Είναι διαφορετικό μια ομάδα να έχει ένα συγκεκριμένο μπάτζετ, που να ανακοινώνεται στον τεχνικό διευθυντή της ή όποιον άλλον κάνει τις μεταγραφές, για να ξέρει τα όρια που κινείται, και άλλο να έχει ένα που να ανακοινώνεται επίσημα και δημόσια. Το τι μπορεί να συμβεί όταν κάποια ομάδα δημοσιοποίησε το μπάτζετ της το παρακολουθούμε στον φετινό Παναθηναϊκό. Ο οποίος δυσκολεύεται να κάνει μεταγραφές, επειδή όλοι ξέρουν πόσα έχει για να δώσει και ότι το μπάτζετ του σήμερα είναι άθικτο.
Το θετικό για τον Παναθηναϊκό είναι ότι με το μπάτζετ των 25 εκατομμυρίων να είναι γνωστό οι προτάσεις των μάνατζερ δεν λείπουν. Το αρνητικό είναι ότι οι προτάσεις μοιάζουν να είναι φουσκωμένες, στη λογική «έχουν αυτοί για να δώσουν». Το αποτέλεσμα είναι ότι οι διαπραγματεύσεις δυσκολεύουν επειδή οι μάνατζερ ξεκινάνε την πώληση σε τιμές σούπερ κορόιδου. Η λύση είναι ο Παναθηναϊκός να κινηθεί για παίκτες που η τιμή τους είναι δεδομένη επειδή είτε είναι Ελληνες είτε με τη μεταγραφή τους έχουν ασχοληθεί άλλες ελληνικές ομάδες.
Ας πούμε λοιπόν ότι ο Παναθηναϊκός το παίζει μεταγραφικός κολαούζος του Ολυμπιακού. Στη λογική ότι με τις διαπραγματεύσεις που κάνει ο Ολυμπιακός έπειτα από 10 μέρες η τιμή του παίκτη δύσκολα θα πέσει παρακάτω. Σε αυτή τη λογική ο Παναθηναϊκός πρέπει να κλείνει τον Τετέι με 3,5 εκατομμύρια ντούκου, τον Μπομπό με ένα επτάρι max, ενώ για τον Ντραγκουτίνοβιτς η τιμή είναι δεδομένη αλλά αμφιβάλλω αν ο Παναθηναϊκός έχει άμεση ανάγκη για τόσο έμπειρο αλλά και ηλικιωμένο στόπερ.
Με τον Ολυμπιακό ο Παναθηναϊκός έχει το αβαντάζ ότι έχει το cash έτοιμο, ενώ ο Κόκκαλης θα πρέπει να βρει λεφτά από την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να κινηθεί. Το κόλπο όμως σταματάει εδώ. Γιατί η ΑΕΚ κινείται σε πιο χαμηλά επίπεδα και ελάχιστα ενδιαφέρει τον Παναθηναϊκό πόσο κατεβαίνει η τιμή του Μάκου ή του Λεονάρντο και η μόνη μεταγραφή του ΠΑΟΚ που θα μπορούσε να ενδιαφέρει ήταν του Κουτσιανικούλη, που δεν έπαιξε όμως ποτέ στην ελεύθερη αγορά λόγω Γκαγκάτση.
Στις μεταγραφές κάτι που επίσης εντυπωσιάζει είναι η ελαφρότητα με την οποία η διοίκηση της ΑΕΚ φορτώνει τον προϋπολογισμό της. Φυσικά ο Ιορντάκε μπορεί να είχε προτάσεις από την Κιέβο και την Μπορούσια του Μπόχουμ στην Παντούρι και το 75% του Μπάγεβιτς να τον έκανε να διαλέξει την ΑΕΚ. Φυσικά ο Καράμπελας μπορεί να είναι ένας παίκτης που κακώς δεν παρατηρήσαμε αρκετά για να καταλάβουμε ότι είναι επιπέδου πρωταθλητισμού. Φυσικά ο μικρός Μανωλάς μπορεί να παραβλέφθηκε στο πρώτο πέρασμά του από την ΑΕΚ. Και φυσικότατα άπαντες οι προαναφερθέντες είναι φθηνοί. Τρεις όμως φθηνοί παίκτες κάνουν έναν ακριβότερο και πιθανότατα καλύτερο. Η ΑΕΚ χρειάζεται ποιότητα στο κέντρο των χαφ και στους πλάγιους αμυντικούς, που με τους τρεις που πήρε δεν πρόκειται να τη βρει.
