Εγραφα χθες ότι ανάμεσα στις εξαιρετικές κινήσεις που έκανε ο Φέργκιουσον τη χρονιά που ολοκληρώνεται βρίσκεται και η επιλογή του να βρει ρόλο και χρόνο συμμετοχής στη βασική ενδεκάδα στους παλιούς της ομάδας. Μία κίνηση που έχει, πάνω και από την όποια αγωνιστική, κυρίως ψυχολογική–συμβολική σημασία. Βλέποντας κάποιος νεότερος ποδοσφαιριστής τον Γκιγκς, τον Νέβιλ ή τον Σκόουλς να αγωνίζεται δίπλα του, αντιλαμβάνεται τη σημασία της συνέχειας και τη δύναμη της παράδοσης, αρετές για τις οποίες διακρίνονται οι πραγματικά μεγάλες ομάδες.
Αυτό, όμως, που έκανε ο σερ Αλεξ, το κάνουν εδώ και χρόνια στην Μπαρτσελόνα. Η συνέχεια και η παράδοση είναι χαρακτηριστικά της ιστορίας της ομάδας των Καταλανών, που σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα το αγωνιστικό κομμάτι, αυτή η παράδοση ενδυναμώθηκε από την εποχή που ο Κρόιφ φόρεσε τη φανέλα των μπλαουγκράνα και άφησε τη σφραγίδα του στο επιθετικό–θεαματικό παιχνίδι της ομάδας. Και σε αυτή την ομάδα της Μπάρτσα υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που ενσαρκώνει με τον καλύτερο τρόπο τις αξίες της συνέχειας και της παράδοσης.
Ο Πουγιόλ είναι η καταλανική σημαία, η εικόνα του πνεύματος αυτονομίας που μεταφέρει η ομάδα εδώ και πάνω από 100 χρόνια. Ο Αντρές Ινιέστα, όμως, είναι η εικόνα του πνεύματος της Μπάρτσα που περνάει από γενιά σε γενιά. Είναι όλα όσα περιέχει η «κιβωτός της διαθήκης» μιας ομάδας που ισχυρίζεται ότι είναι «κάτι περισσότερο από ένας σύλλογος». Οταν κάποιος που ξέρει την ιστορία της ομάδας τη βλέπει στον αγωνιστικό χώρο, αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Ινιέστα τον γιο και στο πρόσωπο του Γκουαρντιόλα τον πατέρα.
Ο Γκουαρντιόλα, που ήταν αρχηγός της ομάδας της Μπάρτσα στις αρχές της δεκαετίας του '90, ήταν το είδωλο του Ινιέστα. Στη La Masia, στην ακαδημία της Μπάρτσα, η αφίσα του Γκουαρντιόλα κέρδιζε τις εντυπώσεις και τον χώρο στον τοίχο του δωματίου του. Συνηθισμένο, αλλά η ιστορία μερικές φορές γράφεται με πολύ συνηθισμένο τρόπο. Ο Ινιέστα εντάχθηκε στην Μπάρτσα στα 12 του και από τα πρώτα παιχνίδια του με την ομάδα των μικρών της Μπάρτσα όλοι μιλούσαν για τον Andresito, τον μικρό Αντρέας.
Οταν ο Γκουαρντιόλα πήγε να τον δει σε ηλικία 14 ετών, στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου ομάδων κάτω των 15, τον Ιούλιο του 1999 στο «Καμπ Νόου», από περιέργεια για τις φήμες που κυκλοφορούσαν για τον θαυματουργό μικρό, είχε πει πως «αυτός ο μικρός διαβάζει το παιχνίδι καλύτερα κι από μένα». Πιθανώς υπερβολή για την εποχή που ειπώθηκε. Αλλά τώρα; Σε εκείνο τον τελικό η Μπάρτσα είχε κερδίσει τον τίτλο με ένα γκολ του Ινιέστα, σχεδόν ίδιο με αυτό που πέτυχε στο «Στάμφορντ Μπριτζ» και έδωσε στην ομάδα του το «εισιτήριο» για τον τελικό.
Τώρα; Ο σερ Αλεξ δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι σε αντίθεση με το τι πιστεύει ο πολύς κόσμος (ότι η δύναμη της Μπάρτσα βρίσκεται στους επιθετικούς της), η πραγματική της δύναμη βρίσκεται στα χαφ. Σε αυτούς που χτίζουν την επίθεσή της κομμάτι κομμάτι. Ο Ινιέστα και ο Τσάβι ξέρουν και το ομολογούν πως είναι καρποί του συστήματος της Μπάρτσα. Που θέλει τον 16χρονο Ινιέστα να καλείται για πρώτη φορά στην πρώτη ομάδα της Μπάρτσα με πρόταση του Γκουαρντιόλα και να μη βρίσκει στο τρένο το σαλόνι όπου μαζεύονταν οι ποδοσφαιριστές. Αν δεν τον έβρισκε κάπου χαμένο ο Λούις Ενρίκε…
Ο Ινιέστα την τελευταία διετία του Ράικαρντ έκατσε πολλές φορές στον πάγκο για να εξυπηρετηθούν οι εγωισμοί ορισμένων, αλλά δεν έκανε τη φασαρία που θα έκανε άλλος στη θέση του. 'Η αν έκανε, δεν θα τον άκουγε κανείς. Ο Τσάβι συνηθίζει να λέει ότι ο Ινιέστα θα ήταν ο πιο πλήρης Ισπανός ποδοσφαιριστής αν είχε καλές δημόσιες σχέσεις. Αλλά αυτός ο μικρόσωμος διάβολος από το Αλμπαθέτε δεν παίζει μπάλα για να δίνει αυτόγραφα ή για να βλέπει γύρω του κάμερες και μικρόφωνα. Παίζει μπάλα γιατί του αρέσει.
