Το Κύπελλο Αγγλίας ήταν πάντα θεσμός μεγάλων εκπλήξεων. Και ήταν τέτοιος θεσμός όσο οι ανισότητες μεταξύ των ομάδων παρέμεναν σε ένα λογικό επίπεδο. Την τελευταία δεκαετία, όμως, τα πράγματα ξέφυγαν πέρα από κάθε έλεγχο και κάθε απόπειρα σύγκρισης. Δεν ήταν μόνο τα πολλά χρήματα που μπήκαν στα ταμεία των ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ και τις δυνάμωσαν, αλλά και η οικονομική πίεση που υπέστησαν οι ομάδες των χαμηλότερων κατηγοριών.
Πόσοι θυμούνται, άραγε, ότι το καλοκαίρι που ακολούθησε την κατάρρευση της ITV περισσότεροι από 800 ποδοσφαιριστές έμειναν άνεργοι, ενώ οι πτωχεύσεις ομάδων και η ένταξή τους σε καθεστώς οικονομικής διαχείρισης πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας που δεν έχει σταματήσει ακόμη και σήμερα; Η οικονομική κρίση εξέθεσε τις αδυναμίες τού υπερβολικά «λαμπερού» αγγλικού ποδοσφαίρου και μας δείχνει –ιδιαίτερα φέτος– πόσο ευάλωτες είναι οι πανοπλίες των ισχυρών.
Από ένα αλλόκοτο παιχνίδι της τύχης, η προχθεσινή έκπληξη του Κυπέλλου, με τον θρίαμβο της Λιντς επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, υπογραμμίζει αυτό ακριβώς. Πριν από δέκα χρόνια η Λιντς ήταν μία ομάδα που κυνηγούσε το Τσάμπιονς Λιγκ και η Γιουνάιτεντ ήταν η πρώτη ομάδα που η συνολική αξία των μετοχών της είχε ξεπεράσει, τότε, το 1 δισ. στερλίνες. Σήμερα η Λιντς αγωνίζεται στην τρίτη κατηγορία και παραλίγο να πουλούσε μέχρι και το άγαλμα του Μπίλι Μπρέμνερ έξω από το γήπεδό της –που δεν ξέρω αν συνεχίζει να λέγεται «Ελαντ Ρόουντ»– για να πληρώσει τα χρέη της, ενώ η Γιουνάιτεντ ανήκει σε μία αμερικανική οικογένεια και έχει χρέη πάνω από 700 εκατομμύρια στερλίνες.
Από το 2000 και μετά η έγνοια των υπευθύνων του εμπορικού θαύματος του αγγλικού ποδοσφαίρου ήταν να το φορτώσουν με διοργανώσεις για να προβάλλονται οι χορηγοί και να μπορούν να πουλούν τηλεοπτικά δικαιώματα και να μαζεύουν χρήματα. Ετσι οι ομάδες γέμισαν τα ρόστερ με ποδοσφαιριστές για να μπορούν να παίζουν σε όλες τις διοργανώσεις και να κρατούν τους πρωτοκλασάτους για τις σοβαρές διοργανώσεις. Φέτος, όμως, οι ομάδες εξαιτίας των καινούργιων κανονισμών για τα ρόστερ και τους γηγενείς αλλά και της οικονομικής ανέχειας δεν έχουν την πολυτέλεια να παρατάσσουν δυνατές ενδεκάδες –αφού διώχνουν ποδοσφαιριστές– με αποτέλεσμα να εμφανίζονται πιο αδύναμες.
Στην Πρέμιερ Λιγκ η ισχυρή τετράδα είναι πλέον παρελθόν και υπάρχουν τρεις καινούργιοι παίκτες-διεκδικητές της τέταρτης θέσης που οδηγεί στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ειδικά για τη Γιουνάιτεντ τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά φέτος. Η ομάδα του Φέργκιουσον δεν έχει τη συνοχή που είχε άλλες χρονιές και παράλληλα, μετά την αποχώρηση του Ρονάλντο, δεν ενισχύθηκε. Αρχίζει να νιώθει την οικονομική πίεση που δημιουργεί το χρέος και περνάει στη λίστα των υπό μεταγραφή ποδοσφαιριστών παίκτες που κάποτε πλήρωνε αρκετά για να τους αγοράσει υπό τύπο μελλοντικής επένδυσης.
Η νέα φουρνιά ποδοσφαιριστών, στην οποία ο Φέργκιουσον υπολόγιζε για να ανανεώσει το ρόστερ, δεν έχει το ταλέντο που είχε η νουβέλ βαγκ του '92 και η επιλογή του σερ Αλεξ να ρίξει το βάρος στην άμυνα –για να κρατήσει σε υψηλό σημείο την ανταγωνιστικότητα της ομάδας– δεν του βγήκε, καθώς υπήρχαν πολλοί τραυματισμοί. Την ίδια ώρα, ποδοσφαιριστές που χρησιμοποιούνται ακόμη ως βασικοί έχουν μεγαλώσει αρκετά και από πουθενά δεν φαίνεται κάποια ελπίδα ανανέωσης μιας ομάδας που γερνάει μαζί με τον δημιουργό της.
