«Aν οι παρουσιάσεις των οικονομικών δεδομένων των ομάδων έχουν πρώτο στόχο να δημιουργήσουν αισιόδοξα ανακλαστικά στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική βιομηχανία, μήπως πρέπει να περιμένουμε από τους Αμερικανούς να μας πουν την αλήθεια;». Αυτό με ρωτούσε χθες στο mail που μου έστειλε ένας φίλος αναγνώστης, ο Α.Κ., με αφορμή τα όσα έγραψα για τα οικονομικά δεδομένα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σε συνδυασμό και μ' έναν κατάλογο με την αποτίμηση της οικονομικής αξίας των ομάδων.
Οχι όλων, αλλά των 25 «ακριβότερων», ας πούμε, της Ευρώπης. Ο κατάλογος αυτός δημοσιεύθηκε από το αμερικανικό οικονομικό περιοδικό «Forbes», το οποίο από το 2004 άρχισε να δημοσιεύει τη δική του αξιολόγηση, ως εναλλακτική στην ετήσια που δημοσιεύει κάθε χρόνο η Deloitte & Touch. Τις δύο πρώτες χρονιές, ενώ η κίνηση είχε περισσότερο δημοσιοσχετίστικα χαρακτηριστικά, από το 2007 και μετά έγινε ιδιαίτερα ουσιαστική.
H «ευρωπαϊκή» λίστα της Deloitte κατατάσσει τις ομάδες ανάλογα με τα έσοδα που παρουσιάζουν κάθε χρόνο, αντίθετα η λίστα του «Forbes» αποτιμά την αξία των ομάδων. Στην ευρωπαϊκή λίστα δεν έχουμε στοιχεία του χρέους των ομάδων, τα οποία θα έδιναν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τα οικονομικά τους δεδομένα.
Η λίστα του «Forbes», όμως, παρουσιάζει ένα δείκτη που αποκαλύπτει πολλά. Ενα δείκτη που παρουσιάζει τον λόγο του χρέους ως προς την αξία της ομάδας. Ας δούμε, όμως, τα γεγονότα πιο συγκεκριμένα. Η αξία των 5 πρώτων ομάδων στη λίστα, η αξία της κάθε μιας, ξεπερνάει το 1 δισ. δολάρια. Σε αυτή την πεντάδα βρίσκονται τρεις αγγλικές, μία ισπανική και μία γερμανική ομάδα.
Στην κορυφή βρίσκεται η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η αξία της οποίας υπολογίζεται σε 1 δισ. 870 εκατομμύρια δολάρια, ακολουθούμενη από τη Ρεάλ με αξία 1 δισ. 373 εκατομμύρια, την Αρσεναλ με αξία 1 δισ. 200 εκατομμύρια, την Μπάγερν με αξία 1 δισ. 110 εκατομμύρια και τη Λίβερπουλ 1 δισ. 10 εκατομμύρια. Σε αυτή τη λίστα των 25 υπάρχουν 9 αγγλικές ομάδες, οι γνωστές δύο σκωτσέζικες, 6 γερμανικές, οι δύο μεγάλες ισπανικές, 4 ιταλικές και δύο γαλλικές. Η Λιόν και η Μαρσέιγ. Στον αντίποδα της Μάντσεστερ, που βρίσκεται στην κορυφή, βρίσκεται η σκωτσέζικη Ρέιντζερς, η αξία της οποίας υπολογίζεται σε 194 εκατομμύρια δολάρια.
Για να πάρετε μια ιδέα για τα μεγέθη και τον τρόπο που οι Ελληνες παράγοντες αξιολογούν επιχειρηματικά το προϊόν τους, σας θυμίζω πως πέρυσι, στις αρχές του πρωταθλήματος, ο εκ των μετόχων της ΑΕΚ κ. Κανελλόπουλος είχε υπολογίσει την αξία του «Δικεφάλου» στα 200 εκατομμύρια. Ο δείκτης που παρουσιάζει τον λόγο του χρέους μιας ομάδας σε σχέση με την αξία της, πέρα από το γεγονός ότι αποκαλύπτει την πραγματική οικονομική της δυναμική, δείχνει και τα όρια αντοχών που θα έχουν οι ομάδες αν η οικονομική κρίση κάνει την εμφάνισή της με την ίδια ένταση στο ποδόσφαιρο, όπως και σε άλλους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.
Σε ό,τι αφορά την πιο ακριβή ομάδα του κόσμου, λοιπόν, τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, το χρέος της φθάνει στο 54% της αξίας της, ενώ για τη δεύτερη Ρεάλ το χρέος της ισούται με το 23% της αξίας της. Η έκπληξη βρίσκεται στις δύο ομάδες που ακολουθούν. Την τρίτη στη σειρά Αρσεναλ, της οποίας το χρέος ισούται με το 107%(!) της αξίας της, ενώ για την τέταρτη Μπάγερν ο δείκτης αυτός είναι 0.
Η γερμανική ομάδα, δηλαδή, δεν έχει χρέη. Η Λίβερπουλ είναι η πέμπτη ομάδα στη σειρά και το χρέος της ισούται με το 59% της αξίας της. Αν υπολογίσει κάποιος και τα μεγέθη της Τσέλσι, που βρίσκεται στην 8η θέση της σχετικής κατάταξης και το χρέος της φθάνει το 92% της αξίας της, η οποία αποτιμάται σε 800 εκατομμύρια δολάρια, τότε πολύ εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ότι οι αγγλικές ομάδες που κυριαρχούν τα τελευταία 5 χρόνια στο Τσάμπιονς Λιγκ είναι από τις πιο εκτεθειμένες σε περίπτωση επέκτασης της κρίσης.