Την προηγούμενη εβδομάδα έγραφα για το λάθος του Παναθηναϊκού να στείλει τον Κώστα Αντωνίου χωρίς ατζέντα στη Μαδρίτη, για να μιλήσει φιλολογικά με τον Χορχέ Βαλντάνο. Η ετικέτα μπορεί να μην υποκαθιστά την ουσία, αλλά δείχνει το ειδικό βάρος του επισκέπτη και το επίπεδο των συνομιλιών. Συνήθως μια συνάντηση πρωθυπουργών έχει ατζέντα που έχει προκύψει από μια μεγαλύτερης διάρκειας συνάντηση υπουργών, η οποία προέκυψε από μια ακόμα μεγαλύτερης διάρκειας επικοινωνία των ειδικών γραμματέων. Το σημείο που βρίσκεται μια διαπραγμάτευση φαίνεται από το ειδικό βάρος των συνομιλητών. Πρόσφατο παράδειγμα οι διαπραγματεύσεις για τη μεταγραφή του Κρουζ στον Παναθηναϊκό. Οι οποίες έγιναν με κάθε τύπο διαπραγμάτευσης.
Ο Παναθηναϊκός ενδιαφέρθηκε. Ο Γιώργος Καραγκούνης πήρε τον Κρουζ για να κάνει το «ψηστήρι». Ο Κρουζ ειδοποίησε τον Τσίτερσπιλερ, έγινε επαφή με τον Παναθηναϊκό, η διαφορά στα προσφερόμενα και τα ζητούμενα ήταν μεγάλη αλλά όχι τρελή, στην Αθήνα ήρθε ο δεύτερος τη τάξει του γραφείου του Τσίτερσπιλερ, Γκουστάβο Γκέτσι, και έγινε η διαπραγμάτευση. Αρχικά μοιάζει να μην πήγε καλά, αλλά έστω και έτσι κανένας δεν έχει χάσει μούρη. Ούτε το πρώτο όνομα του γραφείου, ο Τσίτερσπιλερ, φορτώθηκε την αποτυχημένη διαπραγμάτευση ούτε ο παίκτης διέκοψε τις διακοπές του για να έρθει στην Αθήνα και μετά να ακούσει το «όχι».
Οποιος διαβάζει ιστορία ξέρει πόσο σημαντική είναι η ετικέτα, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οι απεσταλμένοι της Δύσης έπρεπε να περιμένουν ένα μήνα μέχρι να δουν τον σουλτάνο, ακόμα και αν η συνάντηση μπορούσε να γίνει την επόμενη μέρα από την άφιξή τους στην Κωνσταντινούπολη. Η συζήτηση στις διαπραγματεύσεις του Πανμουντζόν για την ανακωχή στον πόλεμο της Κορέας ήταν το αριστούργημα της ετικέτας του 20ού αιώνα.
Οι συζητήσεις έγιναν σε μια καλύβα που κατασκευάστηκε ακριβώς στον 38ο Παράλληλο, αλλά και το τραπέζι των διαπραγματεύσεων έπρεπε να στηθεί ακριβώς στη μέση με ένα σύρμα να χωρίζει τις δύο πλευρές του Παραλλήλου. Οταν δύο αντιπρόσωποι των Ηνωμένων Εθνών και της Κίνας συνομιλούσαν, οι υπόλοιποι στο τραπέζι έπρεπε να έχουν συνεχώς τον ίδιο αριθμό με αποτέλεσμα ένας από τους Αμερικανούς που είχαν μετάσχει στις συνομιλίες να γράψει αργότερα ότι τέσσερις μέρες καθόταν απέναντι σε ένα Βορειοκορεάτη κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον χωρίς να ανταλλάξουν ποτέ κουβέντα. Στο τέλος των συνομιλιών, όταν η κυβέρνηση της Νοτίου Κορέας έχτισε στην πλευρά της το «Σπίτι της Ελευθερίας», η κυβέρνηση της Βορείου Κορέας έχτισε στην πλευρά της το «Σπίτι του Λαού», ψηλότερο κατά τι για να φανεί η ανωτερότητα του συστήματος.
