«Μετανοώ γιατί δεν διέθεσα όλες μου τις ικανότητες εναντίον της δικτατορίας». Χρειάζονταν κότσια για το πεις αυτό στο χουντικό Εκτακτο Στρατοδικείο ως απάντηση στο ερώτημα αν «μεταμελείσαι» για την αντιστασιακή δράση σου. Το είπε ο αντισμήναρχος εν αποστρατεία Τάσος Μήνης τον Φεβρουάριο του 1973. Μία ημέρα προτού αρχίσει η φοιτητική κατάληψη στο κτίριο της Νομικής.
Ο Τ. Μήνης, που πέραν της καταδίκης του σε δεκαετή φυλάκιση βασανίστηκε αγρίως, ήταν κεντρώος. Οπως είδαμε χθες, το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας της Ενωσης Κέντρου, όπως το αντίστοιχο της ΕΡΕ, ήταν έτοιμο να συμβιβαστεί με την «ελεγχόμενη φιλελευθεροποίηση» της χούντας και την προοπτική μιας «ανάπηρης δημοκρατίας», κατά τις εύστοχες εκφράσεις του Ιστορικού Λευκώματος της «Καθημερινής».
Το χάσμα ανάμεσα στη γραμμή της Ενωσης Κέντρου και τον Τάσο Μήνη (πολλά ακόμα πρόσωπα θα μπορούσαν να αναφερθούν) ήταν χαρακτηριστικό. Ενα είδος σχίσματος ανάμεσα σε κομματικές ηγεσίες και κομματικά ενταγμένους αντιστασιακούς είχε αρχίσει να διαφαίνεται, ιδίως από το τέλος του 1972. Σχίσματα όπως αυτά βάθυναν και διευρύνθηκαν με την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Επρόκειτο για αξιοπρόσεκτα «παράπλευρα ρήγματα», που συνόδευσαν το βασικό, το κεντρικό: από τη μία πλευρά οι τάσεις συμβιβασμού με το καθεστώς, από την άλλη αυτός ο –απρόβλεπτος για όλους σχεδόν– «πίδακας» ριζοσπαστισμού, ανυπακοής και κίνησης «εκτός ορίων» που «τινάχτηκε» από το Πολυτεχνείο.
Η εξέγερση δεν αιφνιδίασε μόνο τη mainstream πολιτική ελίτ, αλλά και τις ηγεσίες της Αριστεράς. Διπλός, μάλιστα, ήταν ο αιφνιδιασμός της. Πρώτον, καμία συνιστώσα της (τότε) Αριστεράς δεν το περίμενε. Δεύτερον, ένα τμήμα της διαπίστωσε με αμηχανία ότι τον πολιτικό του προσανατολισμό τον… πήρε και τον σήκωσε το Πολυτεχνείο!
Ενα μήνα νωρίτερα (Οκτώβριο) σε δηλώσεις των Ηλία Ηλιού και Μπάμπη Δρακόπουλου διαφάνηκε ότι η ΕΔΑ και το ΚΚΕ εσωτερικού σκέφτονταν σοβαρά να συμμετάσχουν στις «εκλογές» που προετοίμαζε η κυβέρνηση Μαρκεζίνη. Γι' αυτόν τον λόγο, μάλιστα, ξέσπασε τότε νέος γύρος διαξιφισμών ανάμεσα στα κόμματα αυτά και το ΚΚΕ.
Η Αριστερά στο σύνολό της δεν κατόρθωσε τότε να ανιχνεύσει επακριβώς τις διαθέσεις που είχαν διαμορφωθεί στις τάξεις των νέων. Οι κομματικοί μηχανισμοί της ήταν αρκούντως εσωστρεφείς κι απορροφημένοι από τα παρεπόμενα της διάσπασης (1968) του ΚΚΕ. Ηταν βεβαίως και εκ παραδόσεως επιφυλακτικοί απέναντι σε οτιδήποτε δεν ήλεγχαν οι ίδιοι.
