Θα μου συγχωρήσετε σήμερα έναν τόνο περισσότερο προσωπικό: γράφοντας για τον ημιτελικό της Τσέλσι με την Μπαρτσελόνα, δεν μπορώ παρά να καταθέσω κάποιους προβληματισμούς που ξεπερνούν την όποια δυνατότητα αντικειμενικής προσέγγισης του ματς. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε ούτε με κάτι που μπορεί να αναλυθεί ούτε με κάτι που μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητό. Ο σκοπός μου δεν είναι παρά να μοιραστώ μαζί σας αμηχανία και προβληματισμούς που δεν πηγάζουν ούτε από θαυμασμό ούτε από συγκίνηση. Μια στις τόσες μπορώ να ζητήσω εγώ λίγη κατανόηση.
Πριν από λίγες μέρες συζητούσα με μια φίλη μου ψυχολόγο τον λόγο που πολλές φορές άλλα κάνουμε, άλλα εννοούμε και άλλα λέμε. Τη ρωτούσα αν αυτό που καμιά φορά μας μπλοκάρει ή μας σπρώχνει στο να πούμε πράγματα για τα οποία θα μετανιώσουμε, είναι κάποιου τύπου πάθος που δεν μας επιτρέπει να βρούμε τις λέξεις στη σιγουριά της λογικής μας. Μου εξήγησε ότι οι λέξεις είναι απλώς η έκφραση κάποιων σκέψεών μας που η λογική μας φιλτράρει και μορφοποιεί, αλλά ότι όλοι μας έχουμε μέσα μας ένα βάρβαρο υποσυνείδητο που δεν ξέρουμε να εκφράσουμε επειδή δεν μπορούμε να φτάσουμε σε αυτό: είναι μια πλευρά του εαυτού μας τόσο άγνωστη, που δεν συναντιέται με τις λέξεις. Ολο αυτό το θυμήθηκα χθες, τη στιγμή που ο Ινιέστα έστελνε την μπάλα στα δίχτυα και την Μπαρτσελόνα στον τελικό.
Απόσταση
Παρακολουθώντας πολύ περισσότερο ποδόσφαιρο απ' όσο ένας καλόβολος ψυχίατρος θα επέτρεπε, έχω καταφέρει με τον καιρό να παρακολουθώ τα πάντα με μια απόσταση που με κάνει ανυπόφορο στους τριγύρω μου. Καταλαβαίνω ότι αρκετοί που δεν με καταλαβαίνουν, με αντιμετωπίζουν πολλές φορές ως ένα βλαμμένο ή και τρελό που βλέπει την πραγματικότητα από τη δική του σκοπιά: κι εγώ κάπως έτσι τους βλέπω, κι αν κάτι με σώνει είναι η έλλειψη επιθετικότητας και η ανοχή.
Στη λογική μου δεν υπάρχουν δικαιολογημένες ακραίες συμπεριφορές, οπαδισμοί, χουλιγκανισμοί, φορτισμένοι συναισθηματισμοί και εκδηλώσεις πάθους που το ποδόσφαιρο να δικαιολογεί. Το μόνο που ως πάθος μού έχει απομείνει είναι η κατανόηση του συναισθήματος της αδικίας: δεν μπορώ να βλέπω ανθρώπους να μαυρίζουν την ψυχή των άλλων και να τη σκαπουλάρουν ατιμώρητοι. Το μόνο που με συνδέει με τους καιρούς που παθιαζόμουν είναι η ανάγκη μου να συμπαραστέκομαι στον αδικημένο που δεν φταίει: σιχαίνομαι τις επιδείξεις επιβολής θέλησης και την αλαζονεία απ' όπου κι αν προέρχεται. Ή τουλάχιστον έτσι πίστευα.
Κλόουν
Την Τετάρτη το βράδυ η Τσέλσι αδικήθηκε κατάφωρα από αυτόν τον κλόουν Νορβηγό διαιτητή, ο οποίος υπάρχει για να καταστρέφει ματς και να ψηφίζουν οι Νορβηγοί τον Πλατινί για πρόεδρο. Δεν στέκομαι στις φάσεις, αλλά στην αλαζονική του διάθεση να αποδείξει ότι δεν θα δώσει κανένα πέναλτι ποτέ, ό,τι κι αν συμβεί στον αγωνιστικό χώρο. Η όλη στάση του μου δημιούργησε ένα είδος απέχθειας που σχεδόν μου δηλητηρίασε το ματς: κι όμως όταν ο Ινιέστα ισοφάρισε, πανηγύρισα σαν μικρό παιδί –πράγμα που σας διαβεβαιώνω είχα πάρα πολύ καιρό να κάνω. Γιατί; Προφανώς διότι υπάρχει μέσα μου κάτι πολύ βαθύ, που αδυνατώ να εκφράσω με λέξεις.
