Aπό τη μέχρι τώρα συμπεριφορά τους κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους προέδρους των ομάδων της Σούπερ Λίγκας ότι ενδιαφέρονται για τους φιλάθλους-πελάτες τους. Γιατί με προέδρους που -στη συντριπτική τους πλειονότητα- έχουν τέτοια αντίληψη και στάση απέναντι στο ποδόσφαιρο, το ενδιαφέρον για τους φιλάθλους άνετα θα μπορούσε να εκληφθεί ως κατηγορία.
Εκείνο που τους ενδιαφέρει αποκλειστικά είναι πόσα θα αρπάξουν για την τσέπη τους. Από το κράτος, από τους φιλάθλους, από τους χορηγούς και τους διαφημιστές. Εχουν αναπτύξει ένα τέτοιο αταβισμό στη συμπεριφορά τους, που η οποιαδήποτε παροχή, ανταποδοτική, θεωρείται σχεδόν έγκλημα.
Αυτή η αλαζονική συμπεριφορά ενισχύεται και από την απουσία αντίδρασης από μέρους μας. Αλλωστε, ως λαός δεν αντιδρούμε απέναντι σε άλλα σπουδαιότερα πράγματα από τον τρόπο που μας αντιμετωπίζουν στα γήπεδα. Ας πούμε οι τιμές των εισιτηρίων.
Είναι δυνατόν τα φτηνά εισιτήρια στο γήπεδο της Μπάγερν ή της Χέρτα στο Βερολίνο να κοστίζουν λιγότερο από 20 ευρώ και στην τιμή να συμπεριλαμβάνεται ένα χοτ ντογκ και μία μπίρα και εδώ με 20 ευρώ να εξασφαλίζεις θέση «μούρη» σε καλλιτσίμεντο στάδιο; Είναι, διότι με 20 ευρώ μπορείς να βρεις και χειρότερη θέση, την οποία πάντα θα έχεις την ευκαιρία να την πληρώσεις περισσότερο. Κι όμως, σ' αυτό το συγκεκριμένο ζήτημα οι πρόεδροι των ομάδων της Σούπερ Λίγκας αντιγράφουν την εμπορικότερη ομάδα του κόσμου.
Τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία είναι η μόνη ομάδα της Πρέμιερ Λιγκ που ανακοίνωσε αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων διαρκείας για τη νέα περίοδο. Με την εξαίρεση της Λίβερπουλ, που δεν έχει ανακοινώσει τη νέα τιμολογιακή πολιτική της για τη νέα περίοδο, όλες οι άλλες ομάδες ανακοίνωσαν πως είτε κρατούν σταθερές τις τιμές είτε κάνουν μειώσεις, αντιλαμβανόμενες τις δυσκολίες που θα δημιουργήσει στους φιλάθλους η παγκόσμια οικονομική κρίση. Η απόφαση αυτή της Γιουνάιτεντ δεν είναι ασυνήθιστη.
Κάθε χρονιά από το 2005 οι τιμές των εισιτηρίων αυξάνονται και είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε μία πενταετία, από τότε που ο Γκλέιζερ αγόρασε την ομάδα, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 50%. Αν υπολογίσει κάποιος ότι η αύξηση θα είναι μία λίρα και τα εισιτήρια διαρκείας 55.000, με έναν απλό πολλαπλασιασμό διαπιστώνει κάποιος ότι το συνολικό κέρδος της ομάδας δεν θα είναι πάνω από 1.045.000 ευρώ. Πολύ μικρό οικονομικό κέρδος σε σχέση με την αντίδραση που έχει ήδη προκαλέσει η απόφαση, την ώρα που η ομάδα πέρυσι σημείωσε ρεκόρ εσόδων με 256,2 εκατ. στερλίνες.
Στη φετινή σεζόν, με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν μέχρι τώρα, από τις 20 ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ οι 11 είδαν τον μέσο όρο των εισιτηρίων τους να μειώνεται, αν και μόνο δύο, η Νιούκαστλ και η Σάντερλαντ, είδαν αυτή τη μείωση να ξεπερνά το 5%. Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των ομάδων, πάντως, πιστεύουν ότι η οικονομική κρίση στο ποδόσφαιρο θα εκδηλωθεί από το καλοκαίρι και μετά κι έτσι προσαρμόζουν από τώρα τις πολιτικές των εισιτηρίων τους με προσφορές και εκπτώσεις.
Ομάδες που μέχρι τώρα έχουν ανακοινώσει μειώσεις στις τιμές των εισιτηρίων είναι οι Εβερτον, Μάντσεστερ Σίτι, Νιούκαστλ, Φούλαμ, Μίντλεσμπρο, Πόρτσμουθ, Σάντερλαντ, Γουέστ Χαμ και εκτός από τις μειώσεις έχουν κάνει και προσφορές για παιδιά, γυναίκες ή ανέργους. Αξίζει να αναφέρω ότι 13 από τα γήπεδα των ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ παρουσίασαν την περασμένη αγωνιστική περίοδο πληρότητα που ήταν πάνω από 90%, αλλά αυτό, αντί να κάνει τις ομάδες να αδιαφορήσουν για τους φιλάθλους, τις κάνει να ενδιαφερθούν ακόμα περισσότερο.