Υπάρχουν και νοικοκύρηδες
H μελέτη της λίστας του «Forbes» γεννά ερωτήματα, ακόμα κι αν δεν τη διαβάσει κάποιος, σε σύγκριση με την ευρωπαϊκή λίστα της Deloitte. Μια ερώτηση έχει να κάνει με την ηχηρή απουσία ισπανικών ομάδων από τη λίστα, με δεδομένη την αξία του ισπανικού πρωταθλήματος. Η απάντηση, εδώ, είναι σχετικά εύκολη. Οι δύο μεγάλοι της Πριμέρα Ντιβιζιόν, η Μπάρτσα και η Ρεάλ, έχουν τηλεοπτικές συμφωνίες που τους αποφέρουν πολλαπλάσια έσοδα απ' όσα έχουν όλες οι άλλες ισπανικές ομάδες μαζί και μάλιστα οι συμφωνίες των μεγάλων έχουν επταετή διάρκεια.
Ενα δεύτερο στοιχείο που εξηγεί την απουσία των ισπανικών ομάδων οφείλεται στην κατάρρευση του κτηματομεσιτικού και οικοδομικού τομέα στην Ισπανία. Πολλοί ιδιοκτήτες ισπανικών συλλόγων δραστηριοποιούνται σε αυτούς τους τομείς, έτσι που οι οικονομικές τους απώλειες πέρασαν στις ομάδες τους.
Ενα άλλο ερώτημα αφορά τους «νοικοκύρηδες», αυτούς δηλαδή που δεν χρωστούν. Εκτός από την Μπάγερν, χωρίς χρέη εμφανίζονται στη λίστα η Μίλαν, το Αμβούργο, η Μάντσεστερ Σίτι, η Βέρντερ, η Στουτγκάρδη και η Μαρσέιγ.
Ενδιαφέρον στοιχείο, που κρύβει κάποια πράγματα για τα χαρακτηριστικά του γερμανικού πρωταθλήματος, είναι αυτό που εμφανίζει όλες τις ομάδες Μπουντεσλίγκα που εμφανίζονται στη λίστα να μην έχουν χρέη. Θα είχε ενδιαφέρον να αναζητήσουμε τις απαντήσεις, σε συνδυασμό και με την οικονομική κατάσταση των υπόλοιπων ομάδων του γερμανικού πρωταθλήματος, οι οποίες την περίοδο 2007-08 σημείωσαν όλες μαζί κέρδη ύψους 1 δισ. 890 εκατομμυρίων ευρώ.
Σημειώστε ένα ακόμα οικονομικό στοιχείο για τις γερμανικές ομάδες. Η συνολική διαφήμιση που συγκεντρώνουν στη φανέλα τους είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ. Ενα τρίτο ερώτημα που θέτει σε αμφισβήτηση την ακρίβεια της οικονομικής αποτίμησης των ομάδων.
Στην περσινή λίστα η αξία της Μάντσεστερ Σίτι δεν ξεπερνούσε τα 192 εκατομμύρια δολάρια. Η ομάδα πουλήθηκε από τον Σιναβάτρα στους Αραβες του Ντουμπάι αντί 310 εκατομμυρίων δολαρίων, ποσό που αποτελεί την τωρινή της αποτίμηση. Στο 0 των χρεών, όμως, κάτι είναι λάθος.
Η Σίτι προχθές δήλωσε ζημιές περίπου 32 εκατομμυρίων στερλινών. Δεν τις πρόλαβε, άραγε, το «Forbes»;
Γλώσσα επικοινωνίας ή σύγχυσης;
Το κείμενο που ακολουθεί σάς είναι γνωστό. Αν όχι το ίδιο, κάποιο παρεμφερές από αυτά με τα οποία διάφορες κινέζικες εταιρείες πλημμυρίζουν τα ηλεκτρονικά μας γραμματοκιβώτια. Ελληνικά; Κάπως... Ενα αγγλικό κείμενο φιλτραρισμένο μέσα από κάποιον από τους μεταφραστές που βρίσκει εύκολα κάποιος στο Διαδίκτυο. «Αγαπητέ φίλο. Ματιά. Wonderful Κίνας online κατάστημα. Σας συνιστώ να έχετε μια πολύ καλή τοποθεσία για ψώνια www.wygbw.com" \t "_blank. Η ποιότητα του προϊόντος είναι γνήσια, η υπηρεσία είναι τέλειος και η τιμή είναι καλύτερη, η ταχύτητα του παραδώσει είναι πολύ fast.
There είναι δική αποθήκη και κατάστημα, υπάρχουν πελάτες στην ολόκληρο τον κόσμο, έχουν πελάτες "πολύ υψηλή αύξηση. Επιθυμία μας συνεργασία ευτυχώς!"». Από εμπορική προώθηση στα κινέζικα η «ελληνική» είναι προτιμότερη, ίσως για κάποιον που δεν γνωρίζει αγγλικά. Αλλά όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο υποψιάζομαι ότι η ελληνική τηλεόραση λειτουργεί ως μεταφραστής μιας ήδη πολύπαθης γλώσσας, που δοκιμάζεται κατ' εξοχήν από τους πολιτικούς.