Από συνήθεια κοιτούσα τα οικονομικά στοιχεία των ομάδων που πέρασαν στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ, όχι γιατί δεν γνωρίζω –όπως οι περισσότεροι, άλλωστε– ότι με την εξαίρεση δύο, το πολύ τριών ομάδων που δεν θα πάνε παρακάτω οι προϋπολογισμοί παίζουν μπάλα. Η διοργάνωση είναι φέουδο των ισχυρών, στοιχείο που ανταποκρίνεται στις τάσεις του σύγχρονου επαγγελματικού ποδοσφαίρου.

Η τελευταία φορά που είδαμε έναν τελικό ανάμεσα σε μέτριες ή αδύναμες ομάδες –σε ό,τι αφορά την οικονομική τους δυναμική– ήταν το 2004 και ήταν ένας τελικός ανάμεσα στην Πόρτο και τη Μονακό. Απλώς να θυμίσω ότι η Μονακό εκείνη τη χρονιά ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Τέτοιον ή παρόμοιο τελικό είναι απίθανο να ξαναδούμε όσο η δομή του Τσάμπιονς Λιγκ και γενικότερα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου παραμένει αμετάβλητη.

Γνωρίζω τα αντεπιχειρήματα περί οικονομικής αποτυχίας και περιορισμένου τηλεοπτικού ενδιαφέροντος σε περίπτωση που έχουμε την επανάληψη ενός τέτοιου τελικού. Από το 2004 και μετά λέγεται πως το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μπήκε σε μια φάση ανάπτυξης. Ομως αυτό που οι περισσότεροι ονομάζουν ανάπτυξη είναι μάλλον το αντίθετο. Το ποδόσφαιρο, χάρη στην ελεύθερη αγορά, μιμείται τις ανισότητες που παρουσιάζει η παγκόσμια οικονομία.

Συγκέντρωση πλούτου και δύναμης στα χέρια λίγων ομάδων, που φτάνουν στο τέλος να μονοπωλούν –σχεδόν– τις διακρίσεις και τα έσοδα. Η είσοδος του ποδοσφαίρου στην ελεύθερη αγορά μπορεί να φέρνει καλύτερα γήπεδα, χάμπουργκερ, κόκα κόλες και καταστήματα που εμπορεύονται δεκάδες διαφορετικά αντικείμενα με το σήμα της ομάδας, που έχει αποκτήσει πλέον τα εμπορικά χαρακτηριστικά του brand name, αλλά ελάχιστα βελτιώνει το ίδιο το παιχνίδι.

Οι τιμές των εισιτηρίων αυξάνονται, όπως και τα τηλεοπτικά δικαιώματα –που πριν από 4 χρόνια πιστέψαμε ότι έπιασαν οροφή–, διότι κάποιος πρέπει να πληρώσει το κόστος των επενδύσεων σε εγκαταστάσεις και ανθρώπους. Τα νούμερα αρχίζουν και πάλι να εκτοξεύονται, μόνο που τώρα είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με το παρελθόν αυτοί που μπορούν να κινηθούν ψηλά.

Εγραψα λίγο πιο πάνω ότι αυτό που χαρακτηρίζεται ανάπτυξη είναι στην ουσία συρρίκνωση. Μια συρρίκνωση που εντοπίζεται αρχικά στον αριθμό των οπαδών των μικρότερων ομάδων, που μειώνεται προς όφελος των μεγάλων ομάδων. Και όταν μειώνεται η οπαδική βάση μιας ομάδας μειώνονται και όλα τα υπόλοιπα. Τα έσοδα, οι ελπίδες, οι φιλοδοξίες. Η οικονομική κρίση δεν χειροτέρεψε, ξαφνικά, την οικονομική κατάσταση των ομάδων, αλλά πολύ απλά, όπως ένας μεγεθυντικός φακός, ανέδειξε τις αδυναμίες ενός συστήματος που ήταν τελείως ανοχύρωτο για να αντιμετωπίσει την κρίση.

Οι ομάδες –παρ' όλο που διαφημίζουν τα έσοδά τους, τα οποία ανεβαίνουν χρόνο με τον χρόνο– έχουν χρέη που μεγαλώνουν με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Η Μπάγερν πριν από λίγες μέρες διαφήμισε τη 17η συνεχή χρονιά με κερδοφόρο χρήση, αλλά αυτή είναι η μισή εικόνα. Οι Βαυαροί έχουν έσοδα 267 εκατομμυρίων ευρώ και χρέη 306, ενώ τα χρέη της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αρχίζουν να ξεφεύγουν και η οικονομική κατάσταση του Γκλέιζερ τελευταία παρουσιάζει επικίνδυνες «αρρυθμίες».

Για τη Ρεάλ δεν γράφω. Είναι δεδομένο ότι έχουμε να κάνουμε με τη μεγαλύτερη από τις οικονομικές φούσκες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ενός ποδοσφαίρου που με δεδομένο το μοντέλο οργάνωσής του, θα συνεχίσει να ενθαρρύνει ελλείμματα και να διατηρεί απαράδεκτες στρεβλώσεις στην αγορά.

Παλιότερα λέγαμε πως αρκούσε το μοντέλο της συλλογικής διαπραγμάτευσης για να διασφαλίσει μια σχετική ισορροπία στο ζήτημα της διανομής των εσόδων. Ομως ακόμα κι εκεί που το μοντέλο της συλλογικής διαπραγμάτευσης δεν έχει αλλοιωθεί, τα πολλά χρήματα τα μαζεύουν λίγοι και έτσι ακόμα κι εκείνοι που βρίσκονταν στη μέση του βαθμολογικού πίνακα αρχίζουν να έχουν οικονομικά προβλήματα.

Τα χρήματα καθορίζουν τις βλέψεις

Αλήθεια, με δεδομένη τη σημερινή κατάσταση στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, έχετε αναρωτηθεί για τις βλέψεις, τις φιλοδοξίες και τις επιδιώξεις των μεσαίων ομάδων των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων; Των ομάδων που δεν μπορούν να «χτυπήσουν» τις ψηλές θέσεις του Τσάμπιονς Λιγκ ή και του ΟΥΕΦΑ ενδεχομένως και οι οποίες παράλληλα κινούνται με σχετική ασφάλεια μακριά από τη ζώνη του υποβιβασμού.

Τι περιμένουν; Τη νίκη στο πρωτάθλημα απέναντι σε μια μεγάλη ομάδα; Την ανάδειξη ενός ποδοσφαιριστή που θα μπορέσουν να μοσχοπουλήσουν; Μια καλή πορεία στο Κύπελλο; Τι; Ακόμα κι αν καταφέρουν κάτι απ' όλα αυτά ή και όλα αυτά μαζί, μπορούν να ξεπεράσουν το μέγεθός τους, που καθορίζει και τη μοίρα τους; Πολύ λογικά κάποιος θα μου πει: «Τι προτείνεις για ν' αλλάξει η κατάσταση;».

Θα έλεγα να ρίξουμε μια ματιά στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, όπου γνωρίζουν πολύ καλά τις υπερβολικές στρεβλώσεις που προκαλεί «το αόρατο χέρι της αγοράς». Οι Αμερικανοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν πρέπει με κάθε θυσία ο καπιταλισμός να διατηρήσει τη φαντασίωση «η ζωή μοιάζει μ' ένα παιχνίδι», ειδικά στον τομέα των σπορ, τότε αυτός ο τομέας πρέπει να διασφαλίζει ένα μίνιμουμ αρχών ισότητας στον ανταγωνισμό.

Μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να καθιερωθούν «δίκτυα ασφαλείας» σε όλους τους τομείς της κοινωνίας –πόσω μάλλον όταν στη μεταπολεμική «κοινωνία των ευκαιριών» κρίνονται κοστοβόρα και αντιπαραγωγικά–, αλλά στον αθλητισμό είναι απαραίτητο να υπάρξουν. Διαφορετικά τα πράγματα θα ξεφύγουν από κάθε έλεγχο και ο τομέας των σπορ θα μεταλλαχθεί σε ένα ακόμα πεδίο οικονομικής δραστηριότητας, όπως και τόσα άλλα.

Η πρακτική της «ανακύκλωσης» των ταλαντούχων νεαρών ποδοσφαιριστών, που αντί να πηγαίνουν όλοι στις μεγάλες ομάδες μοιράζονται στις μικρές, και το σάλαρι καπ μπορεί να είναι κάποιες λύσεις, παρ' όλο που είναι σίγουρο ότι οι μεγάλες ομάδες δεν θα δείξουν καμία διάθεση να μοιραστούν με τους αδύναμους. Ή μπορεί ένας καλός ποδοσφαιριστής να προτιμήσει ν' αγωνιστεί σε μια ομάδα του κέντρου, παρά σε μια μικρότερη ομάδα της περιφέρειας. Το πώς θα εντάξουμε τέτοιες προτάσεις σε ένα θεσμικό πλαίσιο για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και μακροπρόθεσμα, δεν το γνωρίζω...

Καιρός για προβληματισμό

Ομως είναι μια συζήτηση που έπρεπε ήδη να είχαμε ξεκινήσει. Τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και οι διοργανώσεις της ΟΥΕΦΑ σε επίπεδο συλλόγων κάθε χρόνο παρουσιάζουν την ίδια ομάδα πρωταγωνιστών. Αν αυτή η εικόνα συνεχιστεί, όσο ωραία ή σύγχρονα κι αν είναι τα καινούργια γήπεδα, σταδιακά θα αδειάζουν, αφού ο κόσμος θ' αρχίσει να βαριέται –αν υποθέσουμε ότι η οικονομική κρίση δεν θα επηρεάσει τη μεσαία τάξη, που είναι ο βασικός χρηματοδότης του ποδοσφαίρου–, πόσω μάλλον όταν ο ανταγωνισμός της τηλεόρασης δύσκολα μπορεί να καταπολεμηθεί.

Ισως είναι καιρός να δούμε το ποδόσφαιρο περισσότερο σοβαρά απ' όσο το κάνουμε συνήθως και να μην το αφήσουμε να γίνει έπαθλο του τζόγου ή του κεφαλαίου που κυκλοφορεί στον χώρο, του οποίου η προέλευση πολύ συχνά είναι σκοτεινή.

Είναι πιθανό το ποδόσφαιρο να είναι ο ιδανικός χώρος στον οποίο θα μπορούσαν να δοκιμαστούν αντιλήψεις που χαρακτηρίζονται «αριστερές» και οι οποίες μπορούν να διαταράξουν και να αμφισβητήσουν την κυριαρχία της νεοσυντηρητικής οικονομικής σκέψης. Αλλά τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube