Η Μπαρτσελόνα και η Τσέλσι έμειναν στο 0-0, απογοητεύοντας ολόκληρη την ποδοσφαιρική Ευρώπη που περίμενε άλλα πράγματα. Την Τρίτη το βράδυ βγήκαν και οι δύο ομάδες χαμένες, μολονότι το αποτέλεσμα δεν καταδικάζει καμία από τις δύο. Το ενδιαφέρον στην περίπτωση είναι ότι έχασαν και οι δύο γιατί φοβήθηκαν την ήττα: σακάτεψαν κατά κάποιον τρόπο όλον εκείνο τον θαυμασμό που προκάλεσαν με τις μέχρι τώρα εμφανίσεις τους στο Τσάμπιονς Λιγκ, μια και η σημασία του αγώνα τις οδήγησε στο να βάλουν νερό στο κρασί τους.
H Τσέλσι πήρε αυτό που ήθελε –και αυτό το 0-0 το ήθελε τόσο πολύ, που το πανηγύρισε κιόλας. Ο Γκους Χίντινκ εισπράττει από χθες τα «μπράβο» γιατί έστησε μαεστρικά την ομάδα στα μετόπισθεν. Και; Το ότι πήρε το 0-0 εμένα δεν μου λέει απολύτως τίποτα: η Ευρώπη πέθανε από το χασμουρητό! Η Τσέλσι πλησίασε στην περιοχή της Μπαρτσελόνα τρεις φορές: και τις τρεις έσπειρε τον πανικό.
Το ότι δεν βρήκε το κουράγιο να χτυπήσει την πανικοβλημένη από το άγχος αρχικά και αποδεκατισμένη στη συνέχεια άμυνα της Μπαρτσελόνα δεν αποτελεί και παράσημο για την καριέρα του Ολλανδού. Ολο αυτό που έκανε η Τσέλσι ήταν συνταρακτικά προβλέψιμο και βαρετό. Είχε αποτέλεσμα μία ικανοποιητική «λευκή» ισοπαλία –αλλά αυτό ήρθε με μία τεράστια δόση κυνισμού, ανυπόφορου όταν μιλάμε για αγγλική ομάδα. Η Τσέλσι θα μπορούσε να κάνει όλη αυτή τη σωστή άμυνά της είκοσι μέτρα πιο ψηλά, όπως π.χ. έκανε στο «Ανφιλντ», όπου και κέρδισε. Κυρίως για να τιμήσει το κοινό που παρακολούθησε το ματς από κάθε άκρη της γης –αλλά τι λέω τώρα; Ποιος νοιάζεται σήμερα να γράψει ιστορία;
Αγκυλώσεις
Στις ίδιες ψυχολογικές αγκυλώσεις μπλέχτηκε και η Μπαρτσελόνα. Οι γηπεδούχοι πήραν την πρωτοβουλία και έφτιαξαν τις ευκαιρίες τους –ίσως και να αδικούνται από το τελικό 0-0 γιατί έπαιξαν πολύ περισσότερο. Ομως, δεν έκαναν επ' ουδενί το φετινό τους παιχνίδι: έπαιξαν για το 1-0, όσο η Τσέλσι έπαιξε για το 0-0. Οταν μιλάμε για κυνισμό, δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά: το «επιλέγω να παίξω για το 1-0» μη νομίζετε ότι είναι πολύ μακριά από το «επιλέγω να παίξω για το 0-0». Και τα δύο είναι συμπεριφορές κόντρα στην αισθητική, συμβιβασμοί με τον διάβολο που λέγεται σκοπιμότητα.
Φάσεις
Η Μπάρτσα έφτιαξε φάσεις: πάντα θα το κάνει στο «Καμπ Νόου». Ομως, οι φάσεις αυτές δεν θύμιζαν τη φετινή Μπαρτσελόνα -ταίριαζαν σε κάποια ομάδα που παίζει συμβατικά επιθετικά για να κερδίσει. Η Μπαρτσελόνα που διέλυσε τη Λιόν, την Μπάγερν Μονάχου, τη Σπόρτινγκ Λισσαβώνας, που έχει πετύχει 94 γκολ στο πρωτάθλημα και έχει 4 γκολ μέσο όρο στο «Καμπ Νόου», είναι άλλη ομάδα από τη χθεσινή. Δεν είναι μια ομάδα που θα σκοράρει γιατί ο Ετό θα βρει τον Τέρι στο ξέφωτο και θα του ξεφύγει, ούτε μία ομάδα στην οποία θα σκοράρει ο Μπόγιαν από γιόμα του Κρίκιτς ή ο Ινιέστα με ένα σουτ από τριάντα μέτρα.
