Τόσο καιρό άγχωνε τους παίκτες του Ολυμπιακού ο Τιμούρ Κετσπάγια, αλλά ο ίδιος δεν είχε αγχωθεί. Σε αντίθεση με τον Χενκ Τεν Κάτε, που έχει τη στήριξη της διοίκησης του Παναθηναϊκού, ο Γεωργιανός ήξερε ότι η πρώτη θητεία του τελειώνει σε τρεις ώρες. Οσες θα έπαιζε ο Ολυμπιακός στα δύο προκριματικά ματς των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ, από τα οποία αν η ομάδα προκρινόταν η καριέρα του θα συνεχιζόταν, αλλά αν ο Ολυμπιακός αποκλειόταν θα γινόταν ερώτηση κουίζ «ποιος ήταν ο προπονητής του Ολυμπιακού που έφυγε πιο γρήγορα από τον πάγκο στην αρχή της σεζόν;». Ο Σταύρος Διαμαντόπουλος δεν χρειάζεται να ανησυχεί για το ρεκόρ του. Ο Ολυμπιακός θα προκριθεί και ο Τιμούρ Κετσπάγια έδειξε ότι έχει το χάρισμα του καλού τζογαδόρου. Δεν αφήνει τους άλλους να παίξουν τα χαρτιά του.
Ο Κετσπάγια κατάλαβε σύντομα ότι ανεξάρτητα του τι θα έκανε, το μόνο κριτήριο παραμονής του θα ήταν η πρόκριση. Οπότε θα ήταν μικρή παρηγοριά να ξεκινήσει με τον Ντιόγο, τον Γκαλέτι και τον Μαρέσκα, όλοι να του αναγνωρίσουν ότι έβαλε τους κατά τεκμήριον καλύτερους παίκτες της ομάδας και ο ίδιος να παίρνει τα συγχαρητήρια απολυμένος.
Πήρε, λοιπόν, το ρίσκο ξεκινώντας με μία ενδεκάδα, που, όπως συνηθίζεται να λέγεται από τους προπονητές αλλά σπάνια τηρείται, στήθηκε από τους καλύτερους στις προπονήσεις. Και οι παίκτες το ανταπέδωσαν όσο μπορούσαν.
Πρώτος, ο Ζαϊρί, που είτε στα δεξιά είτε στα αριστερά έπαιξε αυτό που ο ίδιος δεν γουστάρει, αλλά οι άλλοι του λένε ότι είναι το ποδόσφαιρο. Ενα παιχνίδι που με την μπάλα παίζουνε 22 άτομα και όχι ένας που προσπαθεί να περάσει 11 μέχρι να τον κόψουνε. Δεύτερος, ο Γιάννης Παπαδόπουλος, που είναι ό,τι πιο μικρομέγαλο υπάρχει στα γήπεδα. Ακόμα και στη φάση της αλλαγής που πηγαίνει στον πάγκο και δέχεται τα συγχαρητήρια του Κετσπάγια, η αντίδρασή του είναι τόσο μπλαζέ όσο ενός 35άρη.
Εκτός, όμως, από το κόψιμο και το στυλ διαθέτει και ποικιλία κινήσεων, όπως φάνηκε από την 30άρα πάσα που βγάζει στο πρώτο ημίχρονο με το εξωτερικό και στην κίνηση. Και, τέλος, ο Κώστας Μήτρογλου, που αν ποτέ καταλάβει το ρίσκο που πήρε ο προπονητής του ξεκινώντας τον και αφήνοντας στον πάγκο τη βεντέτα της ομάδας, τον Ντιόγο, θα λιποθυμήσει από συγκίνηση.
Ενα στοιχείο τακτικής που είχε τη σφραγίδα του Κετσπάγια ήταν το ξεκίνημα του ματς. Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται, αλλά στο δεύτερο ματς της Ανόρθωσης με τον Ολυμπιακό όλοι περίμεναν ότι η κυπριακή ομάδα θα ξεκίναγε ταμπούρι. Το ίδιο και ο Ολυμπιακός χθες.
