Η «τραγωδία» σε μία χρονιά κατά την οποία είδαμε όμορφο ποδόσφαιρο, όχι φυσικά στην Ελλάδα, αλλά σε επίπεδο Τσάμπιονς Λιγκ και σε κάποια ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, είναι ότι η τελευταία αγωνιστική εντύπωση για έναν θεατή μετά τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ θα είναι το παιχνίδι ΠΑΟ – ΑΕΚ στα μπαράζ του ελληνικού πρωταθλήματος. Φαντάζομαι ότι η ποιότητα του θεάματος στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ θα είναι κάπως καλύτερη από εκείνη του ελληνικού ντέρμπι και νομίζω πως θα άξιζε να αποτελέσει την τελευταία εικόνα, αλλά περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
Ο αυριανός τελικός είναι για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια ο πιο δίκαιος τελικός, με την έννοια ότι βρίσκονται αντιμέτωπες οι δύο καλύτερες ομάδες της χρονιάς που τελειώνει. Οι πιο επιθετικές, οι πιο θεαματικές. Ο γράφων, εδώ και καιρό έχει εκφράσει την υποστήριξή του στους Καταλανούς, αν και πιστεύει ότι οι Αγγλοι έχουν το προβάδισμα για δύο κυρίως λόγους, τον εξής ένα: τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον.
Ο μάνατζερ της Γιουνάιτεντ φέτος περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά διαχειρίστηκε με υποδειγματικό τρόπο το υλικό του. Και είχε ένα υλικό στα χέρια του με πολλές αντιθέσεις. Στην επίθεση έπρεπε να διαχειριστεί και να ισορροπήσει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους Ρούνεϊ, Τέβεζ και Μπερμπάτοφ, την ώρα που έπρεπε να «καλοπιάνει» τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ο οποίος στο τέλος της περασμένης χρονιάς ήταν έτοιμος να αφήσει τη Γιουνάιτεντ για τη Ρεάλ Μαδρίτης. Αυτή η ιστορία εξελίχθηκε σε ένα «σίριαλ» που ψύχρανε τις σχέσεις του Πορτογάλου με τους φίλους της ομάδας και τους συμπαίκτες του.
Παράλληλα, όφειλε να ανταποκριθεί και στην πρόκληση της ανάδειξης νέων ποδοσφαιριστών, οι οποίοι θα έπρεπε να αποκτήσουν εμπειρίες, ώστε να μπουν σταδιακά στην πρώτη ομάδα. Τρίτη πρόκληση για τον σερ Αλεξ ήταν η δημιουργία μιας ισχυρής άμυνας για την οποία δεν θα χρειαζόταν να ξοδέψει επιπλέον χρήματα. Η τελευταία, αλλά όχι λιγότερο δύσκολη, ήταν να δώσει χρόνο συμμετοχής και ρόλο στις παλιές καραβάνες Νέβιλ, Σκόουλς και Γκιγκς. Ε, για να καταφέρεις να ισορροπήσεις μέσα σε τόσες πολλές αντιθέσεις, δεν αρκεί μόνο να είσαι καλός τακτικιστής και να γνωρίζεις καλά τις αγωνιστικές παραμέτρους του παιχνιδιού.
Πρέπει να τα πηγαίνεις καλά και με τη διαχείριση των χαρακτήρων και την ψυχολογία. Ο Φέργκιουσον γνωρίζει καλά ότι τις μεγάλες ομάδες δεν τις κάνουν μόνο οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές και τα υψηλά μπάτζετ, αλλά και η ψυχολογία. Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ήθελε και την αγωνιστική παρουσία των «παλιών» στην ομάδα, για να περάσει και στους νεότερους την αίσθηση της συνέχειας, μία αίσθηση που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τρίτη συνεχή κατάκτηση του αγγλικού πρωταθλήματος.
Ξέρετε, η αίσθηση της συνέχειας είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των μεγάλων ομάδων και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυτή την αίσθηση καλλιεργεί με την ίδια επιμονή και η Μπαρτσελόνα, γεγονός που υπογραμμίστηκε την περσινή χρονιά, όταν ο Γκουαρντιόλα κάθισε στον πάγκο των «μπλαουγκράνα». Επιστρέφοντας στον Φέργκιουσον, πρέπει να του αναγνωρίσει κάποιος την ικανότητα που έχει να φτιάχνει το ιδανικό μείγμα έμπειρων και νέων παικτών.
Ομως, πάνω απ' όλα εκείνο που νομίζω ότι τον κάνει να ξεχωρίζει είναι η αστείρευτη όρεξή του να κερδίζει τίτλους. Στην Αγγλία λένε χαρακτηριστικά πως αν υπήρχε ένα τουρνουά στο φεγγάρι για τον πρώτο διαπλανητικό τίτλο της ιστορίας, ο σερ Αλεξ θα πήγαινε με την ομάδα του εκεί για να κερδίσει. Πάντως, μπορεί ο Βίντιτς να χρίζεται ποδοσφαιριστής της χρονιάς, αλλά τα δικά μου μάτια όλη αυτή τη χρονιά έψαχναν στην ενδεκάδα της Μάντσεστερ έναν κοκκινομάλλη, κοντό, 36άρη, πεισματάρη χαφ που παίζει ποδόσφαιρο τόσα χρόνια, παρά το γεγονός ότι είναι ασθματικός, και δίνει στους «κόκκινους διαβόλους» μια αλλιώτικη σιγουριά.
