Διαβάζοντας τη χθεσινή ομιλία του υπουργού Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, Δημήτρη Ρέππα, στο Eλληνοαμερικανικό Eπιμελητήριο σχετικά με τη «συνδρομή των μεγάλων έργων υποδομής στην ανάπτυξη των επενδύσεων», θα περίμενα να μάθω περισσότερα στοιχεία για το τι μέλλει γενέσθαι δύο μήνες μετά τη νέα διακυβέρνηση της χώρας.
Και εξηγώ αμέσως τι εννοώ: ουδείς διαφωνεί για το αυτονόητο που επικαλέστηκε ο υπουργός, ότι υπάρχει «αμφίδρομη σχέση μεταξύ έργων υποδομής και ανάπτυξης επενδύσεων». Ούτε ότι «οι ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου για δημόσια έργα αντιπροσώπευαν ένα ποσοστό 27%-48% του συνόλου των ακαθάριστων επενδύσεων κεφαλαίου, με συμμετοχή στη διαμόρφωση του Ακαθάρι στου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) μεταξύ 6%-15% και κατασκευαστική δραστηριότητα 13%-21% με απασχόληση 250.000-350.000 εργαζομένων.
Ούτε επίσης χωρά αμφισβήτηση ότι «η κατασκευή της Αττικής Οδού και του αεροδρομίου "Ελευθέριος Βενιζέλος" βάζει μια τεράστια σφραγίδα στην οικιστική ανάπτυξη της πρωτεύουσας και στον συνολικό προσανατολισμό της επενδυτικής δραστηριότητας».
Το ίδιο συμβαίνει και με «την κατασκευή της Εγνατίας Οδού, που αλλάζει σε με γάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά της τουριστικής πελατείας των ακτών της Ηπείρου, παρέχοντας εύκολη πρόσβαση σε αυτές των κατοίκων της συμπρωτεύουσας». Αυτά τα γνωρίζουμε και για να γίνουν όλα αυτά χάσαμε πολύτιμα χρόνια. Οπως επίσης το γεγονός ότι έγιναν έργα υποδομής (π.χ. γέφυρα Τατάρνας στην Ευρυτανία) που θα υποστήριζαν μεγαλύτερα έργα τα οποία δεν έγιναν ποτέ (οδι κός άξονας). Το θέμα είναι τι γίνεται στο εξής.
Τώρα που λογικά έχουμε μάθει από τα λάθη του παρελθόντος, από καθυστερήσεις και από υπερτιμολογήσεις που κοστίζουν στο Δημόσιο σε χρόνο και χρήμα. Ο υπουργός, αναφερόμενος στο τι θα γίνει «ώστε να οδηγηθούμε σε ασφαλέστερες επιλογές και να αντιμετωπίσουμε την έντονη κρίση», δήλωσε ότι θα αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις στο 4,2% του ΑΕΠ και ποιοτικά ως προς το αποτέλεσμα των έργων.
Παράλληλα επισήμανε ότι θα υπάρξει παρέμβαση στο θεσμικό πλαίσιο παραγωγής των έργων, ιδιαίτερα στη διαδικασία προγραμματισμού, ανάθεσης, παρακολούθησης και αξιολόγησής τους, με τη συμμετοχή τοπικών αρχών και επενδυτικών σχημάτων κατά τη διαβούλευση, ενώ θα γίνει και μελέτη σκοπιμότητας που να τεκμηριώνει το προσδοκώμενο κοινωνικό όφελος. Καλά όλα αυτά, αλλά όπου «λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει».
Στην Ελλάδα χρειάζονται περισσότερη αποφασιστικότητα στη λήψη των αποφάσεων και λιγότερες διαβουλεύσεις. Εδώ υπάρχουν μελέτες στα συρτάρια που ουδέποτε ανασύρονται και φορείς που έκαναν έρευνες και ουδέποτε εισακούστηκαν. Κατά λήγοντας όσον αφορά τα μεγάλα οδικά έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη, από την ομιλία δεν γίναμε πολύ πλουσιότεροι.
Συνεχίζονται η υλοποίηση του προγράμματος των 14 δισ. ευρώ και η σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα. Η κυβέρνηση διεκδικεί περισσότερα ποσά από την Ε.Ε., τα οποία θα επιταχύνουν την πρόοδο του Διευρωπαϊκού Δικτύου Μεταφορών, ενώ θα ενισχύσει τις επενδύσεις στην «πράσινη» ανάπτυξη. Εν αναμονή, λοιπόν...