Το στοιχείο, όμως, του χθεσινού ματς ήταν το θάρρος του Κετσπάγια να αγνοήσει τον κίνδυνο. Του βγήκε και συνεχίζει. Με τον Ολυμπιακό σε δύσκολη κατάσταση, αλλά να έχει προκριθεί, ο Κετσπάγια γίνεται ο πρώτος προπονητής της Σούπερ Λίγκας που μπορεί να ξεδιπλώσει τη σημαιούλα του για την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.
H ιστορία είναι γεμάτη από ηγέτες που έπεσαν θύματα της ίδιας τους της εικόνας. Από τον στρατηγό Κάστερ, που δεν θα υποχωρούσε μπροστά σε «μερικούς Ινδιάνους», μέχρι τον Ράγκλαν of Charge of the Light Brigade Fame και τον Χίτλερ, που άφησε τη στρατιά του Πάουλους να καταστραφεί στο Στάλινγκραντ, η ιστορία έχει ένα κατεβατό από ηγέτες που έμπλεξαν τη σταθερότητα με την ξεροκεφαλιά.
«Ο καλός στρατηγός πρέπει να ξέρει να επιτίθεται, αλλά και να υποχωρεί», που λέει και η φράση της κοινής σοφίας. Ακόμα και όταν χρειαστεί να ονομάσει την οπισθοχώρηση «προώθηση προς την άλλη πλευρά», όπως είχε πει ο Αμερικανός διοικητής στις Αρδένες, όταν τον ρώτησαν αν η μονάδα του οπισθοχωρεί.
Ολα τα προηγούμενα αφορούν περισσότερο από κάθε άλλον τον Ανδρέα Βγενόπουλο, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Επιμένει στην άποψή του ότι ο Τεν Κάτε θα κριθεί στο τέλος του διετούς συμβολαίου του ή σκέφτεται τα έργα και τις ημέρες του μοναδικού κόουτς και αποφασίζει σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα και την προοπτική μιας χρονιάς;
Ο κόσμος δεν τον πιστεύει και οι παίκτες δεν τον γουστάρουν και αν τουλάχιστον ο Παναθηναϊκός έπαιρνε αποτελέσματα, θα έλεγες «στα κομμάτια». Μόνο που όχι αποτελέσματα δεν παίρνει, αλλά ούτε και μπάλα η ομάδα παίζει ώστε να υπάρξει ελπίδα ότι τα αποτελέσματα θα έρθουν από μόνα τους. Προοπτική επίσης δεν υπάρχει. Ο κόουτς το έχει πει, ότι και φέτος κάθεται σε πάγκο και από του χρόνου αρχίζει το γκολφ.
Οπότε ποιο είναι το best possible scenario, για να το πούμε και στη γλώσσα του ποδοσφαίρου; Ο Τεν Κάτε να μοντάρει μια ομάδα που θα δώσει το καλοκαίρι στον διάδοχό του, κάποιον που να ξέρει πώς λειτουργεί το σύστημα (ας πούμε τον Αναστασίου) και ο Παναθηναϊκός να έχει κάνει δουλειά στα θεμέλια. Μια μακρινή προοπτική, που είναι αμφίβολο αν αξίζει τον κόπο και το ρίσκο.
Το ρίσκο φυσικά δεν έχει σχέση με την πρόκριση με τη Σπάρτα Πράγας. Ούτε ο Παναθηναϊκός έχει αποκλειστεί ούτε ένας νέος προπονητής μέσα σε πέντε ημέρες δεν θα προλάβαινε να αλλάξει κάτι. Εκτός αν ήταν ο Τότης Φυλακούρης, που για τους πολυμετοχικούς η χρησιμοποίησή του θα ήταν επικοινωνιακή καταστροφή. «Τον κάνανε πολυμετοχικό για να φέρουνε πίσω τον Φυλακούρη…».