Η Μπάρτσα είναι μια ομάδα που παίζει με 7 παίκτες στην επίθεση, που στην κατασκευή τ΄hς κάθε τελικής προσπάθειάς της η μπάλα περνά από τρεις και τέσσερις παίκτες που παίζουν σε πολύ μικρά διαστήματα, που ακροβολίζει εντός περιοχής 4 και 5 παίκτες ώστε αυτός που κουβαλά την μπάλα, είτε λέγεται Μέσι είτε λέγεται Αλβες είτε λέγεται Τουρέ, να έχει πάντα πολές επιλογές πάσας. Ολες οι ομάδες που πήγαν φέτος στο «Καμπ Νόου» έπαιξαν πολύ κλειστά: δεν είναι η Τσέλσι η πρώτη.
Ομως, φέτος για πρώτη φορά η Μπάρτσα δείλιασε να πάρει τα ρίσκα της, δηλαδή φοβήθηκε τον Εσιέν και τους υπόλοιπους χαφ του Χίντινκ και πήγε το ματς στα ένας εναντίον ενός των επιθετικών της: όσο καλοί παίκτες και να είναι ο Μέσι, ο Ετό και ο Ανρί, όταν σηκώνουν κεφάλι και δεν βλέπουν συμπαίκτη κοντά τους βραχυκυκλώνουν, γιατί σ' αυτή την ομάδα δεν είναι συνηθισμένοι να κινούνται χωρίς στηρίγματα.
Ηττα
Τι με χάλασε πιο πολύ; Οτι και οι δύο έμοιαζαν να φοβούνται την ήττα. Αυτό το σύμπτωμα είναι επαναλαμβανόμενο. Σε όλα τα μεγάλα τουρνουά εδώ και χρόνια οι ημιτελικοί είναι τέτοιοι (συνήθως), όποιοι και αν παίρνουν μέρος σε αυτούς. Αν κάποτε έλεγαν ότι έτσι στα δύσκολα παίζουν π.χ. οι μαέστροι Ιταλοί (που πάντως θα έκαναν πολl΄a περισσότερα πράγματα για να κερδίσουν απ' ό,τι η Τσέλσι χθες...), σήμερα έτσι παίζουν σχεδόν όλοι! Κανείς δεν τολμά να κερδίσει με τον τρόπο του και την ώρα της κρίσης όλοι μοιάζουν να ακολουθούν μια πεπατημένη: είτε για το 1-0, είτε για το 0-0. Το τελικό αποτέλεσμα δεν καθαγιάζει νοοτροπίες.
Τρόπος
Θα χειροκροτούσα την Μπαρτσελόνα και την Τσέλσι, όχι αν κέρδιζαν, αλλά αν έχαναν εξαιτίας του τρόπου που αντιμετώπισαν το ματς, αρκεί ο τρόπος αυτός να μαρτυρούσε μια σχετική συνέπεια απέναντι στο ποδόσφαιρο που συνήθως παίζουν. Πέρυσι η Μπάρτσα έκανε περίπου το ίδιο ματς με αντίπαλο τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, που σπεκουλάριζε. Αλλά ήταν μια ομάδα από την οποία δεν μπορούσες να ζητήσεις πολλά περισσότερα: φέτος περίμενα να τη δω να παίζει όπως μας έχει δείξει –προδόθηκα.
Το χειρότερο είναι ότι μετά το ματς είχα την αίσθηση ότι στο ποδόσφαιρο βρέθηκε μια συνταγή την οποία όλοι κοπιάρουν στη στιγμή της δυσκολίας. Το είδαμε φέτος και στην Ελλάδα: απλώς οι στιγμές της δυσκολίας ήταν διαφορετικές. Ο Ολυμπιακός του Βαλβέρδε έπαιξε τα ντέρμπι με τον ΠΑΟ και την ΑΕΚ για το 0-0 και το 1-0. Ο ΠΑΟ του Τεν Κάτε στα ματς με τη Βιγιαρεάλ για το 0-0 και το 1-0, άλλο αν λόγω κακής εφαρμογής της συνταγής προέκυψαν ματς με διαφορετικό σκορ. Ο Σάντος παίζει για το 0-0 και το 1-0 παντού και πάντα, γιατί στον ΠΑΟΚ κάθε ματς είναι κρίσιμο.
Ελειψε
Ούτε φανταζόμουν πως θα το έλεγα ποτέ, αλλά μου έλειψε η Λίβερπουλ...
