«Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα». Αυτό θα μπορούσε να είναι το ταμπελάκι έξω από την πόρτα που γίνονταν τα πάλαι ποτέ γκράντε Δ.Σ. του Παναθηναϊκού, τα οποία πλέον μπορούν να γίνονται ακόμα και σε ασανσέρ: και όλοι χωράνε και δεν υπάρχει ο φόβος να την κοπανήσει και κανένας άλλος. Τουλάχιστον τώρα πια ελπίζω ότι θα συνεννοούνται πολύ πιο εύκολα αυτοί που έμειναν - οι αφοι Γιαννακόπουλοι και ο Νίκος Πατέρας κατά βάση.
Με την αποχώρηση του κ. Βγενόπουλου από τα παναθηναϊκά δρώμενα θυμήθηκα την τελευταία του συνέντευξη στον NovaΣΠΟΡ FM πριν από λίγες μέρες. Τότε που είπε πολλά ενδιαφέροντα και μεταξύ άλλων τόνισε ότι δεν είχε καμία ανάγκη την ενασχόλησή του με την ομάδα για να γίνει γνωστός ή για να ανοίξει δρόμους για άλλες μπίζνες. Θυμήθηκα και το άλλο το τσιτάτο που είπε στην Κύπρο, όταν τον ρώτησαν για τον Παναθηναϊκό στα πλαίσια της μεταφοράς της MARFIN από την Κύπρο στην Ελλάδα κι εκείνος απάντησε «εδώ μιλάμε για δουλειές, για σοβαρά πράγματα, ο Παναθηναϊκός είναι χόμπι». Προφανώς δεν μπορείς να αναγκάσεις κανένα να έχει στην κορυφή της πυραμίδας των ασχολιών του την αγαπημένη του ομάδα. Αλλά ελπίζεις (ή «απαιτείς») να τη θεωρεί κάτι πιο σημαντικό από συλλογή γραμματοσήμων. Αν κάνουμε μια αποτίμηση αυτού του ενός χρόνου της πολυμετοχικότητας και της παρουσίας του κ. Βγενόπουλου στον Παναθηναϊκό, τότε εγώ θα πω ότι η ομάδα τον αγάπησε περισσότερο απ' όσο την αγάπησε εκείνος. Φυσικά και όποιος ανακατεύεται με έναν τόσο μεγάλο σύλλογο έχει παράπλευρα οφέλη. Φυσικά και τον έμαθαν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι από τους «αναγνώστες των σομόν σελίδων των εφημερίδων» που τον γνώριζαν πέρυσι τέτοιον καιρό. Φυσικά και η διαφήμιση που εξασφάλισε αυτόν τον χρόνο ήταν δεκαπλάσιας αξίας από τα χρήματα που έβαλε για να αγοράσει μετοχές. Να πάρει αέρα έβγαινε στο μπαλκόνι και ξεφύτρωναν δέκα μικρόφωνα, μήπως και του ξεφύγει και καμιά κουβέντα μαζί με την αναπνοή. Ο Ανδρέας Βγενόπουλος, λοιπόν, πήρε πολλά περισσότερα απ' όσα έδωσε, επιβεβαιώνοντας για μία ακόμα φορά πόσο ικανός μάνατζερ είναι.
Κοιτώντας πίσω, θα έλεγε κανείς ότι λειτούργησε με ένα συγκεκριμένο πλάνο, μια τακτική, ένα στόχο τον οποίο μόλις πέτυχε, δεν βρήκε άλλο λόγο παραμονής του στο ποδόσφαιρο: να βγάλει από το «logo» του Παναθηναϊκού το όνομα των Βαρδινογιάννηδων. Στην αρχή κατάφερε να πιέσει ώστε να ανοίξουν οι πόρτες της ομάδας και να μπει κι άλλος κόσμος μέσα, «για μια Πανάθα νέα».
Στη συνέχεια άνοιξε εφημερίδα (τον «Πράσινο Τύπο»), την οποία έκλεισε σύντομα, έπειτα από ένα σύντομο πόλεμο κόντρα σ' αυτούς με τους οποίους είχε συμμαχήσει κάποτε για να μπουν παρέα στον Παναθηναϊκό: τους αδελφούς Γιαννακόπουλους. Κατόπιν πίεσε -και κατάφερε- να κλείσει το «Derby», συμφερόντων και επιρροής της οικογένειας Βαρδινογιάννη. Και -καθόλου τυχαία- μόλις ο Γιάννης Βαρδινογιάννης ανήγγειλε την αποχώρησή του από το Δ.Σ., την αυτοπεριθωριοποίησή του, σαν να μην είχε πια ενδιαφέρον το παιχνίδι, σαν να μην υπήρχε πια αντίπαλος πόλος, αποχωρεί κι εκείνος.
Το κύριο μέλημα του Ανδρέα Βγενόπουλου τον τελευταίο καιρό ήταν να στηριχθούν ο πρόεδρος Νίκος Πατέρας, ο Τεν Κάτε και ο Αντωνίου, να κλείσουν τη διετία και να κριθούν συνολικά. Αναρωτιέμαι κάτι πολύ απλό: γιατί να μην ισχύει το ίδιο χρονικό διάστημα και για τους μετόχους; Και για την πολυμετοχικότητα; Να κλείσει όλο το εγχείρημα διετία και μετά να κριθούν και οι μέτοχοι και ο πρόεδρος και ο προπονητής και ο διευθυντής ποδοσφαίρου;
Γιατί έπρεπε από τον πρώτο κιόλας χρόνο τόσο ο Γιάννης Βαρδινογιάννης όσο και ο Ανδρέας Βγενόπουλος να κατέβουν από το τρένο; Και τώρα πια, στο φινάλε της διαδρομής, ποιος μπορεί να πιστέψει ότι ο κ. Βγενόπουλος αποχωρεί επειδή δεν εγκρίθηκαν τα 40, 50 ή 60 εκατομμύρια για μεταγραφές ή επειδή δεν έγινε τίποτα για τα υβριστικά συνθήματα που ακούγονται στα γήπεδα; Ποιος θα πει «μπράβο, βρε Ανδρέα, ήσουν παλικάρι, έδωσες τη μάχη σου, αλλά δεν μπορείς να τα βάλεις με το κατεστημένο εντός κι εκτός ομάδας»; Ούτε καν ο καθρέφτης του. Τα όμορφα λόγια όμορφα κάηκαν.