Το ρίσκο έχει να κάνει με μια χρονιά-ασανσέρ: ένα αποτέλεσμα καλό, ένα άσχημο, χωρίς ένα καλό σερί για να είσαι ευχαριστημένος και χωρίς ένα άθλιο, ώστε να μπορείς να κάνεις αλλαγές. Να έχει ο Παναθηναϊκός μια σεζόν σαν την περσινή και σε δύο χρόνια οι πολυμετοχικοί να έχουν κάνει μια τρύπα στο νερό.
Καλώς ή κακώς, οι εξελίξεις στο θέμα του προπονητή έχουν σχέση με τον Βγενόπουλο. Ο οποίος φυσικά έχει κάνει τη δήλωση ότι σταματάει να ασχολείται με τα παραγοντικά, αλλά συνεχίζει να υποστηρίζει ότι ο Τεν Κάτε πρέπει να κριθεί στη διετία. Η απόφασή του δεν μπορεί να είναι επίσημη.
Μόνο που στην επόμενη επαφή του με τον Πατέρα ένα «Νίκο, από μένα συνεχίζουμε» ή ένα «Νίκο, από μένα σταματάμε» θα ελευθέρωνε τον πρόεδρο να κάνει αυτό που νομίζει με την εμπειρία του από την ομάδα. Γιατί όταν ασχολείσαι καθημερινά, και καλύτερη γνώση της κατάστασης έχεις και δεν είναι λογικό να δεσμεύεσαι από συνεργάτες σου που οι ίδιοι προτίμησαν να αποστασιοποιηθούν.
Η απομάκρυνση όμως του Τεν Κάτε δεν θα είναι μια ήττα για τους πολυμετοχικούς; Ναι, όταν πας σε μια τέτοια λογική «αφοδεύσαμε και η βάρκα γέρνει». Τέτοια λογική συγχωρείται σε οπαδούς που το βράδυ μετά το ματς ακουγόντουσαν ευχαριστημένα αγανακτισμένοι, όπως οι τζιγκερικοί, ενώ οι αντιτζιγκερικοί ψάχνανε για στοιχεία να δικαιώσουν τον κόουτς. Οταν αρχίσεις να βλέπεις μια ομάδα σαν «αυτούς τους φέραμε εμείς και αυτούς οι άλλοι», διέ μπρδα που λένε και στα αρβανίτικα, τη γλώσσα του αθλητισμού.
Επίσης ένα τελευταίο. Μια μέρα ο Πατέρας ας πάει με το Hummer στο σπίτι του Τεν Κάτε, ας πει στον Θεολόγη να κόψει την κυκλοφορία και ας αφήσει έξω από την πόρτα του κόουτς ένα μεγάλο καλάθι με έναν παίκτη. Μαζί με μια κάρτα που θα γράφει: «Είμαι δεξί μπακ, ψάχνω μια καλή ομάδα και με έχουν βαφτίσει…».
Μετά το όνομα του παίκτη που θα έχουν αγοράσει. Διαφορετικά ας πιάσει τον κόουτς και ας του πει: «Σε αυτό το χαρτί γράφει τρία ονόματα πλάγιων δεξιών μπακ. Βάλε ένα "Χ" στο όνομα της αρεσκείας σου, υπόγραψε και τη δήλωση του νόμου 105 ότι θα τον χρησιμοποιείς και θα συνεχίσω να σε φωνάζω Χενκ αντί για Απολυμένο».
Το ερώτημα, πάντως, με τη σεζόν να αρχίζει, είναι απλό: «Θα παίζανε αυτοί οι παίκτες καλύτερο ποδόσφαιρο με άλλον προπονητή;». Στο «ναι» αλλάζεις προπονητή. Στο «όχι» αγοράζεις παίκτες. Το μόνο που δεν μπορείς είναι να μην κάνεις τίποτα, διότι αυτό το πράγμα που έπαιζε ο Παναθηναϊκός δεν βλεπόταν.