Η δημοσιογραφία του προέδρου
Δεν γνωρίζω αν η νέα διοίκηση που θα αναδειχθεί μετά τις εκλογές της ΕΣΗΕΑ, ανάμεσα σε όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα τα ΜΜΕ, θα πάρει στα σοβαρά υπόψη της την κατηγοριοποίηση των δημοσιογράφων, όπως τη δημοσιοποίησε στην προχθεσινή του συνέντευξη ο πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός, Σωκράτης Κόκκαλης. Ο γράφων έχει ένα μικρό πρόβλημα με αυτή την κατηγοριοποίηση, καθώς δεν μπορεί να τοποθετήσει τον εαυτό του σε κάποια από αυτές. Αλλά οι ψυχαναλυτές δεν θα γίνουν κλέφτες.
Τέτοια προβλήματα επιλύουν συνήθως. Αλλωστε αν η δημοσιογραφία δεν ενοχλούσε τους προέδρους θα είχε μεταβληθεί στην υψηλή τέχνη συγγραφής του δελτίου Τύπου. Πέρα, όμως, από τις αποστροφές περί δημοσιογραφίας, ο κ. Κόκκαλης είπε αρκετά πράγματα για το παρόν και για το μέλλον της ομάδας. Νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον, σύμφωνα με την εκτίμησή μου, να εστιάσουμε κάπως στα όσα είπε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού γύρω από τις προοπτικές μιας ευρωπαϊκής διάκρισης της ομάδας του Πειραιά, που 4 χρόνια πριν, αστειευόμενος, περίμενε να δει στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ που έγινε στο ΟΑΚΑ και στον οποίο βρέθηκαν αντιμέτωπες η Μίλαν και η Λίβερπουλ.
Ο πρόεδρος, τώρα, κατάλαβε πως ο τελικός του Τσάμπιονς Λιγκ ούτε σαν αστείο δεν συζητιέται, αλλά ούτε σαν αστείο δεν συζητιέται και ο τελικός του ΟΥΕΦΑ. Μας είπε, μάλιστα, ότι ο Αχμέτοφ, ο πρόεδρος της Σαχτάρ, έχει ξοδέψει πολλά χρήματα για να φτάσει εκεί, κάτι που ο ίδιος ο κ. Κόκκαλης δεν είναι διατεθειμένος να κάνει. Δεν μπορεί, άλλωστε, όπως δεν μπορεί και η Βέρντερ, η οποία όμως έφτασε στον τελικό χωρίς να ξοδέψει και την οποία ο Ολυμπιακός είχε νικήσει με άνεση. Συνεπώς, σε επίπεδο στόχων, εδώ στα επί τα αυτά. Πρωτάθλημα για να μπαίνουμε στους ομίλους, να παίρνουμε τα εκατομμύρια και να βγαίνουν τα λειτουργικά έξοδα της εταιρείας, της οποίας, από φέτος, θα περιορίσουμε λίγο τον προϋπολογισμό, ξεκινώντας από τον προπονητή.
Επιλογή με ρίσκο, όπως ο ίδιος ο κ. Κόκκαλης χαρακτήρισε τον Κετσπάγια, θα αναδείξει νεαρούς ποδοσφαιριστές στην πρώτη ομάδα (δηλαδή δεν θα ζητάει μεταγραφές) και επειδή έχει εμπειρία από τα προκριματικά, φαίνεται ότι μπορεί να διασφαλίσει την πρόκριση του Ολυμπιακού στους ομίλους. Σύντομα θα ξέρουμε. Και του χρόνου τέτοια εποχή θα γνωρίζουμε ακόμη περισσότερα σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες του Κετσπάγια να πετύχει τους εγχώριους στόχους αλλά και το αν μπορεί κάποιος να ζητήσει ευθύνες από τον κ. πρόεδρο για τις λανθασμένες του επιλογές.
Για τον Μιχάλη
Δεν είναι καθόλου εύκολο να γράψεις για ανθρώπους που χάνονται. Για ανθρώπους που αγάπησες. Ο Μιχάλης, πολύ πάνω από αυτά που λέει το βιογραφικό του και η πολιτική του δράση, ήταν πρώτα από όλα ένας άνθρωπος αξιαγάπητος. Τον Μιχάλη όταν τον γνώριζες τον αγαπούσες. Και αυτό ήταν αρκετό. Και για σένα και για εκείνον. Μαζί του μοιράστηκα πάνω από δέκα χρόνια τους δρόμους ανάμεσα στην Αθήνα, το Στρασβούργο και τις Βρυξέλλες. Και δεν ήταν μόνον ο χρόνος που μοιραστήκαμε.
Αλλα και οι διαφωνίες και οι χαρές και οι πίκρες και οι εκπλήξεις και οι μπίρες και τα κρασιά και οι φίλοι και οι ιδέες και ο καπνός –εκείνος ο δανέζικος, Μιχάλη, που μου είχες φέρει και μου είπες το κόλπο με το καρότο για να μένει υγρός– και τα βιβλία και οι αγωνίες. Από τον Μιχάλη έμαθα πολλά. Οπως όλοι όσοι τον γνώριζαν. Με τον Μιχάλη αγάπησα πράγματα και τόπους που αγνοούσα. Χωρίς τον Μιχάλη, όμως, το σταυρόλεξο της αγαπημένης του «Monde» θα μένει άλυτο. Γιατί εμένα δεν μου πάει να συμπληρώσω το 1 καθέτως με ορισμό fin de la vie, τέσσερα γράμματα.