Ηταν μια παθιασμένη αγωνιστική παρουσία αυτή της Εθνικής προχθές απέναντι στην Ουκρανία. Και αξιολογήθηκε ως σπουδαία εκ των υστέρων, λόγω του αποτελέσματος. Η αγωνιστική αξιολόγηση του παιχνιδιού έγινε. Και οι πανηγυρισμοί –και καλώς– κρατούν ακόμη. Γιατί ένα τέτοιο παιχνίδι ήταν «έκρηξη». Και γι' αυτή την «έκρηξη» ευθύνονται πολλοί. Οι δημοσιογράφοι που έκαναν τεκμηριωμένη ή ασυνάρτητη και χωρίς επιχειρήματα κριτική.
Η πίεση από τον κόσμο που στέκεται κοντά στην ομάδα και η πίεση από εκείνους που έρχονται δίπλα της μόνο στις επιτυχίες (και δικαιώνουν τον Γκομέλσκι, που έλεγε ότι στους Ελληνες δεν αρέσουν τα ομαδικά σπορ αλλά οι νίκες σε αυτά). Η θέληση των ποδοσφαιριστών να δείξουν ότι μπορούν να παίξουν στα όριά τους, όταν νιώθουν ότι στη ζυγαριά διακυβεύονται πολλά.
Και η δίψα του προπονητή. Που θέλει να κλείσει την πόρτα που ο ίδιος άνοιξε και όχι να κλείσει μια πόρτα που θα του δείξουν. Εχω την εντύπωση –και λυπάμαι που δεν μπορώ να το αποδείξω με τη δικανική έννοια του όρου– ότι το προχθεσινό παιχνίδι ήταν ένα δώρο των ποδοσφαιριστών της Εθνικής στον προπονητή τους. Πιστεύω ότι τα παιδιά έδωσαν στον Ρεχάγκελ ένα δώρο σαν εκείνο που μας έδωσε το 2004.
Μία επιβεβαίωση ότι έχουν μάθει καλά εκείνα που τους δίδαξε. Και σε όλους εμάς μία ακόμη μεγάλη ικανοποίηση. Ολα αυτά, όμως, αφορούν εκείνο που συνέβη. Που πέρασε. Το «από εδώ και ύστερα», όμως, είναι εκείνο που μετράει. Η Εθνική αυτή τη χρονική στιγμή θυμίζει την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων όταν βρέθηκε σε ένα σημείο όπου διασταυρώνονταν 5 δρόμοι. Εστεκε για ώρα ακίνητη και προβληματισμένη για την κατεύθυνση που έπρεπε να επιλέξει.
Ο λαγός, ο ξεναγός και βοηθός της σε όλο το έργο, τη ρωτάει: «Πού θέλεις να πας;». Η Αλίκη απαντά «δεν ξέρω» και ο λαγός συμπληρώνει «άμα δεν ξέρεις πού θέλεις να πας, όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί». Η Εθνική ομάδα είχε ξαναβρεθεί στην ίδια θέση. Αμέσως μετά την Πορτογαλία. Τότε την επιλογή του δρόμου δεν τη βασανίσαμε καθόλου και τώρα που βρεθήκαμε ξανά στο ίδιο σημείο –πράγμα που συμβαίνει συχνά στη ζωή– νομίζω ότι θα πρέπει να κουβεντιάσουμε για το πού θέλουμε να πάμε.
Ως ελληνικό ποδόσφαιρο «εν τω όλω» -που θα έγραφε ένας παλιομοδίτης φιλόλογος- και όχι μόνο για την Εθνική. Αυτή η κουβέντα λέω πως πρέπει να έχει έναν πρόλογο και ένα κυρίως κεφάλαιο. Ο πρόλογος πρέπει να αφορά το «πώς» και το με «ποιους στόχους» θα πάμε του χρόνου στο Μουντιάλ.
Αν θεωρήσουμε ότι η συμμετοχή της Εθνικής στο Μουντιάλ είναι απλώς μια επιβράβευση για τους ποδοσφαιριστές που θα είναι στην αποστολή, το τελευταίο αγωνιστικό μπράβο μιας γενιάς που έκλεισε τον κύκλο της, πολύ φοβάμαι ότι η αγωνιστική εικόνα που θα παρουσιάσουμε θα είναι ανάλογη με εκείνη που παρουσιάσαμε στην Αυστρία. Μπορεί να μην έχουμε να παρουσιάσουμε μια άλλη ποδοφαιρική πρόταση σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά «πρέπει» -όσο κι αν σε ένα παιχνίδι δεν χωράνε καταναγκασμοί- να παίξουμε όσο καλά μπορούμε.
Αυτός λοιπόν ο «πρόλογος» θέλει μελέτη, σχέδιο και προετοιμασία. Από το πώς θα διασφαλίσουμε ότι οι ποδοσφαιριστές της αποστολής δεν θα πάνε «καμένοι» στη Ν. Αφρική και πώς θα βρουν χρόνο να ξεκουραστούν όταν γυρίσουν. Για το πώς και πού θα προετοιμαστούν με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Για τον χρόνο που χρειάζεται και τα μέσα. Οπως και τους ανθρώπους.
Για μια αποστολή που δεν θα πρέπει να γίνει πανηγυρτζίδικη κομπανία. Η πρόκριση σε μια τόσο μεγάλη διοργάνωση είναι σπουδαία υπόθεση γιατί πρέπει να αποδεικνύεις ότι την άξιζες. Και αυτό δεν το αποδεικνύεις φτάνοντας στον τελικό, αλλά παίζοντας σύμφωνα με τις δυνατότητές σου. Ισως και να χρειαστεί να υπερβάλεις εαυτόν για λίγο. Οσο σου επιτρέπουν οι δυνάμεις σου. Αυτά για τον «πρόλογο».
