Γραφεί ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ
Tο ποδόσφαιρο είναι μια μικροκοινωνία που λατρεύει τα στερεότυπα. Δεν έχω ακούσει τίποτα πιο ανούσιο και βαρετό από τις δηλώσεις –και ζητώ συγνώμη από τους παίκτες που έτσι έμαθαν, έτσι πράττουν– του τύπου «τίποτα δεν κρίθηκε, εμείς κοιτάμε κάθε ματς ξεχωριστά και στο τέλος θα κάνουμε ταμείο». Λες και είναι έγκλημα να δηλώσεις ότι «ναι, εκεί που φτάσαμε μπορούμε να διεκδικήσουμε τίτλο» ή «μπορούμε την έξοδο στην Ευρώπη» ή «μάλλον σωθήκαμε έπειτα απ' αυτή τη νίκη».
Ακόμα πιο ενοχλητικά στερεότυπα είναι η προσκόλληση του μικρού στο άρμα του μεγάλου, οι μαζικές μεταγραφές ξένων «λεγεωνάριων» σε επαρχιακές ομάδες με ιστορία και χρώμα στο ποδόσφαιρο, οι οποίοι παίζουν είτε για «αρπαχτές» είτε για να τους δουν, μπας και τσιμπήσουν καλή μεταγραφή σε σύλλογο του κέντρου, και το σνομπάρισμα των εγχώριων ταλέντων.
Τα βλέπει ο φίλαθλος και γι' αυτό κάθεται σπίτι και βλέπει την ομάδα του –αν τη βλέπει, διότι συνήθως αυτή δεν …βλέπεται–από τον καναπέ.
Ολα αυτά δεν ισχύουν για τον φετινό Πανσερραϊκό ή, τουλάχιστον, δεν τα είδαμε σ' αυτή τη νεανική, σφριγηλή ομάδα που υποβιβάστηκε στη Β' Εθνική, κερδίζοντας τη γενική συμπάθεια και συγκίνηση μεταξύ των πραγματικών φιλάθλων.
Θα έχω να λέω «ότι ήμουν εκεί», στις Σέρρες, και έζησα την ατμόσφαιρα στο τελευταίο δεκάλεπτο του ματς με τον Παναθηναϊκό (0-0), όταν έμελλε να οριστικοποιηθεί μελαγχολικά και αμετάκλητα ο υποβιβασμός των «λιονταριών».
Ορθιοι πέντε χιλιάδες κόσμος, οι πιο πολλοί νέοι, αγόρια και κορίτσια της πόλης των Σερρών, τραγουδούσαν και επευφημούσαν την ομάδα τους. Σαν να είχε πάρει πρωτάθλημα ή Κύπελλο!
Ακόμα πιο έντονες ήταν οι στιγμές με τη λήξη, όταν μπήκε μέσα ο κόσμος. Τα μεγάφωνα στη διαπασών να παίζουν τον όμορφο –νεανικός κι αυτός με όμορφη ποπ μελωδία– ύμνο της ομάδας:
«Πανσερραϊκέ μου,
λεοντάρι μου τρελό,βαμμένος μες στα κόκκινα
σ' ακολουθώ»
Ενας άλλος «ύμνος» από τα μεγάφωνα, ειδικό τραγούδι κι αυτό για την ομάδα, ουσιαστικά περιέγραφε τη ζωή ενός νέου που ζει, σπουδάζει ή εργάζεται στις Σέρρες. Αν άκουσα καλά, ο… ποιητής λέει:
«Τρίτη παγωτό στον πεζόδρομο,
την Κυριακή πηγαίνω
Πανσερραϊκό».
«Κοίτα ποια ομάδα υποβιβάζεται», μου λέει με πικρό χαμόγελο ο Σταυλάς, πρόεδρος των βετεράνων και μέλος της ομάδας του '70. Κι εγώ επίσης θυμάμαι εκείνη την ομάδα με τον «Κέρβερο» Κελεσίδη πριν πάει για να μεσουρανήσει στον Ολυμπιακό και με τον αέρινο δεξιό εξτρέμ Γιώργο Μπιτζίδη, ο οποίος μάλλον διατηρεί το ρεκόρ των 46 γκολ στην Α' Εθνική με τη φανέλα των Σερρών.
