Το καλό με το ποδόσφαιρο –κι όχι μόνο με το ελληνικό– είναι ότι σου προσφέρει πάντα ένα θέμα συζήτησης, ακόμα κι αν η επικαιρότητα δεν γεννάει ειδήσεις για τις οποίες θα μπορούσες να συζητήσεις. Η πρώτη αγωνιστική της νέας χρονιάς –χάρη στο ντέρμπι– μας έδωσε θέματα συζήτησης όχι μόνο για μία εβδομάδα, αλλά για όλο το χρονικό διάστημα μέχρι τη λήξη του πρωταθλήματος.
Μπορεί μέχρι τώρα η ΑΕΚ να βρισκόταν συνεχώς στην επικαιρότητα λόγω των διοικητικών προβλημάτων της, του θεάτρου σκιών από τις ΗΠΑ και τις συνακόλουθες επιπτώσεις στο αγωνιστικό πρόσωπο της ομάδας, αλλά τώρα τη σκυτάλη παίρνει ο Ολυμπιακός, ο οποίος δεν έχει, φυσικά, διοικητικά προβλήματα, αλλά αντιμετωπίζει προβλήματα από τον τρόπο διοίκησης. Μετά την προχθεσινή ήττα από την ΑΕΚ και τη διαφορά των πέντε βαθμών από τον ΠΑΟ, για τον Ολυμπιακό το φετινό πρωτάθλημα είναι –κατά πάσα πιθανότητα– χαμένο, πόσω μάλλον που έχουμε να κάνουμε με ένα πρωτάθλημα δύο ομάδων.
Οι «πράσινοι», που έχουν την αναμέτρηση του δεύτερου γύρου με τον Ολυμπιακό στην έδρα τους, για να μην πάρουν τον τίτλο θα πρέπει να «αυτοκτονήσουν». Μετά την αλλαγή στον πάγκο του ΠΑΟ το μόνο σίγουρο είναι ότι θα εκλείψουν οι αλλοπρόσαλλοι πειραματισμοί του Τεν Κάτε, οι οποίοι κόστιζαν βαθμούς. Ο Νίκος Νιόπλιας θα κάνει –τουλάχιστον– το ποδοσφαιρικά λογικό, γεγονός που αρκεί για να εξασφαλίσει τον τίτλο. Ακόμα και στην περίπτωση τραυματισμού του Σισέ, που είναι η αιχμή του δόρατος στην «πράσινη» προέλαση, το υλικό της ομάδας αρκεί για να καλύψει για μία μικρή χρονική περίοδο την απουσία του.
Αν, μάλιστα, οι «πράσινοι» περάσουν από την Ξάνθη και καταφέρουν να ενισχύσουν την άμυνά τους με έναν ποδοσφαιριστή που θα ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που έχει θέσει ο Νιόπλιας, τότε θα μπορούν να κάνουν από τώρα τα σχέδιά τους για τη νέα χρονιά. Στον μεγάλο χαμένο της αγωνιστικής τώρα, τον Ολυμπιακό. Με αφήνει αδιάφορο η ανακλαστική αντίδραση στην ήττα των οπαδών και δημοσιογράφων, οι οποίοι έχουν ήδη στοχοποιήσει τον προπονητή. Κι αυτό γιατί η αγωνιστική εικόνα της ομάδας είναι προφανώς ευθύνη του προπονητή, αλλά η επιλογή του προπονητή και του υλικού της ομάδας είναι ευθύνη της διοίκησης.
Οι ευθύνες του Ζίκο στην επιλογή ποδοσφαιριστών και τακτικής νομίζω ότι αναλύθηκαν διεξοδικά. Θα ήθελα μόνο να προσθέσω ότι, ανάμεσα στα άλλα, δουλειά του προπονητή είναι να εμφυσήσει την αγωνιστικότητα και το πείσμα στους παίκτες του για ένα παιχνίδι σαν το χθεσινό. Ο τομέας της ψυχολογίας, όπως λένε. Ο Ζίκο εκεί δεν δούλεψε διότι μάλλον δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα, αν κρίνω απ' όσα είπε στη συνέντευξη Τύπου μετά το παιχνίδι. Αλλά αυτός είναι ο Ζίκο και δεν μπορεί να λειτουργήσει διαφορετικά.
Αν ο πρόεδρος που τον επέλεξε –για να τραβήξει από πάνω του την κριτική λόγω της επιλογής Κετσπάγια– είχε κάνει και καλύτερο σκάουτινγκ, θα ήξερε τις δυνατότητές του. Ομως, εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν να βγει η χρονιά και πίστευε ότι δεν χρειαζόταν κάτι περισσότερο. Οτι ακόμα και με τις ελλείψεις στο υλικό της ομάδας, οι «υποχρεώσεις» θα έβγαιναν. Αντε, το πολύ πολύ να γινόταν κάποια δωρεάν μεταγραφή στυλ Λούα Λούα ή να παιζόταν κανένα επικοινωνιακό παιχνιδάκι της μορφής Μπεν Αρφά και το καράβι θα έφθανε στο λιμάνι.
Μόνο που τα πράγματα φέτος έχουν αλλάξει και οι ομάδες, όσο «εύκολες επιχειρήσεις» κι αν είναι, δεν διοικούνται από τις ΗΠΑ. Η πιθανή απώλεια του πρωταθλήματος γεννά δεδομένα που υπαγορεύουν την εκπόνηση ενός σχεδίου, τον υπολογισμό του κόστους του και τον τρόπο χρηματοδότησής του, όπως και την επιλογή ανθρώπων που θα το εφαρμόσουν.