Η ασθένεια «Ράμσεϊ»
Σε ό,τι αφορά το «κυρίως κεφάλαιο», λέγεται -και πιστεύω ότι είναι αλήθεια- πως μια επιτυχία αποτελεί καλή βάση για να κτίσεις κάτι καλύτερο. Αρκεί να έχεις ένα όραμα γι' αυτό το καλύτερο, να φτιάξεις ένα σχέδιο για το πώς μπορείς να το πετύχεις, να διασφαλίσεις τους πόρους που θα σου χρειαστούν και τους ανθρώπους που θα αναλάβουν να υποστηρίξουν αυτό το σχέδιο.
Και το ξαναγράφω, αυτή είναι μια συζήτηση που αφορά όλο το ελληνικό ποδόσφαιρο και όχι μόνο την Εθνική. Τι είδους ποδόσφαιρο θέλουμε; Ενα ποδόσφαιρο που έχει περισσότερους επαγγελματικούς συλλόγους από τους 36 της Γερμανίας –που έχει και 90 εκατομμύρια κατοίκους; Ενα ποδόσφαιρο που επιτρέπει τη δραστηριοποίηση στον χώρο της Β' Εθνικής ποδοσφαιροπαραγόντων με κίνητρα που καμία σχέση δεν έχουν με το ποδόσφαιρο;
Ενα ποδόσφαιρο στο οποίο δεν θα δοθεί βάρος στις ακαδημίες και την ανάπτυξη ταλέντων; Ενα ποδόσφαιρο στο οποίο είναι τελείως «θολή» η εικόνα της «ποδοσφαιρικής επιχείρησης» και το οποίο δεν έχουμε αποφασίσει αν θα περιλαμβάνει ομάδες ή επιχειρήσεις; Θα κουβεντιάσουμε για το ποδόσφαιρο που θα θέλαμε να προσπαθήσουμε να παίξουμε και πώς θα το καταφέρουμε;
Στην Αγγλία εδώ και χρόνια υποφέρουν από ένα σύνδρομο που κάποιοι ονομάζουν η «ασθένεια Ράμσεϊ». Και αυτή η «ασθένεια» έγκειται στο ότι η επιτυχία της ομάδας του Ράμσεϊ το 1966 λειτούργησε ως κατάρα, γιατί ενστάλαξε βαθιά στην ποδοσφαιρική συνείδηση των Αγγλων την πεποίθηση ότι η λειτουργικότητα και η αποτελεσματικότητα της ομάδας του Ράμσεϊ ήταν ο μόνος δρόμος για την επιτυχία.
Και περισσότερο από αυτό, εκείνη η επιτυχία δημιούργησε μέσα στο μυαλό γενεών φιλάθλων και προπονητών ένα στερεότυπο για τον ιδανικό τρόπο που έπρεπε να αγωνίζεται μια ποδοσφαιρική ομάδα.
Ομως, επειδή ένας τρόπος αποδείχθηκε σωστός κάτω από ιδιαίτερες περιστάσεις, με συγκεκριμένους ποδοσφαιριστές, σε μια συγκεκριμένη εποχή εξέλιξης του παιχνιδιού, αυτό δεν σημαίνει ότι θα παραμένει αποτελεσματικός για πάντα. Αναρωτιέμαι, θα μείνουμε εγκλωβισμένοι στο ποδοσφαιρικό μοντέλο που έφτιαξε ο Ρεχάγκελ ή θα τολμήσουμε να πάμε παρακάτω; Φοβάμαι, όμως, ότι οι αρνητικές ιδιομορφίες της φυλής θα βγουν πάλι στο προσκήνιο και θα ξαναφάμε τις σάρκες μας.
Για δημόσιες σχέσεις
Είναι δύο ενέργειες που μοιάζουν, αλλά που αξιολογούνται και προβάλλονται διαφορετικά. Η πρώτη αφορά την ενέργεια του Λάζαρου Παπαδόπουλου να μην εισπράξει ούτε ένα ευρώ από το συμβόλαιο που υπέγραψε με τον ΠΑΟΚ. Ολο το ποσό του συμβολαίου θα πάει στο «Χαμόγελο του Παιδιού». Ενέργεια εξαιρετικά ασυνήθιστη και βαθιά ανθρώπινη και γενναιόδωρη.
Αποσκοπεί κάπου ο Παπαδόπουλος; Περιμένει να κερδίσει κάτι; Δεν πάει ο νους μου σε κάτι που θα μπορούσε να κερδίσει από μια ενέργεια την οποία δεν επέλεξε ο ίδιος να δημοσιοποιήσει. Το ενδιαφέρον πλέον σε αυτή την ιστορία βρίσκεται στο αν ο ΠΑΟΚ θα φανεί συνεπής στην καταβολή αυτού του ποσού.
Η δεύτερη ενέργεια αφορά την κίνηση του προέδρου του ΠΑΟ να ανακοινώσει πριμ στους ποδοσφαιριστές της Εθνικής για την επιτυχία τους να προκριθούν στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Αξιέπαινη προσπάθεια, αν κίνητρό της ήταν η επιβράβευση αυτής της ποδοσφαιρικής προσπάθειας και δεν είναι μια δημοσιοσχετίστικη προσέγγιση με «πράσινο πρίσμα», που τονίζει την παρουσία των ποδοσφαιριστών του ΠΑΟ στην Εθνική και ενισχύει την οπαδική ανάγνωση των γεγονότων. Διαλέγετε και παίρνετε.