Οπως τα σκυλιά, που λένε ότι με το πέρασμα των χρόνων αρχίζουν να μοιάζουν στα αφεντικά τους, έτσι και η Γιουνάιτεντ αρχίζει να παίρνει τα κουσούρια ενός μάνατζερ ο οποίος δεν έχει τον χρόνο, τα μέσα, τις αντοχές και την όρεξη να δημιουργήσει κάτι από την αρχή. Η Μόσχα το 2008 ήταν η κορυφή. Ακολούθησε η περσινή απώλεια της Ρώμης και φοβάμαι ότι η αργή πτώση θα συνεχιστεί.
Νέος χρόνος με παλιά προβλήματα
Οι γιορτές είναι χρήσιμες. Οχι γιατί ξεχνιέσαι (πώς να ξεχαστείς όταν βάζεις το χέρι στην τσέπη;), αλλά γιατί ο χρόνος σταματάει για λίγο και σου δίνει τη δυνατότητα να δεις ποιους έχεις γύρω σου, να ασχοληθείς λίγο περισσότερο μαζί τους. Να τους μιλήσεις, να μοιραστείς στιγμές. Ο χρόνος είναι η ύψιστη απολυτότητα που θα έμενε απρόσιτη στον άνθρωπο, αν ο θείος Αλβέρτος δεν τον υποβίβαζε σε μία απλή διάσταση και δεν τον έβαζε δίπλα στις άλλες τρεις και μέσα μας.
Οι αρχαίοι, κατανοώντας τη σημασία των γιορτών, υποστήριζαν ότι «βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος». Αφήνοντας, όμως, το πανδοχείο επιστρέφουμε στον δρόμο μας και πέρα από τα προβλήματα της οικονομίας με τα οποία θα πονοκεφαλιάσουμε την ερχόμενη τριετία –τουλάχιστον– εννιά χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου κατά της «τρομοκρατίας» και ύστερα από μία μερική ύφεση στην τρομολαγνεία, έχουμε μία γενναία αναζωπύρωση.
Η απόπειρα ενός φανατικού ισλαμιστή Νιγηριανού –τις απόψεις του οποίου γνώριζαν οι Αμερικανοί– να ανατινάξει ένα αεροπλάνο που κατευθυνόταν στις ΗΠΑ έφερε στην επιφάνεια –πάλι– την Αλ Κάιντα, τον Μπιν Λάντεν, την ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας, τη φλογερή αντιτρομοκρατική ρητορεία και τη διαχρονική αξία του χαρτιού της καταστολής. Μιας καταστολής που με πρόσχημα την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας –που δεν αντιμετωπίστηκε τα προηγούμενα 9 χρόνια– θα χρησιμεύσει για τον περιορισμό των όποιων κοινωνικών αντιδράσεων που θα προκαλέσουν οι συνέπειες της οικονομική κρίσης.
Τα media, φυσικά, θα παίξουν τον ρόλο τους καθώς τελείως συμπτωματικά τις τελευταίες ημέρες, εκτός από την αποτυχημένη απόπειρα του Νιγηριανού και την ενίσχυση σε όλα τα αεροδρόμια των μέτρων ασφαλείας, οι τηλεοράσεις και τα ειδησεογραφικά πρακτορεία έχουν το ίδιο σχεδόν θέμα πολύ ψηλά στην αξιολόγησή τους.
Μας τροφοδότησαν γενναία με όλες τις λεπτομέρειες της απόπειρας δολοφονίας του Δανού σκιτσογράφου που πριν από μερικά χρόνια τον στοχοποίησαν οι φανατικοί ισλαμιστές για τα σκίτσα του Μωάμεθ που έκανε. Η καλλιέργεια του φόβου είναι απαραίτητη φροντίδα κάθε εξουσίας που νιώθει ότι απειλείται, ιδίως όταν αυτή η απειλούμενη εξουσία εκμεταλλεύεται τις «μαύρες τρύπες» μιας Δημοκρατίας που είναι βαριά άρρωστη.
Η λατρεία της στατιστικής
Την τελευταία διετία στην Ελλάδα διαπιστώνω ότι υπάρχει μία διαρκώς αυξανόμενη λατρεία για τη στατιστική στο ποδόσφαιρο. Πρόκειται για μία καθυστερημένη –όπως σε πολλά άλλα πράγματα– εισαγωγή στοιχείου στην δική μας ποδοσφαιρική καθημερινότητα. Η μελέτη των στατιστικών στοιχείων ενός ποδοσφαιριστή ή ενός αγώνα είναι πολύ χρήσιμη και στο εξωτερικό, ειδικά σε κάποια πρωταθλήματα, και για ορισμένους προπονητές έχει γίνει βασικό εργαλείο βελτίωσης επιδόσεων.
Μόνο που για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να υπάρχει όλη η υποδομή της συγκέντρωσης, αρχειοθέτησης, μελέτης από ανθρώπους που κατέχουν το αντικείμενο. Και πέρα από αυτό, η ερμηνεία αυτών των στοιχείων γεννά συμπεράσματα που –επί της ουσίας– είναι προτάσεις βελτίωσης.
Είτε ομάδων είτε ατόμων. Δεν βλέπω, όμως, αυτά τα στατιστικά στοιχεία να έχουν οδηγήσει σε βελτιωτικές προτάσεις για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η αξιοποίηση των στατιστικών συμπερασμάτων σημαίνει πολλή και οργανωμένη δουλειά, κάτι για το οποίο δεν διακρινόμαστε. Και τα Μέσα, εμείς δηλαδή, θα πρέπει να κάνουμε κάτι περισσότερο από το να αναφέρουμε απλά νούμερα.