Για τα πλέι οφ
Mου γράφει ο φίλος Παντελής Καλλίας, έχοντας μελετήσει το πρόγραμμα των φετινών πλέι οφ: «Θα ήθελα τη γνώμη σου περί της αξιοπιστίας των πλέι οφ. Μετά την 3η αγωνιστική η Λάρισα θα είναι αδιάφορη. Η πρόβλεψή μου είναι ότι θα έχει 1 ή 3 βαθμούς από το ματς στο Αλκαζάρ με τον ΠΑΟΚ. Οπότε, έχει να παίξει τρία αδιάφορα παιχνίδια.
Εφόσον η ομάδα δεν θα έχει κίνητρο, ποιο το όφελος να σκιστεί να πάρει το οποιοδήποτε αποτέλεσμα και μάλιστα τέλη Μαΐου, όταν τα πόδια κάποιων χαρισματικών τριαντάρηδων θα έχουν βαρύνει κατά πολύ (λέγε με Μετίν, Stelios, Νταμπίζα, Βενετίδη); Ο άτυχος στην όλη κατάσταση θα είναι ο ΠΑΟΚ (θα μπορούσε να είναι ο "Χ ΠΑΟΚ" βέβαια -δεν εξετάζω το θέμα οπαδικά), ο οποίος θα έχει αντιμετωπίσει μία Λάρισα ορεξάτη τη δεύτερη αγωνιστική, ενώ οι κερδισμένοι θα είναι η ΑΕΚ και ο ΠΑΟ, που θα αντιμετωπίσουν στο Αλκαζάρ μία σχεδόν αδιάφορη ΑΕΛ.
Οπότε, πού πήγε η αξιοπιστία των πλέι οφ; Το κίνητρο της Ευρώπης, το οποίο φέτος κατατρίφτηκε (και το πιθανότερο κάθε χρόνο αυτό θα συμβαίνει με βάση την προϊστορία των τελικών του Κυπέλλου), πρέπει να εμπλουτιστεί ώστε να μην έχουμε αδιάφορες ομάδες.
Είμαι απόλυτα σύμφωνος με την άποψή σου για την ανάγκη των πλέι οφ σε ένα πρωτάθλημα σαν το ελληνικό, το οποίο στερείται πολλών μεγάλων παιχνιδιών. Ομως, διαφωνώ με τον τρόπο που είναι δομημένα. Κατ' αρχάς, νομίζω ότι δεν θα πρέπει να γίνεται κλήρωση, αλλά να είναι από πριν προκαθορισμένες οι αγωνιστικές του τύπου 1 αγ. ο 2 με τον 5 και ο 3 με τον 4 και πάει λέγοντας. Δεύτερο και σημαντικότερο, η προσφορά κινήτρων. Με ποιον τρόπο θα δώσουμε κίνητρα; Φράγκα; Τα τηλεοπτικά μήπως έπρεπε να συνδεθούν με τα πλέι οφ, ώστε όσο ψηλότερα ανεβαίνεις τόσο περισσότερα φράγκα να παίρνεις;».
Απάντηση: Δεν διαφωνώ, όλα επιδέχονται βελτίωσης, ο σκοπός είναι να γίνει μια αρχή. Εγώ θα έβλεπα και τον έκτο και τον έβδομο και τον όγδοο στα πλέι οφ και θα έκανα μονά ματς στην έδρα όποιου έχει τερματίσει ψηλότερα. Οταν όλοι βγαίνουν Ευρώπη, έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν χαμένοι! Πάντως, τα χρήματα ως κίνητρο είναι κάτι που από του χρόνου θα ισχύει: όσο πιο πολλούς βαθμούς κάνεις τόσο πιο πολλά παίρνεις...
Αλέκα με γνώμη
Για να τιμήσουμε λίγο την εργατική Πρωτομαγιά, που είναι απεργία και όχι αργία, αλλά άμα πέφτει Παρασκευή είναι και ευκαιρία για ωραίο τετραήμερο, δημοσιεύω μία εκτίμηση που έγινε για το ματς Μπάρτσα – Τσέλσι στο ράδιο του Αlpha και στην εκπομπή του Σταυρόπουλου και του Βερύκιου.
«Δεν είδα Λαζόπουλο, είδα το Μπαρτσελόνα – Τσέλσι. Και στενοχωρήθηκα και λίγο που δεν κέρδισε η Μπάρτσα, αν και πρέπει να πω ότι την περίμενα πιο επιθετική, γιατί την έχω δει πολλές φορές φέτος και χθες λίγο με απογοήτευσε».
Ποιος τα είπε αυτά; Η συντρόφισσα Αλέκα Παπαρήγα, που βλέπει και μπαλίτσα και είναι υπέρ της κατασκευής του γηπέδου του ΠΑΟ, όπως θέλησε να σημειώσει...