Πιθανόν η χρονική περίοδος που ξεκίνησε την περασμένη Τρίτη και ας πούμε ότι ολοκληρώνεται την Πέμπτη –με τους δύο ημιτελικούς του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ– να είναι οι πιο γεμάτες 10 αθλητικές μέρες της χρονιάς. Συνέβησαν τόσα πολλά και εξαιρετικά, υπό την έννοια του ασυνήθιστου σε κάποιες περιπτώσεις, που είναι κάπως δύσκολο να ξεχωρίσεις ένα από τα συμβάντα για να αναφερθείς σε αυτό.

Υποθέτω ότι ο ευρωπαϊκός τίτλος του ΠΑΟ στο μπάσκετ, ο πέμπτος της ιστορίας του, από άποψη σπουδαιότητας ξεχωρίζει καθαρά. Οπως επίσης και το γεγονός ότι στο φάιναλ φορ βρέθηκαν δύο ελληνικές ομάδες, οι οποίες συν τοις άλλοις είναι στην τριάδα των ομάδων με τον υψηλότερο προϋπολογισμό. Το γεγονός αυτό οπωσδήποτε λέει αρκετά πράγματα για το επίπεδο του ελληνικού μπάσκετ, που μαζεύει διακρίσεις τόσο σε επίπεδο συλλόγων όσο και σε επίπεδο Εθνικής ομάδας.

Ο ημιτελικός ανάμεσα στους δύο «αιωνίους» ήταν εξαιρετικός, τόσο σε επίπεδο θεάματος όσο και σε επίπεδο τακτικής, και σίγουρα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στα 3 καλύτερα παιχνίδια της τελικής φάσης την τελευταία δεκαετία. Σε ό,τι αφορά το μπάσκετ, κάνοντας μία σύγκριση με τα χαρακτηριστικά που είχε το παιχνίδι 12 χρόνια πριν, εκείνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι έχει δυσκολέψει για τους προπονητές περισσότερο από κάθε άλλον.

Ισως σε επίπεδο τακτικής οι φίλοι του αθλήματος να καταλαβαίνουν λιγότερες επιλογές των προπονητών από όσες μπορούσαν να κατανοήσουν δώδεκα χρόνια πριν. Για τον απίστευτο τελικό Κυπέλλου στο ποδόσφαιρο, εκείνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως επειδή ήταν από τα παιχνίδια που δεν ξεχνιούνται, λειτουργεί σαν την καλύτερη διαφήμιση για ένα παιχνίδι που έχει «πληγωθεί» βαθιά τα τελευταία χρόνια.

Και τέτοια διαφήμιση είναι σημαντική διότι φέρνει νέους μικρούς φίλους στο παιχνίδι που –υπό τις παρούσες συνθήκες– θεωρώ δύσκολο να μπορέσουμε να τους κρατήσουμε. Και αυτή η εκτίμηση εδράζεται κυρίως στην αντιμετώπιση, από το μεγαλύτερο μέρος του αθλητικού Τύπου, της συμπεριφοράς του Κυργιάκου. Οταν για τους περισσότερους η αγένεια και ο τραμπουκισμός εξηγούνται –και το χειρότερο δικαιολογούνται– από το «πάθος» για τη νίκη, αυτό το «πάθος» θα γίνει το άλλοθι της κάθε χουλιγκάνικης συμπεριφοράς είτε μέσα στο γήπεδο είτε στην κερκίδα.

Και αυτό ήταν ένα από τα δύο γεγονότα που με ενόχλησαν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο μέσα σε αυτό το δεκαήμερο. Το δεύτερο, συγγενές με το πρώτο, έχει να κάνει με την αντιμετώπιση –από τον αθλητικό Τύπο, πάλι– κάποιων από όσα ελέχθησαν από τους μετόχους του ΠΑΟ στη συνάντησή τους την περασμένη εβδομάδα. Εκεί όπου ακούσαμε –λες και δεν το ξέραμε– ότι υπάρχουν δύο εφημερίδες που υποστηρίζουν δύο διαφορετικά μπλοκ μέσα στους μετόχους, και τα δημοσιεύματά τους λειτουργούν ως μοχλός πίεσης για τις επιδιώξεις της κάθε πλευράς.

Επίσημη ομολογία εξάρτησης και κανείς από τους συναδέλφους που εργάζονται στις συγκεκριμένες εφημερίδες δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί, που ούτε λίγο ούτε πολύ κάποιοι τον χαρακτηρίζουν ως έμμισθο προπαγανδιστή απόψεων που δεν είναι δικές του. Η ύπαρξη και λειτουργία του οπαδικού Τύπου δεν είναι φυσικά καινούργιες και οφείλονται στον σταδιακό εκφυλισμό της δημοσιογραφίας.

Από τη στιγμή που η είδηση και η πληροφορία έγιναν προϊόντα που μπορούν να πουληθούν ή να αποσιωπηθούν –ανάλογα με το κέρδος που προσφέρει η κάθε επιλογή–, από τότε που ο Τύπος δεν χρησιμεύει ως μέσο για να πληροφορήσει πρωτίστως και στη συνέχεια για να εκπαιδεύσει ή να ψυχαγωγήσει, αλλά χρησιμοποιείται ως μέσο πίεσης για την προάσπιση των συμφερόντων του ιδιοκτήτη του Μέσου, το δικαίωμα της ενημέρωσης και της πληροφόρησης έχει πάει περίπατο.