Η Μπαρτσελόνα έκλεψε την πρόκριση, ήταν χειρότερη, δεν άξιζε να προκριθεί, ευνοήθηκε με τρόπους που θύμιζαν ματς της δεκαετίας του '70. Η Τσέλσι μού είναι και συμπαθέστατη, επειδή τάραξε όσο κανείς αυτά τα χρόνια τα λιμνάζοντα νερά του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου μπαίνοντας σφήνα στους μεγάλους. Κι όμως χάρηκα όταν ο Ινιέστα ισοφάρισε για λόγους που αδυνατώ να κατανοήσω και που δεν έχουν να κάνουν με την αγάπη μου για τους Καταλανούς. Δεν αγαπάω καμία ομάδα περισσότερο από την ηθική και στην πρόκριση της Μπαρτσελόνα δεν υπήρχε τίποτα το ηθικό πέρα από το ότι ο αποκλεισμός της Τσέλσι ήταν μια τιμωρία για την επιλογή του Χίντινκ να περιμένει τους Καταλανούς και στα δύο ματς.
Σημείο
Δεν είμαι εγώ άνθρωπος που θα κακίσει τον Χίντινκ επειδή έπαιξε έτσι, σε σημείο μάλιστα να χοροπηδάει για τον άδικο αποκλεισμό του. Στο ποδόσφαιρο για να κερδίσεις, δεν είσαι υποχρεωμένος να παίξεις καλύτερα από τον αντίπαλο –μπορείς να παίξεις διαφορετικά ή πιο έξυπνα. Δεν είναι κακό να υπάρχουν κάποιοι που γουστάρουν λίγο πιο πολύ την άμυνα και κάποιοι που λατρεύουν το θέαμα και οι καλοί προπονητές είχαν πάντα και μια σχετική ικανότητα στην καταστροφή. Αν πανηγύρισα το γκολ του Ινιέστα δεν ήταν επειδή αποκλείστηκε ο Ολλανδός –δεν είμαι άνθρωπος που σκέφτεται έτσι. Ομως προφανώς εδώ το πρόβλημα (το δικό μου) είναι πιο πίσω από τις σκέψεις και το συναντά κανείς στον βυθό του υποσυνείδητου –η ψυχολόγος φίλη μου έχει τα δίκια της.
Λογική
Σας έλεγα πριν από το ματς ότι η Μπαρτσελόνα αρχίζει εκεί που σταματά η λογική κι ο αγώνας ήταν η απόδειξη: θα ήταν όμως ένα έπος, αν δεν υπήρχε ο απόλυτος βιασμός της Τσέλσι από τον διαιτητή. Σας έχω γράψει επίσης ότι η Μπαρτσελόνα, που έμαθα να αγαπάω, είναι κάτι περισσότερο από ένας σύλλογος: είναι η καθαρή συνείδηση ενός ποδοσφαίρου για το οποίο πιο πολύ και από τους τίτλους μετρούν οι αξίες, όμως την Τσέλσι δεν την απέκλεισε υπερασπιζόμενη αξίες: το αντίθετο, θα έλεγα. Το 'κανε κόντρα στις αξίες, διότι πέρασε όντας χειρότερη. Και τότε γιατί εγώ πανηγύριζα;
Αμαρτία
Ψάχνοντας την απάντηση, νομίζω ότι ο λόγος είναι ότι μέσα στα βάθη της ψυχής του καθενός μας κρύβεται η θέληση για συμμετοχή σε ένα «έγκλημα»: το ποδόσφαιρο καταγράφεται στο υποσυνείδητό μας σαν μια αμαρτία από αυτές που αγαπάμε και δεν ξορκίζουμε κι ας «τρώει» σιγά σιγά τη λογική μας, την ικανότητά μας να διακρίνουμε το δίκιο, τη διάθεσή μας να σεβόμαστε την ίδια την ηθική των σπορ. Πανηγύρισα για μια αδικία κι αν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν πάρει την «κούπα», πάει να πει πως κι ο Θεός είναι ένας ποδοσφαιρόφιλος αμαρτωλός…
Φαβορί
