Μια φράση που φοριέται αυτές τις εποχές είναι το «εμένα μου προξενεί περιέργεια γιατί τώρα που έφυγε ο Βαλβέρδε δεν πήρε μαζί του τον Οσκαρ». Η φράση πρέπει να λέγεται σε τόνους του ρουφιάνου της γειτονιάς στις παλιές ελληνικές ταινίες. «Δεν θέλω να πω κάτι… Αλλά αν την ήθελε ο Γιώργης την κόρη του κυρ-Αλέκου, θα την είχε πάρει μαζί του στην Αμερική…». Με τελίτσες στο τέλος κάθε φράσης να αφήνουν να εννοηθεί ότι ο Γιώργης πρώτα πήδηξε την κόρη του κυρ-Αλέκου και μετά ξενιτεύτηκε.
Στην περίπτωση του Βαλβέρδε οι τελίτσες υπογραμμίζουν ότι ο Ερνέστο πρώτα έφερε τον Οσκαρ για να πάρει τη μίζα του και, τώρα που την πήρε, τον αφήνει αμανάτι στον Ολυμπιακό. Μόνο που ξεχνιέται μια λεπτομέρεια. Ο Βαλβέρδε πήγε στη Βιγιαρεάλ, που τερμάτισε πέμπτη στην Πριμέρα Ντιβιζιόν. Ενας παίκτης δεκαοκτάδας που αγοράστηκε ως τρίτη επιλογή από τη Σαραγόσα, που παίζει στη δεύτερη κατηγορία, μπορεί να έκανε για να παίξει στον Ολυμπιακό αλλά να μην έχει τα φόντα για τη Βιγιαρεάλ. Οι παίκτες αγοράζονται σύμφωνα με τις δυνατότητες των ομάδων και αν βγει ο ένας στους δύο είναι μια χαρά ποσοστό. Αν δεν βγήκε ο Οσκαρ, δεν έχει βγει ούτε ο Σίσιτς ούτε ο Ραούλ Μπράβο. Και κανένας, βέβαια, δεν φωνάζει να τους πάρουν στην Ομόνοια και τον Ερυθρό Αστέρα.
Αλλο ένα πράγμα που φέτος προσπαθώ να καταλάβω είναι «τα δύο χαρτιά του Γκαγκάτση». Είναι τα «δύο χαρτιά» που γράφεται ότι ζητεί η τυπολάτρισσα και με τσακίρικα μάτια Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού για να εγκρίνει τη μεταβίβαση του 12% στον θριαμβευτή του Euro. Τι στον διάολο είναι αυτά τα δύο χαρτιά κανένας δεν μας λέει, για να αγανακτήσουμε μαζί με όλο τον κόσμο. Εμβολιασμού; Απεντόμωσης;
Το άλλο φετινό μυστήριο είναι το πόσο είναι το νοίκι των Θρακομακεδόνων. Είναι 100.000 ή 300.000; Και αν είναι το ένα ή το άλλο, είναι με τον χρόνο ή με τη μέρα; Πάντως το 300.000 μου φαίνεται φουσκωμένο, τουλάχιστον από όσο θυμάμαι από την εποχή της σύγκρουσης του Τιτάνα με τους Γίγαντες.
Την εποχή που ο Μάκης Ψωμιάδης είχε συγκρουστεί με την οικογένεια Τζίνη και ο Μάκαρος σαν άλλος Μέγας Αλέξανδρος έλυσε το πρόβλημα του ύψους του ενοικίου αποφασίζοντας να μην πληρώνει μία. Μάλιστα, στην ανακοίνωση για τη διακοπή των πληρωμών είχε πει ότι δεν το κάνει για τα λεφτά, αλλά γιατί δεν ήθελε με την πληρωμή του ενοικίου να εγκρίνει παρανομίες, αφού η περιοχή, σύμφωνα με τις έρευνες του «Big Mac», ήταν καταπατημένη.
Θα κλείσω με μια φράση-μυστήριο. Στο χθεσινό ρεπορτάζ του Εργοτέλη γράφτηκε ότι ο εύγλωττος Ογκουνσότο δεν μπορεί να γυρίσει από τη Ρωσία γιατί έχει χάσει τις πιστωτικές κάρτες και τη βίζα του και τα περιμένει στην ελληνική πρεσβεία. Αν λοιπόν η βίζα ήταν σφραγίδα στο διαβατήριο, τι έγινε και την έχασε; Βρέθηκε στην ανάγκη και έκοψε τη σελίδα;
Αλλο να τη βλέπεις την νταλίκα να έρχεται και άλλο να μπορείς να κάνεις κάτι για να γλιτώσεις. Ο Σωκράτης Κόκκαλης το καταλαβαίνει ότι τα κόζια αλλάζουν στη Λίγκα και την Ομοσπονδία. Είναι και ο λόγος που ξαναμπαίνει στο παιχνίδι ο Γιώργος Λούβαρης. Το θέμα, όμως, είναι με τι όπλα μπορεί να πολεμήσει ο «κύριος Γιώργος». Πριν από λίγα χρόνια, τις ερωτήσεις «γιατί ο Ολυμπιακός ευνοείται;» τις έκαναν οι άλλοι. Τώρα βλέπω τον κύριο Γιώργο να ρωτάει…
Αν πάντως το οικονομικό πρόβλημα του Κόκκαλη προέκυψε από τις λάθος ακριβές μεταγραφές, τον Παναθηναϊκό θα έπρεπε να τον είχαν κάνει μάντρα για υλικά οικοδομών. Για τον Μιχάλη Κωνσταντίνου, που ένα χρόνο έπαιξε καλή μπάλα, στον Παναθηναϊκό δώσανε τόσα λεφτά, που είναι ζήτημα αν ξεπεράστηκαν με τη μεταγραφή του Σισέ. Στον Παναθηναϊκό αν είχαν πιάσει από πώληση τα λεφτά της μεταγραφής του Λούα Λούα, ακόμα θα πανηγυρίζανε. Χωρίς να αναφερθώ στη μεταγραφή του Καστίγιο ή του Γεωργάτου, που ο Κόκκαλης τον πούλησε δύο φορές στην Ιντερ.
Το συμπέρασμα, φυσικά, δεν είναι ότι ο Ολυμπιακός και ο Κόκκαλης βγάλανε λεφτά από τις πωλήσεις παικτών. Αλλά από πωλήσεις ο Ολυμπιακός έχει βγάλει περισσότερα λεφτά από κάθε άλλη ελληνική ομάδα. Επίσης, ο Ολυμπιακός μπορεί να είχε πάντα μεγάλο μέσο όρο συμβολαίων, αλλά ο Παναθηναϊκός και πάλι έχει την τιμή να έχει κλείσει την υψηλότερη συμφωνία με ποδοσφαιριστή. Ο Πάουλο Σόουζα είχε έρθει στον Παναθηναϊκό με αμοιβή που ξεπερνούσε το δισεκατομμύριο δραχμές και επειδή οι δραχμές ακούγονται αρχαία ιστορία, σημαίνει τρία εκατομμύρια ευρώ. Σε τιμές 1999…
Εκεί που έχασε ο Παναθηναϊκός, και ο Γιάννης Βαρδινογιάννης έμεινε με τη ρετσινιά του «καβούρια», ήταν στα μικρά συμβόλαια. Ετσι κι ο παίκτης ερχόταν από τις ακαδημίες, μέχρι που να πάρει αμάξι που να δηλώνεται για τεκμήριο έπρεπε να ασπρίσουν τα μαλλιά του. Η μονάδα «Μπασινά», που σήμαινε ένα εκατομμύριο τον χρόνο, διατηρήθηκε μέχρι την εποχή του Σόουζα, με αποτέλεσμα να παίζουν στην ομάδα δίπλα δίπλα παίκτες που τα συμβόλαιά τους διέφεραν Χ1.000.
Και είπαν στον Μπασινά να αυξήσουν την αμοιβή του ζητώντας του να υπογράψει νέο συμβόλαιο. Σε αυτό το σημείο έχασε ο Παναθηναϊκός. Στα μουλαρώματα και στα «κύριος Μπασινάς» που έλεγε ο Φιλιππίδης, που «κύριος» ο ένας, «κύριος» ο άλλος, από τους παίκτες του Παναθηναϊκού ο μόνος που μουρμούρισε αλλά τελικά δεν έριξε μαύρη πέτρα στην Παιανία ήταν ο Καραγκούνης. Το θέμα είναι πώς το λες στον άλλο το θέμα και στο πώς το παρουσιάζεις.
Πώς παρουσιάστηκε η επέκταση του συμβολαίου του Ισμαέλ Μπλάνκο; Σαν επιτυχία της διοίκησης που έδεσε τον ποδοσφαιριστή για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, που απέτρεψε τη μεταγραφή του σε άλλη ομάδα και «πάμε όλοι για Ομόνοια να πανηγυρίσουμε». Στην πραγματικότητα η πλευρά του Μπλάνκο ήταν αυτή που ζήτησε την αναθεώρηση των όρων του συμβολαίου, δεχόμενη να το επεκτείνει μόνο με αύξηση των αποδοχών.
Ομολογουμένως ο Μπλάνκο με τα 350 χιλιάρικα της βασικής αμοιβής δεν έπαιρνε πολλά. Αλλά σε μια περίοδο που στην ΑΕΚ ψάχνονται από πού θα κόψουν, να παρουσιαστεί σαν επιτυχία η ανανέωση με μεγαλύτερες αποδοχές ενός συμβολαίου που τελείωνε το 2011, χρειάζεται πολύ καλή θέληση για να το δεχτείς.
Αντίθετα, δεν χρειάζεται προσπάθεια για να καταλάβεις ότι ο Πανιώνιος ενισχύεται σημαντικά με τη μεταγραφή του Ριέρα. Ο οποίος όχι μόνο ξέρει μπάλα, αλλά έχει και το mean streak, που λέμε και στη γλώσσα της μπάλας. Δηλαδή αν κάποιος τον κόψει και του πάρει την μπάλα, ο Ριέρα -αν και επιθετικός- δεν έχει πρόβλημα να του πάρει το πόδι. Ενα χαρακτηριστικό που κατά καιρούς παρατηρείται ακόμα και σε πολύ μεγάλους παίκτες.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση του Τζιοβάνι όλοι θυμούνται ότι ο Σέμος του είχε πάρει από πίσω τα πόδια στέλνοντάς τον στο νοσοκομείο για χιαστούς. Ελάχιστοι θυμούνται ότι όταν ο Τζιοβάνι στράβωνε, μπορούσε να γίνει Τσάκι Τσαν. Θυμίζω την αποβολή στο ματς με την Καλλιθέα, που ο Τζιοβάνι, επειδή είχε προβλήματα με τον Λεμονή, είχε ξεσπάσει ρίχνοντας κλοτσιά στον βιονικό Τσιμπλίδη.
Εχω κάθε συμπάθεια στους ποδοσφαιριστές που υποχρεώνονται να δίνουν συνεντεύξεις. Για την μπάλα που παίζει έγινε γνωστό το κάθε παλικάρι και όχι για την ευγλωττία του, οπότε υποχρέωση να πει φοβερά πράγματα δεν έχει, ούτε και μπορούν να του ζητάνε να έχει. Οπότε το καταφύγιο των δοκιμασμένων κλισέ είναι επιτρεπτό. Μόνο που καμιά φορά τα κλισέ δεν κολλάνε ιδιαίτερα αν τα σκεφτείς προσεκτικά.
Ρωτήθηκε λοιπόν ο Λουκάς Βύντρα για την γκρίνια του κόσμου με τα λάθη της άμυνας και απάντησε: «Πείτε μου έναν παίκτη που δεν κάνει λάθος». Σε πρώτη σκέψη, γίνεται και τίτλος. Σε δεύτερη σκέψη, άλλο να παίξω εγώ στόπερ, που το πρώτο λάθος μου θα είναι ότι θα δέσω τα παπούτσια, και άλλο ο Φέρντιναντ, που τα λάθη του τα θυμόμαστε επειδή είναι τόσο σπάνια.
Το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό αξίωμα το έχει πει ο Νίκος Αναστόπουλος. «Στο ποδόσφαιρο δεν κερδίζει ποτέ ο καλύτερος». Το σκέφτεσαι και έχεις την εικόνα του allenatore να φωνάζει «Ρε, θα ρεζιλευτούμε, ρε. Παίξτε, ρε, πιο χάλια».