Και την απουσία τους έρχονται να καλύψουν η χειραγώγηση, η αγένεια, η συναλλαγή και η αμάθεια. Με την ευθύνη και όλων όσοι ενοχλούμαστε αλλά δεν έχουμε προτείνει έναν τρόπο αντίδρασης επειδή δεν είμαστε όλοι ίδιοι, φυσικά. Μόνο που αυτό το τελευταίο ούτε παρηγοριά είναι ούτε δικαιολογία.

Είναι στραβός ο γιαλός;

Αν βρισκόμασταν σε καλοκαιρινούς μήνες θα μπορούσε να αποδώσει κάποιος στη ζέστη μία διαφαινόμενη σχιζοφρένεια στην ελληνική πολιτική ζωή. Μία σχιζοφρένεια ντυμένη με ένα περιποιημένο κοστούμι υποκρισίας, που μεγεθύνεται από τις βόλτες στα τηλεπαράθυρα. Οι αντεγκλήσεις του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για τα ζητήματα διαφθοράς και διαφάνειας δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα κακογραμμένο σίριαλ, τα επεισόδια του οποίου προσπαθούν να πετύχουν θεαματικότητες στο prime time, για να συγκεντρώσουν διαφημίσεις και να μπορούν να παίζονται και του χρόνου.

Τα δύο κόμματα που κυβερνούν τον τόπο από τη μεταπολίτευση και μετά –με ένα μικρό διάλειμμα που φανέρωσε τις αδυναμίες και την έπαρση της Αριστεράς– και τα οποία κόμματα είναι υπεύθυνα για την κατασπατάληση των φυσικών κεφαλαίων αυτού του τόπου, τον εξευτελισμό των θεσμών, την καλλιέργεια της διαφθοράς και την προστασία της διαπλοκής, την απαξίωση της δικαιοσύνης, την αναγόρευση του δανεισμού ως κυρίαρχης ιδεολογίας του νεοελληνικού κράτους και του καταναλωτισμού ως απόδειξη κοινωνικής καταξίωσης, τα δύο αυτά κόμματα που καλλιέργησαν την «αξία» της ήσσονος προσπάθειας και την τακτική της καταλήστευσης της περιουσίας του κράτους προς όφελος του κόμματος, τα δύο αυτά κόμματα που είναι υπεύθυνα για τα 280 δισ. ευρώ του δημόσιου χρέους, ε, αυτά τα δύο κόμματα σήμερα κατηγορούν το ένα το άλλο για διαφθορά και διαπλοκή.

Και η σχιζοφρένεια, ο παραλογισμός, δεν έχουν τέλος, όταν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καλεί τον πρωθυπουργό «να αφήσει τους βουλευτές να ψηφίσουν κατά συνείδηση» -λες και ο πρωθυπουργός είναι ένα είδος τσοπανόσκυλου συνειδήσεων- και αμέσως μετά εξαγγέλλει μέτρα καταπολέμησης της διαφθοράς που θα υιοθετήσει όταν γίνει κυβέρνηση (λες και δεν υπήρξε υπουργός για χρόνια ενός κόμματος που έχασε τις εκλογές γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο). Και ο πρωθυπουργός, που αντί να συγκρουστεί με τους νταβατζήδες, όπως διαφήμιζε, τους πρόσφερε απλόχερα γήπεδο για να παίξουν, με ύφος αγωνιστή έτοιμου για όλα δηλώνει πιστός στις αρχές που τον οδήγησαν στην εξουσία. Και καλά κάνει. Λες και θα του ζητήσει κάποιος τον λόγο.

Ενας τίτλος μεγαλύτερος από όσο φαίνεται

Χρειαζόταν και ο πέμπτος τίτλος του ΠΑΟ για να επιβεβαιωθεί το πόσο μεγάλη ομάδα είναι για το ευρωπαϊκό μπάσκετ; Προφανώς όχι. Ομως αυτός ο τίτλος αποκαλύπτει ότι οι διακρίσεις δεν είναι αποτέλεσμα τύχης. Είναι αποτέλεσμα δουλειάς, ταλέντου, σωστού σχεδιασμού και πετυχημένης επιλογής ανθρώπων που θα εφαρμόσουν ένα σχέδιο. Και όσο αυτά τα στοιχεία συνεχίζουν να υπάρχουν στους «πράσινους», μαζί με την απλόχερη οικονομική υποστήριξη των αδελφών Γιαννακόπουλων, τότε τα ευρωπαϊκά τρόπαια στην προθήκη τους θα αυξάνονται.

Αυτός ο τίτλος, όμως, πέρα από όσα αναφέρθηκαν, μαρτυρά και κάτι ακόμη. Οτι κυρίως ο ΠΑΟ κατά πρώτο λόγο και ο Ολυμπιακός κατά δεύτερο, δύο από τις πιο μεγάλες ομάδες στην Ευρώπη, έχουν την υποχρέωση να κρατηθούν σε αυτό το επίπεδο ανταγωνισμού, βοηθώντας όμως και όλους όσοι τους ακολουθούν από απόσταση να τους πλησιάσουν.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube