Είναι το γεγονός της χρονιάς. Μπορεί εκ των πραγμάτων να θεωρηθεί και το κορυφαίο γεγονός για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Εννοώ τη μεταγραφή του Κριστιάνο Ρονάλντο από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στη Ρεάλ Μαδρίτης. Πιθανόν η μεταγραφή αυτή να αποκτήσει μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, όχι μόνο για το ποσό ρεκόρ που σημείωσε, και μάλιστα στο μέσο μιας πολύ μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όσο διότι οι αντιδράσεις που προκαλεί μπορεί να αποτελέσουν την αφορμή για την καθιέρωση θεσμικών αλλαγών στο ποδόσφαιρο.

Πολλοί μιλούν για την υπέρβαση των κανόνων ανταγωνισμού στο ποδόσφαιρο. Η Ρεάλ με αυτή την κίνηση, λένε, καταργεί κάθε σύνορο και κάθε περιορισμό. Και επιπλέον δεν μπορεί ούτε να την ελέγξει ούτε να τη σταματήσει κάποιος. Η αλήθεια είναι πως η κίνηση αυτή προκαλεί. Οικονομικά πρώτα από όλα. Πρόκληση, όμως, ανάλογη ήταν και τα χρήματα που είχε ξοδέψει παλιότερα η Ρεάλ για να αγοράσει τον Ζιντάν, σε μία εποχή στην οποία -να θυμίσω- το ελληνικό Δημόσιο πουλούσε την Ολυμπιακή με τα μισά χρήματα από όσα κόστισε στην ομάδα της Μαδρίτης ο «Ζιζού». Αλλές εποχές, βέβαια, όμως η περίφημη οικονομία του ποδοσφαίρου είχε ήδη εκτροχιαστεί.

Και τώρα αν η Ρεάλ, η ομάδα με τα μεγαλύτερα ετήσια έσοδα στον κόσμο, μπορεί να θεωρηθεί το τρένο που οδηγεί αυτή την οικονομία του ποδοσφαίρου, μοιάζει σαν «το τρένο της μεγάλης φυγής» του Αντρέι Κοντσαλόφσκι, που πηγαίνει γραμμή προς την καταστροφή. Αυτόν τον οικονομικό, πρωτίστως, εκτροχιασμό του ποδοσφαίρου τον είχαν αντιληφθεί αρκετοί και αυτός ήταν ένας από τους βασικούς ρόλους που οδήγησαν την ΟΥΕΦΑ στη δημιουργία του σχεδίου αδειοδότησης.

Ενα σχέδιο που φιλοδοξεί να βάλει τάξη στα οικονομικά των ομάδων. Η απορία στη συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκεται στο ποιος θα ελέγξει -και θα επιβεβαιώσει- την αλήθεια των οικονομικών στοιχείων της Ρεάλ. Μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει ακριβή γνώση των χρεών της Ρεάλ Μαδρίτης. Ανάλογα με τις εκτιμήσεις, κυμαίνονται από 348 έως 550 εκατομμύρια ευρώ. Στο τέλος Ιουνίου αναμένεται να ανακοινώσει έσοδα για την περασμένη χρονιά που φθάνουν τα 408 εκατομμύρια ευρώ. Τα κέρδη προ φόρων υπολογίζεται να φθάσουν τα 58 εκατομμύρια και οι άνθρωποι της μαδριλένικης ομάδας υποστηρίζουν ότι κατάφεραν να μειώσουν το χρέος τους κατά 17%.

Ωραία, αλλά πόσο ήταν το χρέος; Και ένα δεύτερο ερωτηματάκι. Πέρα από ένα δάνειο 120 εκατομμυρίων που πήρε ο πρόεδρος της Ρεάλ από τον τραπεζικό τομέα, τα υπόλοιπα χρήματα που θα ξοδέψει για τις μεταγραφές από πού θα έρθουν; Ανάλογα είναι τα ερωτήματα που μπορεί να υποβάλει κάποιος και σε άλλες ομάδες που ξόδεψαν πέρυσι ή πρόπερσι μεγάλα ποσά. Ας πούμε η Τσέλσι έχει την πολυτέλεια να επικαλείται το πορτοφόλι και την τρέλα του ιδιοκτήτη της, στον οποίο χρωστά ήδη 600 εκατομμύρια ευρώ. Και αν κάποτε ο Αμπράμοβιτς την πουλήσει θα συνεκτιμήσει στην τιμή και αυτά τα 600 εκατ.

Η Γιουνάιτεντ χρωστά πάνω από 650 εκατομμύρια -το δάνειο που πήρε ο Γκλέιζερ για να την αγοράσει και το φόρτωσε στην ομάδα- και τα τελευταία τρία χρόνια πλήρωσε γύρω στα 250 εκατομμύρια σε δόσεις και τόκους. Ενα και μόνο στοιχείο που δείχνει την επικίνδυνη ζώνη στην οποία βρίσκεται το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο αφορά το συνολικό χρέος των ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ και της Πριμέρα Ντιβιζιόν.