Oι ημιτελικοί του Τσάμπιονς Λιγκ κατέδειξαν κάτι που όλοι υποπτευόμασταν, ότι δηλαδή η πρωταθλήτρια Ευρώπης, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, είναι η μεγαλύτερη ομάδα του καιρού μας. Ο σερ Αλεξ φτάνει στον τελικό για δεύτερη σερί χρονιά κάνοντας κάτι που έκαναν τα τελευταία είκοσι χρόνια μόνο λίγοι και αληθινά μεγάλοι προπονητές: οι τελευταίοι ήταν ο Φαν Χάαλ με τον Αγιαξ, ο Λίπι με τη Γιούβε και ο Καπέλο με τη Μίλαν. Κανείς τους όμως δεν κέρδισε δύο τελικούς στη σειρά. Ο τελευταίος με δύο σερί νίκες ήταν ο Αρίγκο Σάκι με την τρομερή του Μίλαν το 1989 και το 1990. Αν όμως ο σερ Αλεξ στη Ρώμη πάρει το τρόπαιο, θα τον ξεπεράσει, γιατί αυτός αυτά τα δύο χρόνια είναι και πρωταθλητής Αγγλίας, ενώ ο Σάκι με τη Μίλαν ποτέ δεν πήρε και το πρωτάθλημα και τη μεγάλη «κούπα» ταυτόχρονα.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τα κατάφερε φέτος περνώντας από λογιών λογιών δυσκολίες κι αυτό κάνει το κατόρθωμά της ακόμα μεγαλύτερο. Ο Φέργκιουσον δεν είχε για πολύ καιρό στην αρχή τον Κριστιάνο Ρονάλντο που δεν έκανε προετοιμασία. Εχασε για ένα μεγάλο διάστημα τον Χαρτγκρέιβς, είδε τον Μπερμπάτοφ να τραυματίζεται, στερήθηκε ακόμα και τις υπηρεσίες του έμπειρου Νέβιλ, που κάποιες βοήθειες θα τις έδινε.
Αν πέρυσι η πρωταθλήτρια ήταν η ομάδα του Κριστιάνο που αναστάτωσε την Ευρώπη σκοράροντας κατά ριπάς, φέτος χρειάστηκε να παίξει πολύ πιο οργανωμένα για να τα καταφέρει: αν δείτε τον χρόνο συμμετοχής των παικτών της και πώς ο σερ Αλεξ μοίρασε τις παρουσίες των επιθετικών και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, θα καταλάβετε ότι ο σοφός Σκωτσέζος έκανε ένα θάυμα διαχείρισης.
Δεν μπόλιασε την ομάδα σχεδόν με τίποτα καινούργιο (η Μάν. Γιουν. σε σχέση με πέρυσι απλώς πρεσάρει πιο πολύ), όμως η αντιμετώπιση των δυσκολιών την έκανε πολύ δυνατότερη, διότι τόνωσε την εμπιστοσύνη των παικτών της στο σχέδιο: πέρυσι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έψαχνε απαντήσεις για τη δυναμικότητά της και την ικανοτητά της, φέτος μόνο έδινε! Ειδικά στο Πόρτο και στο «Εμιρεϊτς» η άνεσή της υπήρξε εκτυφλωτική και η αυτοπεποίθησή της αξιομνημόνευτη: και στις δυο περιπτώσεις έπαιξε ως πρωταθλήτρια Ευρώπης. Το πιο σπουδαίο είναι ότι φτάνει στο τέλος της σεζόν σε φουλ φόρμα: το διάστημα της πτώσης τής απόδοσης –προγραμματισμένα, πιστεύω– πέρασε. Στη Ρώμη δεν έχει να αποδείξει τίποτα: πάει απλώς να πάρει τον τίτλο…
Τσίταρε Κασναφέρη
Χαράς ευαγγέλια για τον Γιώργο Κασναφέρη! Οχι, μην τρομάζετε, δεν τον φωνάζει ο Σοφοκλής Πιλάβιος να τον βάλει στην ΚΕΔ για να γίνει του χρόνου τζέρτζελο! Απλώς ο παλιός Ισπανός διαιτητής Γκαρσία Αράντα στην ανάλυση των φάσεων που έκανε για λογαριασμό της ισπανικής τηλεόρασης, αναφερόμενος στη φάση της ανατροπής του Ντρογκμπά, μίλησε για «στιγμιαίο κράτημα» του επιθετικού και για «τηλεοπτικό πέναλτι» χρησιμοποιώντας όρους που πρώτος ο «Κάσνα» έβαλε στη γλώσσα του ποδοσφαίρου, που ως γνωστόν είναι παγκόσμια…