Σε αυτό το σημείο πιθανόν αποχαιρετάω την πιθανότητα να πάω ποτέ στη Βόρειο Κορέα, όπως ήταν πάντα το σχέδιο μαζί με τον Γ.Κ. Η βίζα για ταξίδι στη Βόρειο Κορέα χρειάζεται ένα χρόνο για να βγει, σε αυτόν τον χρόνο εξετάζονται ο βίος και η πολιτεία του αιτούντος και οποιοδήποτε κείμενο θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αφήνει αιχμές για την κυβέρνηση της συμπαθούς λαϊκής δημοκρατίας είναι bye, bye visa. Και με τις αντιδράσεις που δημιουργούν οι πυρηνικές δοκιμές της Βορείου Κορέας δεν το βλέπω να φτουράει για πολύ το σύστημα.
Με το αριστερό, τώρα, χέρι στην καρδιά. Ας πούμε ότι οι πυρηνικές δοκιμές που γίνονται από τη Βόρειο Κορέα γινόντουσαν από ένα άλλο κράτος που η κυβέρνησή του ήταν φιλική στους Αμερικανούς. Ας πούμε ότι αντί για τη Βόρειο Κορέα τις δοκιμές έκανε το Ισραήλ, ποια θα ήταν η επόμενη φορά που θα ξαναβλέπαμε το κέντρο της Αθήνας από τις διαδηλώσεις; Οπότε ας πέσουνε στα γόνατα οι καταστηματάρχες του κέντρου και ας ευχαριστήσουνε τον Κύριο ότι τις δοκιμές τις κάνει μια λαϊκή δημοκρατία, γιατί πάλι θα ψάχνανε για τζαμάδες.
«Ασπρα μούρα, μαύρα μούρα, είσαι μια παλιοχαμούρα» ισχύει και για την πυρηνική ενέργεια. Η διαφορά ανάμεσα στην αριστερή και τη δεξιά είναι στα μυαλά του δέκτη. Με τον καιρό, όμως, έμαθα ότι μαζί με τις καλές και οι κακές ιδέες επανέρχονται. Οπως αυτή με τη δημιουργία κλειστής λίγκας στην Ελλάδα. Δεν ξέρω ποιους λόγους είχε ο Γιάννης Κόντης και έφερε το θέμα στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της Σούπερ Λίγκας, αλλά η ιδέα αρχικά ήταν του Θωμά Μητρόπουλου.
Την είχε πει την εποχή του Alpha Digital, όταν τα λεφτά ήταν το ίδιο χοντρά με σήμερα και η λογική φυσικά ήταν να σταματήσουν οι ομάδες να επενδύουν χωρίς τον φόβο ότι θα χάσουν τα λεφτά από τα τηλεοπτικά της Α' Εθνικής. Τελικά η κουβέντα έμεινε στα χαρτιά και ξεχάστηκε μέχρι να την ξαναθυμηθεί προχθές ο Γιάννης Κόντης. Το ίδιο ξέχασα να γράψω ότι ο Γκαμάρα πήγε στην ΑΕΚ ναι μεν την εποχή του Μάκαρου, αλλά με προπονητή τον Φερνάντο Σάντος.
Ψάχνοντας λοιπόν τις ημερομηνίες των προπονητών της ΑΕΚ, έπεσα στο site του Διονύση Χιώτη. Ελεγε λοιπόν ο Χιώτης ότι παρά το ότι στον δεύτερο χρόνο του Σάντος ήταν αναπληρωματικός, τον εκτιμάει ως άνθρωπο. Για τον Λορένσο Σέρα Φερέρ απαξιούσε και να μιλήσει. Το ίδιο είχε κάνει και ο Μόρας σε μία τηλεοπτική εκπομπή που τον είχαμε. Νομίζω ότι στον μεγάλο διαγωνισμό «Ο πιο αντιπαθητικός κόουτς όλων των εποχών» ο Φερέρ θα ήταν το μεγάλο φαβορί.