Η είδηση της πρόθεσης της ΕΠΟ να ανανεώσει τη συνεργασία της με τον Ρεχάγκελ μπορεί να ξάφνιασε αρκετούς, ακόμα και στο εσωτερικό της Ομοσπονδίας, αλλά στην πραγματικότητα μοιάζει απολύτως δικαιολογημένη. Και γράφω… «και στο εσωτερικό της ομοσπονδίας» γιατί μέχρι πριν από λίγους μήνες το κλίμα για τον Οττο δεν ήταν το καλύτερο.
Ασφαλώς και δεν έχω μόνο στο μυαλό μου τις μαγικές, τις ανεπανάληπτες ημέρες, που αυτή η ομάδα, με οδηγό τον Γερμανό, μας χάρισε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2004. Το πιο δυνατό «όπλο» του Ρεχάγκελ στις διαπραγματεύσεις για την ανανέωση του συμβολαίου του θα έπρεπε να είναι αυτό για το οποίο έχει ακούσει κατά καιρούς τα εξ αμάξης. Το κατόρθωμα του δηλαδή να προχωρήσει σε μια σταδιακή ανανέωση των προσώπων της Εθνικής, από τον θρίαμβο του Euro και μετά, με τρόπο που πάρα πολλοί, απ’ ότι φαίνεται, δεν κατάφεραν ποτέ να αντιληφθούν. Κι αυτό είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του. Αυτή η ομαλή μετάβαση δηλαδή από την μία εποχή στην άλλη. Όσο οι φωνές για άμεση ανανέωση γίνονταν πιο δυνατές, τόσο ο Γερμανός επέμενε στην δική του φιλοσοφία, της σταδιακής ένταξης των νέων προσώπων.
Σε πιο σημείο φτάσαμε λοιπόν; Να έχουμε, δίχως να το καταλάβουμε σχεδόν, έξι χρόνια μετά, μια ομάδα άκρως ανταγωνιστική, μια ομάδα, που κατάφερε να προκριθεί στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νοτίου Αφρικής και η οποία θα μπορούσε, με βάση τις ηλικές των μελών της, να φτάσει αυτούσια έως και τα τελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2012.
Όσοι φωνάζουν για αντικατάσταση του Ρεχάγκελ προφανώς έχουν ξεχάσει το… ένδοξο παρελθόν της Εθνικής, όταν κάθε τρεις και λίγο άλλαζε σχεδόν όλη η ομάδα ανάλογα με την αγωνιστική κατάσταση των ποδοσφαιριστών στο πρωτάθλημα. Το αποτέλεσμα ποιο ήταν τότε; Ένα αξιοθρήνητο σύνολο που δεν μπορούσε καλά-καλά να αλλάξει δεύτερη πάσα στον αγωνιστικό χώρο μπροστά σε μερικούς εκατοντάδες θεατές στις κερκίδες. Εκτός αν είμαστε συνηθισμένοι σε τρόπαια και προκρίσεις σε τελικές φάσεις διοργανώσεων όλα αυτά τα χρόνια και αυτό που μας λείπει είναι το… θέαμα.
Ασφαλώς και ο Ρεχάγκελ δεν είναι ο τέλειος προπονητής. Φυσικά κι έχει κάνει λάθη. Και τα κατάλαβε και προσπάθησε να τα διορθώσει αφήνοντας στην άκρη τις εμμονές του. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από την προσθήκη κι άλλων... ειδικοτήτων στο τεχνικό τιμ. Ποιος δεν κάνει λάθη; Είναι όμως ο μοναδικός άνθρωπος όλα αυτά τα χρόνια που κατάφερε να φτιάξει ένα αξιόμαχο, αν μη τι άλλο, σύνολο από ΈΛΛΗΝΕΣ ποδοσφαιριστές. Από ποδοσφαιριστές δηλαδή που ούτε τον επαγγελματισμό τον Βορειοευρωπαίων διαθέτουν, αλλά ούτε και την πειθαρχία αυτών της κεντρικής Ευρώπης. Βρέθηκε ένας άνθρωπος να βάλει το αναμφισβήτητο ταλέντο τους σ’ ένα καλούπι, να τους κάνει ομάδα και να τους εντάξει σ’ ένα σύνολο που ακολουθεί μία συγκεκριμένη τακτική. Έστω κι αν ΔΕΝ τους αρέσει. Έστω κι αν δεν ΜΑΣ αρέσει. Κι αυτό είναι βασικό!
Μπορεί να έρθει κάποιος νέος προπονητής και να συνεχίσει την καλή δουλειά. Και να την κάνει και καλύτερα ακόμα. Σύμφωνοι! Υπάρχει όμως λόγος να πάρει κανείς τέτοιο ρίσκο ενώ τα κότσια του Όττο αντέχουν ακόμα;