Ολα αυτά φάνηκαν: οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις της Αριστεράς στα Πανεπιστήμια, η αντι-ΕΦΕΕ και ο «Ρήγας Φεραίος», διατηρούσαν σοβαρές επιφυλάξεις για την κατάληψη στο Πολυτεχνείο, έως ότου σημειώθηκε –από την Πέμπτη– μαζικότατη προσέλευση.
Ενδεικτικό είναι κάτι ακόμα: την ώρα της μαχητικής έξαψης κι ενώ στην εξέγερση συμμετείχαν ενεργά οι φοιτητές των προαναφερθέντων οργανώσεων, κάποιος… φωστήρας του ΚΚΕ εκτίμησε πως όλα άρχισαν με «300 προβοκάτορες». Το σχετικό κείμενο στην «Πανσπουδαστική Νο 8» έμελλε να γίνει διάσημο στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια.
Ποιοι συμμετείχαν στην εξέγερση; Ανθρωποι που προφανώς δεν ήταν ίδιοι σε όλα. Ανθρωποι που απεχθάνονταν τη χούντα και τους υποστηρικτές της, που δεν βολεύονταν με το επιχειρούμενο «ρετουσάρισμα» του γύψου, που δεν γούσταραν τον χαφιέ στη γωνία και τον αστυνομικό που σε έδερνε, ακόμα κι όταν πήγαινες να δεις το «Γούντστοκ» στο «Παλλάς» (Νοέμβρος 1970).
Ανθρωποι που οραματίζονταν άλλη κοινωνία. Ανθρωποι που αηδίαζαν όταν, φέρ' ειπείν, έβλεπαν τη χούντα να καμαρώνει επειδή εκμαίευσε από τη γερμανική πρεσβεία τη φράση πως η δικτατορία ήταν «πολύτιμος σύμμαχος στο ΝΑΤΟ». Τον Μάρτιο του 1972 είχε συμβεί αυτό.
Στην Αθήνα βρέθηκε ο γνωστός Γερμανός συγγραφέας Γκίντερ Γκρας, ο οποίος καταφέρθηκε εναντίον του καθεστώτος. Η χούντα εξοργίστηκε, η γερμανική πρεσβεία ζήτησε με τον τρόπο της συγγνώμη κι οι συνταγματάρχες κοκορεύονταν. Και μετά μερικοί απορούν γιατί στην Ελλάδα υπήρχε απέχθεια προς την Ατλαντική Συμμαχία και πριν από τον τουρκικό «Αττίλα» του '74.
Παρά τη σχετική ανομοιογένεια του κόσμου που συμμετείχε σε αυτό, το Πολυτεχνείο, αρέσει δεν αρέσει, είχε στίγμα. Αρέσει, δεν αρέσει, «έβγαλε» έναν αντιαμερικανισμό που έπεφτε βαρύς στη μεγάλη πλειονότητα των πολιτικών δυνάμεων της εποχής.
Αρέσει, δεν αρέσει, σε πείσμα της ηλίθιας θεωρίας «κοιτάμε μόνο τα του οίκου μας», το Πολυτεχνείο τίμησε κι… αλλότρια: βρήκε χρόνο –και συνθήματα– για το πραξικόπημα στη Χιλή (Σεπτέμβριος) και για τη φοιτητική εξέγερση (Οκτώβριος) στην Ταϊλάνδη. Αρέσει, δεν αρέσει, ακόμα και το σαρκαστικό σύνθημα «δεν σε θέλει ο λαός, πάρ' τη Δέσποινα και μπρος» θα ηχούσε ελαφρώς… εξτρεμιστικό στα αυτιά του πολιτικού «εθνικού κορμού» της εποχής.
Μα, να φύγει ο δικτάτορας προτού βρεθεί η «διάδοχος κατάστασις»; Κι αν πέσουμε σε κανένα κενό εξουσίας κι επωφεληθεί η… οχλοκρατία;
Αρέσει, δεν αρέσει, το αυτό ήταν το Πολυτεχνείο.