Θυμάμαι, επίσης, ένα κρύο απόγευμα στη Θεσσαλονίκη του '70, μάλλον Καυτανζόγλειο, όταν οι Σερραίοι φίλαθλοι, χωρισμένοι σε δύο «μπλοκ», φώναζαν «κόκκινοι» οι μεν, «δαίμονες» οι δε, φτιάχνοντας μια πρώτη υποτυπώδη χορογραφία της κερκίδας!
Για να ενωθούν στη συνέχεια, βροντοφωνάζοντας «ο Μπιτζίδης στην Εθνική»! Τελικά το εθνόσημο φόρεσαν οι Τσιφούτης (στην κάτω φωτό), Ταράσης και Σάκης Αναστασιάδης αργότερα, τη δεκαετία του '80. Ο Μπιτζίδης, στα τριάντα του πια, άλλαξε φανέλα το 1973, πηγαίνοντας στον Αρη Θεσσαλονίκης. Λίγα χρόνια νωρίτερα στις Σέρρες παίχτηκε ένα μίνι σίριαλ τύπου Κούδα. Αυτή τη φορά ο Παναθηναϊκός, «εκβιάζοντας» καταστάσεις, ήθελε να πάρει τον Μπιτζίδη, με αποτέλεσμα να αντιδράσει δυναμικά ο κόσμος του Πανσερραϊκού. Κάτι που αποθάρρυνε και τον Ολυμπιακό, που είχε κι αυτός…βλέψεις.
Πανσερραϊκός. Εμβλημα της ομάδας είναι ο Λέων της Αμφίπολης. Η ομάδα προέρχεται από συγχώνευση των ομάδων Ηρακλή Σερρών και Απόλλωνα Σερρών (1964).
Μέχρι το 1991 ήταν η πρώτη επαρχιακή ομάδα με 22 συμμετοχές στην Α' Εθνική από τα 27 της ζωής της. Το 2008 επανήλθε στα μεγάλα σαλόνια ύστερα από 17 «πέτρινα» χρόνια και, εν τω μεταξύ, το λιγότερο επώδυνο απ' αυτά που έχασε σ' αυτό το διάστημα της απουσίας του το ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν η αθωότητά του. Τα άλλα είναι η έξωθεν καλή μαρτυρία, η αυθεντικότητα, η κοινωνική του ταυτότητα και η ποιότητα. Δεν νομίζω ότι η διοίκηση του Πανσερραϊκού, που έφτιαξε αυτή τη δροσερή και αγαπησιάρικη ομάδα –παρά το γεγονός ότι ατύχησε στις μεταγραφές του Ιανουαρίου– ήθελε, σκέφτηκε, ήξερε ή είχε τις «άκρες» για να σώσει, με τη σύγχρονη έννοια του όρου, τα «λιοντάρια» εν όψει υποβιβασμού, όπως έκαναν άλλοι τα τελευταία χρόνια, συχνά με εξόφθαλμα, γελοία συμβάντα στα γήπεδα.
Αυτό που είδα είναι ότι αυτή η «χρυσή» νεολαία των Σερρών θα συνεχίσει και του χρόνου να πηγαίνει τις Κυριακές Πανσερραϊκό. Κάτι που εγγυάται μια ένδοξη και τάχιστη επιστροφή.
ΥΓ.: Βλέποντας τους παίκτες του Παναθηναϊκού να χάνουν με παιδική ελαφρότητα τη μια ευκαιρία μετά την άλλη και την «πράσινη» ομάδα να στερείται παντελώς παικτών με «δολοφονικό» ένστικτο, σκέφτομαι ότι τέτοιους παίκτες δύσκολα τους φέρνεις με σκάουτινγκ. Ή, έστω κι αν έλθουν, δύσκολα διατηρούν αυτή την ικανότητα να «σκοτώνουν» τη φάση, αν βρεθούν σε χαλαρό ή αφύσικο ποδοσφαιρικά περιβάλλον. Μάλλον πρέπει να διδάξεις στους παίκτες τη συγκεκριμένη νοοτροπία. Να καταλάβουν ότι παίζουν σε μεγάλη ομάδα. Διότι δεν ισχύει, τουλάχιστον για την πλειονότητα των ακριβοπληρωμένων, το γνωστό «τόσο ξέρουν, τόσο παίζουν».