Πρόκειται για ένα ποσό που φθάνει τα 6,7 δισ. ευρώ. Και αυτό το ποσό είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της φούσκας μέσα στην οποία αναπτύσσεται η οικονομική λογική του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Ευρώπη. Μία φούσκα που θα σκάσει αργά ή γρήγορα και το πρώτο θύμα της θα είναι το ίδιο το παιχνίδι. Οι αεριτζήδες και οι κάθε λογής ενδιάμεσοι εν τω μεταξύ θα έχουν κάνει περιουσίες. Σαν υστερόγραφο και σαν κουίζ. Θυμόσαστε πόσο κόστισε η μεταγραφή του Μεντιέτα στη Λάτσιο και τι προσέφερε ο Ισπανός στην ιταλική ομάδα;

Διαφορά αντιλήψεων

Οτρόπος δράσης της Ρεάλ, που δεν είναι -όπως θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος- ο τρόπος δράσης του Πέρεθ, παρ' όλο που αυτός τον έκανε γνωστό παγκοσμίως και με ιδιαίτερη έμφαση στην εποχή των πρώτων «galacticos», είναι ένας από τους δύο τρόπους για να διαχειριστείς μία ομάδα στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Και είναι ο τρόπος εκείνος που δίνει βάρος και προωθεί το οικονομικό μέρος της ιστορίας, χρησιμοποιώντας το παιχνίδι ως πρόσχημα. Εκείνο που ενδιαφέρει πρώτα από όλα τη Ρεάλ είναι να πουλήσει. Στη Νοτιοανατολική Ασία, στην Αφρική, στην Κίνα, στην Ινδία.

Να πουλήσει φανέλες και τηλεοπτικά δικαιώματα. Να πουλήσει διασημότητες, όπως ο Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Κακά, ο Βίγια. Και όσο περισσότερο επενδύουν πάνω τους οι διαφημιστές τόσο μεγαλύτερη έκθεση θα χρειάζονται, τόσο μεγαλύτερη δημοσιότητα θα επιζητούν και θα απολαμβάνουν. Η ιστορία μοιάζει με ένα φίδι που τρώει την ουρά του. Η Ρεάλ, περισσότερο και από μία ποδοσφαιρική ομάδα, είναι ένα περιφερόμενο τσίρκο του μάρκετινγκ. Η Ρεάλ δημιουργεί επιθυμίες. Να ντυθείς όπως ο Κακά, να πάρεις το αυτοκίνητο που διαφημίζει ο Ρονάλντο, να αγοράσεις τα γυαλιά ηλίου του Βίγια.

Αλλοι ακολουθούν ένα διαφορετικό μοντέλο. Που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί «μικτό» με την έννοια ότι αποδέχεται τον ρόλο της αγοράς, αλλά δεν τον αφήνει να καπελώνει το παιχνίδι. Σκεφτείτε τη σύνθεση της Μπάρτσα στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Στην ενδεκάδα είχε επτά ποδοσφαιριστές που έρχονται από τα φυτώριά της. Και αυτή είναι μία ομάδα που αγοράζει ποδοσφαιριστές, αλλά φροντίζει να επενδύει στην παράδοση -που την κρατά συνδεδεμένη με τον κόσμο της- και στα τμήματα υποδομής, τα οποία κάποια στιγμή μπορεί να εκμεταλλευτεί με όρους αγοράς.

Εκεί που η Ρεάλ δημιουργεί επιθυμίες, η Μπάρτσα ικανοποιεί τη βασική ανάγκη που θα έπρεπε να ικανοποιεί μία ποδοσφαιρική ομάδα. Να παρουσιάζει όμορφο ποδόσφαιρο, ελκυστικό, θεαματικό. Και το ποδόσφαιρο της Μπάρτσα είναι τέτοιο, όπως κάποιες φορές υπήρξε και το ποδόσφαιρο της Ρεάλ. Η διαφορά είναι ότι στο μοντέλο της Μπάρτσα και για λόγους παράδοσης το παιχνίδι έρχεται πριν από την αγορά.

Υπουργέ, βρέχει...

Μόλις άκουσα στο ραδιόφωνο ότι μία μεγάλη φωτιά βρίσκεται σε εξέλιξη στη Ριτσώνα και ότι δεν επαρκούν τα εναέρια μέσα φοβήθηκα ότι πάλι θα φορέσουν τζάκετ στον πρωθυπουργό και θα τον τρέχουν στα Πεντάγωνα μεσημεριάτικα. Αλλά, ευτυχώς, ο πρωθυπουργός είχε κολλητό τον αξιωματικό υπηρεσίας και τη γλίτωσε τη λέζα. Ο αξιωματικός υπηρεσίας, πάντως, δεν είναι εκείνος που ήταν πρόπερσι με τις μεγάλες φωτιές. Είναι ένας καλύτερος.

Που μας είπε ότι, αφού στη Βόρεια Ελλάδα βρέχει ακόμα, δεν χρειάζεται να νοικιάζουμε ελικόπτερα για να σβήσουμε φωτιές στη Νότια Ελλάδα. Αφού δεν έχει φιλότιμο ο καιρός να βρέξει και εκεί... Βέβαια, αν είχαμε τα ελικόπτερα κάτι θα σώναμε από τα πεύκα που καήκανε, αλλά ουδέν κακόν αμιγές καλού. Μας έμεινε στην τσέπη το νοίκι των ελικοπτέρων. Και όσο για τίποτε μικρά πεύκα για αναδάσωση, δεν είναι δουλειά της κυβέρνησης, αλλά του ΣΚΑΪ.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube