάνιση της ομάδας της Θεσσαλονίκης να ήταν σαφώς κατώτερη σε σχέση με την πρώτη φετινή νίκη της στο Καραϊσκάκη, αλλά και πάλι η εικόνα της ήταν εμφανώς καλύτερη των ερυθρόλευκων. Αυτός ο ΠΑΟΚ ήταν πιο ομάδα από τον Ολυμπιακό, είχε κανονικό προπονητή στον πάγκο είχε ξεκάθαρο αγωνιστικό πλάνο και ποδοσφαιριστές, που αν μη τι άλλο, κρατούσαν με ευλάβεια τις θέσεις τους στο χορτάρι αφήνοντας κατά μέρος το «εγώ» και λειτουργώντας για το καλό του συνόλου.
Το κοουτσάρισμα του Φερνάντο Σάντος, που τόσο έχει επικριθεί για τις επιλογές του στα «μεγάλα» ματς, ήταν υποδειγματικό. Βασίστηκε αρχικά στο επιθετικογενές 4-4-2 που του χάρισε τη νίκη στη Τούμπα, γνωρίζοντας πολύ καλά πως οι τρεις βαθμοί σχεδόν του εξασφάλιζαν τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Ήταν ευκαιρία που δεν ήθελε να την αφήσει να πάει χαμένη. Το μόνο που άλλαξε ήταν πρόσωπα. Εμπιστεύθηκε τον προερχόμενο από τραυματισμό Ιβιτς για παρτνέρ του φορμαρισμένου Φιλομένο αφήνοντας στον πάγκο τον Μουσλίμοβιτς. Στην πραγματικότητα τοποθέτησε στην επίθεση δύο παίκτες με ικανότητα να κρατούν την μπάλα όπως οι χαφ. Τι κέρδισε; Μεγαλύτερη κατοχή και χρόνο προκειμένου να βγουν και οι υπόλοιποι μπροστά.
Ο Βιτόλο στην μεσαία γραμμή έκανε την καλύτερη «βρώμικη» δουλειά από όλους τους υπόλοιπους ανασταλτικούς μέσους του φετινού πρωταθλήματος. Υπήρχαν στιγμές που νόμιζε κανείς πως ο Ισπανός βρισκόταν παντού. «Σκούπιζε» τα πάντα στο κέντρο βοηθώντας κυρίως τον Πάμπλο Κοντρέρας στο μαρκάρισμα δεξιά μια και ο Χιλιανός είχε μπροστά του τον αμελή στα αμυντικά του καθήκοντα Βιεϊρίνια. Αυτό δεν εμπόδιζε τον Βιτόλο να τρέχει και αριστερά όταν υπήρχε ανάγκη. Αυτός ήταν και το «κλειδί» της τελικής επικράτησης. Όταν χρεώθηκε και αυτός ,αλλά και ο Γκαρσία, με κίτρινη κάρτα στο δεύτερο ημίχρονο, ο Σάντος αντέδρασε άμεσα αλλάζοντας το σύστημα στο «αγαπημένο» του 4-2-3-1 δίνοντας εντολή στον Ιβιτς να οπισθοχωρήσει. Γκαρσία και Βιτόλο, οι δύο αμυντικοί μέσοι δηλαδή, είχαν χάσει πλέον τη δυνατότητα να μαρκάρουν δυνατά υπό το φόβο της αποβολής…
Ο Ολυμπιακός είχε μεν διάθεση, αλλά αυτή από μόνη της δεν αρκεί παρά να περάσει κανείς καλά στο πάρκο ή σε μία βόλτα στην εξοχή. Κανένα σχέδιο, πλήρης αδυναμία λειτουργίας του συνόλου, κανένας έλεγχος του ρυθμού και μόνο γεμίσματα στο δεύτερο δοκάρι, εκεί που πάντως οι φιλοξενούμενοι είχαν το αδύνατο σημείο τους, αλλά δεν τους κόστισε και ατομικές προσπάθειες. Από ένα σημείο και ύστερα μάλιστα έλειψαν κι αυτές υπό τον φόβο των αποδοκιμασιών των οπαδών στις κερκίδες, που κάτω από το ψυχολογικό βάρος της απώλειας του φετινού τίτλου, αλλά και της γενικότερης κακής εικόνας της ομάδας, παρεξηγούσαν ακόμα και τις φιλότιμες προσπάθειες του Λούα Λούα να σουτάρει όποτε έβρισκε χώρο προς την εστία του Χαλκιά. Κάποια στιγμή την έκοψε αυτή την… «κακιά συνήθεια» ο Κογκολέζος και «καθάρισε». Ο Ολυμπιακός πάντως δεν βελτιώθηκε…