Γιατί εκεί καταλαβαίνουν ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι, πρώτα για τον κόσμο και κατόπιν για τις τσέπες των ιδιοκτητών. Και αυτό αποκαλύπτει ένα σεβασμό, ο οποίος εδώ απουσιάζει παντελώς. Και δεν είναι δυστυχώς το μόνο που απουσιάζει.
Αδειες κουβέντες
Aς πούμε ότι ο γράφων έχει φάει μία πετριά με την πολιτική και έχει τα κολλήματά του, τα οποία δεν έκρυψε ποτέ. Αλλά όσο κολλημένος και αν είναι, δεν περνάει τον καιρό συζητώντας για την ημερομηνία των εκλογών. Πρόκειται για ένα ζήτημα που δεν με απασχολεί και όπως μπορώ να καταλάβω και από την καθημερινή συναναστροφή μου με αρκετούς άλλους ανθρώπους, ούτε και αυτούς τους απασχολεί. Εκείνα που τους απασχολούν έχουν να κάνουν με την ακρίβεια, τον περιορισμό του εισοδήματος, την ανεργία, τα χάλια της δημόσιας υγείας, τα χάλια του δημόσιου πανεπιστημίου, την εγκληματικότητα.
Κι όμως, αν κάποιος σταθεί άτυχος και αναγκαστεί να παρακολουθήσει αυτά τα συσσίτια ανοησίας που βαφτίζονται «δελτία ειδήσεων των 8», θα πιστέψει ότι η ημερομηνία διεξαγωγής των επόμενων εκλογών είναι το βασικό πρόβλημα της χώρας. Δεν είναι τα σκάνδαλα, δεν είναι η ανικανότητα της κυβέρνησης και ο αφόρητος λαϊκισμός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν είναι ούτε καν τα οικονομικά χάλια του κράτους και τα μέτρα με τα οποία θα μειώσουν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Η αλήθεια είναι ότι οι εκλογές απασχολούν εκείνους που ανησυχούν για τις βουλευτικές έδρες, τη συνέχεια της πολιτικής καριέρας τους και εκείνους που έχουν επενδύσει την υπεράσπιση των οικονομικών τους συμφερόντων στα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία διεκδικούν την αυτοδυναμία, γιατί «ο τόπος δεν αντέχει την ακυβερνησία».
Ποιο είναι, όμως, εκείνο που πραγματικά δεν αντέχει ο τόπος; Δεν αντέχει τους εκπροσώπους των δύο μεγάλων κομμάτων που θέλουν να κυβερνήσουν τον τόπο και έχουν καταφέρει ώστε τα κόμματά τους να έχουν χρέη πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ το καθένα. Και ναι μεν η διακυβέρνηση της Ν.Δ. από τον Μάρτιο του 2004 μέχρι τον Μάρτιο του 2009 ανέβασε το δημόσιο χρέος κατά 80 δισ., αλλά και το ΠΑΣΟΚ (του οποίου ο αρχηγός κατηγορεί την κυβέρνηση για σπατάλη) από το 1999 μέχρι το 2004 ανέβασε το δημόσιο χρέος κατά 73 δισ. Κατά τ' άλλα, 15 χιλιάδες ωρομίσθιοι δάσκαλοι και καθηγητές, που αμείβονται το πολύ με 460 ευρώ τον μήνα, είναι απλήρωτοι από 4-6 μήνες. Οι εκλογές απλώς θα νομιμοποιήσουν τη διαιώνιση της κυριαρχίας των ανίκανων.
Στο μυαλό και το σώμα
Οι περίοδοι των γιορτών ανάμεσα στα άλλα καλά και... κιλά που φέρνουν, έχουν ένα ακόμα πλεονέκτημα. Ελεύθερο χρόνο. Ομως, επειδή έχουμε ξεμάθει τον τρόπο που χρησιμοποιείται αυτό το τόσο δυσεύρετο μέγεθος του ελεύθερου χρόνου, σαστίζουμε, το σπαταλάμε και κατόπιν εορτής -κυριολεκτικά- ανακαλύπτουμε ότι άλλα ήταν εκείνα που θέλαμε να κάνουμε, αλλά δεν προλάβαμε. Και αυτά που δεν προλάβαμε τα μεταθέτουμε για την επόμενη εορταστική περίοδο.
Σκέφτομαι ότι ο διαχωρισμός του 24ώρου σε τρία μέρη, 8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ξεκούραση και άλλες τόσες ψυχαγωγία μοιάζει με μία ουτοπία που δεν πρόκειται ποτέ να εφαρμοστεί. Αυτός ο φόβος είναι που κάνει ακόμα πολυτιμότερο τον ελεύθερο χρόνο των διακοπών -μικρών ή μεγάλων- που είναι πάντα λιγότερος και απ' όσο νομίζουμε αλλά και απ' όσο έχουμε ανάγκη. Και όπως υποστηρίζουν γιατροί και ποιητές, όταν δεν έχεις τη δυνατότητα να ξοδέψεις χρόνο που σου περισσεύει για να κάνεις πράγματα που σε ξεκουράζουν και σε ευχαριστούν, αρρωσταίνεις πιο εύκολα. Στο μυαλό και το σώμα.