Η συμμετοχή στους προκριματικούς ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, σε μια χρονιά που υπάρχει και Παγκόσμιο Κύπελλο, κάνει όλα τα πράγματα πιο δύσκολα. Από την προετοιμασία μέχρι τις μεταγραφές. Το ερώτημα είναι αν στον Ολυμπιακό θέλουν να αντιμετωπίσουν τα πράγματα σοβαρά ή θα ψάξουν κάποιον άλλο αποδιοπομπαίο τράγο για την επόμενη χρονιά.
Ωπ! Μας την πέσανε;
Βλέπω την αντιμετώπιση που επιφυλάσσουν τα media στην κατάσταση της οικονομίας και στις επιλογές της κυβέρνησης και καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί αναγνώστες και θεατές τούς γυρίζουν την πλάτη. Αυτή η –εντελώς– ηλίθια υπερπροβολή των «κακών Βρυξελλών», που μας ζητούν –αν δεν μας επιβάλλουν, κιόλας– όλα τα σκληρά οικονομικά μέτρα που απαιτούνται (μεγάλη συζήτηση που δεν γίνεται αυτή η «απαίτηση») για να ορθοποδήσει η οικονομία, καταντάει γελοία. Απ' όσο θυμάμαι, δεν μας υποχρέωσε κανένας να πάρουμε μέρος στην Ε.Ε. της οποίας τα μέλη πρέπει να τηρούν κάποιους κανόνες που προβλέπουν οι συνθήκες.
Επομένως, οι Βρυξέλλες επί της ουσίας δεν επιβάλλουν τίποτα, αλλά ζητούν τη συμμόρφωση της χώρας σε κάποιους κανόνες, στους οποίους η ίδια η χώρα έχει συμφωνήσει. Και τους οποίους είναι υποχρεωμένη να τηρεί (οι κανόνες, κατά τη γνώμη μου, είναι προβληματικοί, αλλά αυτό είναι μία άλλη κουβέντα). Ομως, νισάφι πια με αυτή τη μετάθεση ευθυνών. Εχει ξεπεράσει τα όρια της κοροϊδίας της κοινής γνώμης και του «γλειψίματος» στην κυβέρνηση, που συνδυάζεται με την καλλιέργεια ενός κλίματος οικονομικής τρομοκρατίας.
Ετσι κι ανοίξεις τηλεόραση απορείς που δεν έχουμε πτωχεύσει ακόμα. Η συζήτηση που θα έπρεπε να γίνει για τις ευθύνες όσων οδήγησαν τα πράγματα μέχρις εδώ δεν πρόκειται να γίνει ποτέ. Η ανικανότητα του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου των κυβερνήσεων της Ν.Δ. ήταν κάτι παραπάνω από προφανής, αλλά κανείς δεν θα πληρώσει γι' αυτό. Ο πρώην «τσάρος» της οικονομίας, αφού «μαυρίστηκε» δεόντως στις εκλογές, επέστρεψε στην ακαδημαϊκή έδρα του για να διδάξει και σε άλλους μαθητευόμενους «μάγους» της οικονομίας πολλούς διαφορετικούς τρόπους για να τα κάνουν θάλασσα.
Ο πρώην πρωθυπουργός απαλλάχθηκε από το άγχος της διακυβέρνησης και ζει τη ζωή του χωρίς οικονομικές ανησυχίες. Αλλά είναι και ο πρώην «καταλληλότερος», ο «νοικοκύρης», ο «κ. Καθηγητής», ο άνθρωπος που εξυμνήθηκε από επιφανή παπαγαλάκια των media και δημιούργησε την πλαστή εικόνα ανάπτυξης μιας οικονομίας που χρηματοδοτήθηκε με δανεικά, τα οποία ήρθε η ώρα να πληρώσουμε εμείς. Οχι, όμως, και εκείνοι που δημιούργησαν τα χρέη και καλλιέργησαν τις αντιλήψεις μιας κομπιναδόρικης ευζωίας.
Το άλλο πρόσωπο μιας ήττας
Πιθανόν να πρόκειται –και να είναι– ένα δημοσιογραφικό κλισέ. Οτι ο Τύπος, και ιδιαίτερα ο αθλητικός, εστιάζει περισσότερο σε εκείνο που πουλάει περισσότερο. Είναι, όμως, και μια πραγματικότητα. Ετσι, οι περισσότεροι μιλούμε και γράφουμε για την ήττα του Ολυμπιακού, ενώ το μεγάλο γεγονός είναι η νίκη της ΑΕΚ, η οποία πήγε στο ντέρμπι με όλα τα ατού να βρίσκονται στα χέρια του αντιπάλου της.
Πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν ετοιμάσει τα «κατηγορώ» εις βάρος του Μπάγεβιτς, με αφορμή την επανένταξη του Τζεμπούρ στην ομάδα και τη χρησιμοποίησή του. Οπως και του Αραμπατζή. Το παιχνίδι απέδειξε πόσο καλά το είχε διαβάσει ο Ντούσκο και πόσο δικαιολογημένες ήταν οι επιλογές του. Το παιχνίδι, όμως, έδειξε και κάτι ακόμα: ότι σπάνια μία μεγάλη ομάδα μπορεί να ξεφύγει από το ειδικό βάρος που έχει η φανέλα της και πως η αγωνιστική μοίρα της ΑΕΚ θα ήταν τελείως διαφορετική, αν η ανικανότητα της διοίκησής της δεν την είχε ρίξει στη σοβαρότερη κρίση της ιστορίας της μετά το 2004.