Γράφω για τον Πολ Σκόουλς, έναν σεμνό εργάτη που ποτέ δεν επιδίωξε την προβολή, αλλά πάντοτε έδινε όλες του τις δυνάμεις για την ομάδα στην οποία αγωνίζεται από τα δεκαέξι του. Μία ομάδα που είναι πια η οικογένειά του.
Οι ιοί από τα βιολογικά εργαστήρια
Tα ζήσαμε πρόσφατα. Τη σύγχυση, τον πανικό και την παραπληροφόρηση γύρω από τη διάδοση και τη σοβαρότητα της γρίπης των χοίρων ή της «νέας γρίπης». Το φαινόμενο ενός ιού που μπορεί να εξαπλωθεί και να εκδηλωθεί σε πανδημία είναι σίγουρο –με βάση όσα υποστηρίζουν οι επιστήμονες- ότι θα το αντιμετωπίσουμε οπωσδήποτε στο μέλλον. Ομως, μία διάσταση αυτής της ιστορίας έχει πολύ ενδιαφέρον. Και αυτή η διάσταση αφορά τις λοιμώξεις που σημειώνονται στα βιολογικά εργαστήρια των ΗΠΑ.
Τα ατυχήματα αυτά δεν δηλώνονται, δεν αναφέρονται, δεν δημοσιεύονται. Μολονότι τα τελευταία 40 χρόνια δεν έχει επιβεβαιωθεί καμία περίπτωση ασθενούντος επιστήμονα ο οποίος να μετέδωσε την εργαστηριακά προερχόμενη λοίμωξή του σε περισσότερο κόσμο, είναι σίγουρο πως θα μπορούσε να σημειωθεί μία γρήγορη εξάπλωση θανατηφόρων λοιμώξεων με τις σύγχρονες αεροπορικές συγκοινωνίες.
Το σημαντικότερο, μάλιστα, είναι ότι εξαιτίας της νοοτροπίας ή της τάσης να μην αναφέρονται τέτοια περιστατικά, αλλά και εξαιτίας της χαλαρής εφαρμογής των ήδη αδύναμων κανονισμών σχετικά με αναφορές αυτού του τύπου στις ΗΠΑ, αυξάνει η πιθανότητα να συμβούν τέτοιες δευτερογενείς λοιμώξεις. Μάλιστα, ορισμένοι επιστήμονες πιστεύουν ότι μάλλον έχουν ήδη συμβεί οι εν λόγω λοιμώξεις, μια και σε άλλες χώρες έχει επίσημα διαπιστωθεί η εξάπλωση στο ευρύτερο κοινό λοιμώξεων εργαστηριακής προέλευσης, όπως των ιών της ευλογιάς, του SARS, του Marburg και του Η1Ν1.
Τα ερευνητικά ινστιτούτα προτιμούν να μην τους επιρρίπτονται ευθύνες ή αποφεύγουν να έρχονται αντιμέτωπα με τη δημόσια δυσφήμηση κι έτσι, πολλά επιλέγουν να αποκρύπτουν τα όποια σφάλματά τους, ελπίζοντας να μην έχουν τραβήγματα με τις ομοσπονδιακές αρχές. Σύμφωνα με μια ομάδα ειδικών σε θέματα βιοασφάλειας, η οποία ανακοίνωσε τα συμπεράσματά της πριν από δύο χρόνια, σε πολλά εργαστήρια μελετώνται ασθένειες μη ιάσιμες, οπότε όλοι μπορούν να καταλάβουν τους πιθανούς κινδύνους. Πολλά από αυτά τα εργαστήρια είναι πανεπιστημιακά και αν έχουν κάποιο ατύχημα και το αναφέρουν, σχεδόν πάντα χάνουν την επιχορήγησή τους.
Μικρή παρηγοριά
Είναι από τα πιο παρήγορα πράγματα που σημειώθηκαν φέτος στο ελληνικό ποδοσφαιρικό σύμπαν. Το γεγονός ότι το μπαράζ ανάμεσα στον Παναιτωλικό και τη Ρόδο κέρδισε χώρο στις εφημερίδες, κυρίως λόγω του χρόνου που απέκτησε στα ραδιόφωνα όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, χάρη στην παρέμβαση των οπαδών των δύο ομάδων. Είναι παρήγορο ότι το παιχνίδι έγινε μέσα σε μία ποδοσφαιρική ατμόσφαιρα με πολύ χρώμα και σε ένα καλό κλίμα από το οποίο –φυσικά- δεν έλειψαν κάποιες ακραίες, αλλά περιορισμένες εκδηλώσεις φανατισμού.
Είναι επίσης παρήγορο ότι υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που νοιάζονται και στηρίζουν την ομάδα του τόπου τους, είτε είναι φίλαθλοι είτε είναι επιχειρηματίες που προσφέρουν οικονομική υποστήριξη. Είναι, όμως, ατυχές που το παιχνίδι δεν μεταδόθηκε τηλεοπτικά. Θα ήταν καταστροφικό αν το θεσμικό πλαίσιο άφηνε τρύπες για να μπουν και να φωλιάσουν στο σώμα του ποδοσφαίρου της περιφέρειας λαμόγια που ενδιαφέρονται για προβολή και κομπίνες.