Εκαστος στο είδος του. Στην Ελλάδα ασχολούμαστε με το αν ο Κ. Καραμανλής θα τα βροντήξει σε περίπτωση εκλογικής ήττας, αλλά στις ΗΠΑ των μεγάλων... ιδεολογικών ανησυχιών οι συζητήσεις περί πολιτικών ηγετών αφορούν «οράματα». Οχι προσωπικά «δράματα». Είναι ο Ομπάμα σοσιαλιστής ή μήπως ήταν ο Μπους; Μη γελάτε. Εν μέσω της οικονομικής κρίσης, ξεπροβάλλει και μια σοβαρή κρίση πολιτικής ταυτότητας. Τουλάχιστον αυτή προκαλεί κάποια ευθυμία.
Αν δεν συνέβαιναν στην πραγματικότητα, θα μπορούσαν να αποτελούν χιουμοριστικά εφευρήματα κάποιου Αμερικανού Λαζόπουλου. Κι όμως, έγιναν! Εχουμε και λέμε: προσφάτως έγινε της μόδας στις τάξεις των Ρεπουμπλικανών να επικρίνουν τον σημερινό πρόεδρο ως... σοσιαλιστή. Ο γερουσιαστής Τζιμ Ντεμίντ από τη Νότια Καρολίνα χαρακτήρισε τον Ομπάμα «τον ικανότερο πωλητή σοσιαλισμού στον πλανήτη». Περισσότερο δραματικός ήχησε ο Μάικ Χάκαμπι, πρώην κυβερνήτη του Αρκανσο.
«Τώρα πλέον οι ΗΠΑ έγιναν Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες», είπε ο αθεόφοβος, με το θλιμμένο ύφος μεγαλοεπιχειρηματία από τη Βενεζουέλα που μόλις πληροφορήθηκε την πρώτη εκλογική νίκη του Τσάβες. Τόσο πολύ άρεσε στους Ρεπουμπλικανούς ο όρος του, ώστε λάνσαραν και αυτοκόλλητο στο οποίο οι ΗΠΑ αναφέρονται όχι ως USA, αλλά αλλά ως... USSA. Δηλαδή «Ηνωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες Αμερικής».
Πιθανότατα θα σκέφτεστε: «Ε, καλά, οι πιο κολλημένοι από τους Ρεπουμπλικανούς ακόμα πιστεύουν ότι ο Τζον Κένεντι ήταν κομουνιστής. Σιγά τα ωά και σιγά την απήχηση που μπορούν να έχουν τέτοιες αρλούμπες στην αμερικανική κοινωνία». Κάτι τέτοιο θα σκεφτόταν κι ο ίδιος ο Ομπάμα την ώρα που βρισκόταν εν πτήσει κι έδινε συνέντευξη σε δημοσιογράφο των «New York Times».
Ετσι, όταν ρωτήθηκε μήπως η οικονομική πολιτική του είναι -πράγματι- σοσιαλιστική, ο πρόεδρος εκστόμισε γελώντας ένα «όχι» και η συνέντευξη συνεχίστηκε με άλλα θέματα. Οταν όμως το αεροσκάφος προσγειώθηκε στην Ουάσιγκτον, φαίνεται πως κι ο Ομπάμα προσγειώθηκε στην ιδιότυπη αμερικανική πραγματικότητα. Το ξανασκέφτηκε και έκρινε ότι ίσως ήταν λάθος του που δεν εξήγησε... ενδελεχώς το αυτονόητο.
Τηλεφώνησε, λοιπόν, ο Ομπάμα στον δημοσιογράφο και του είπε: «Επειδή μπορεί να μην έκανες εκείνη την ερώτηση ως αστεϊσμό, θέλω να διευκρινίσω κάτι. Εργάζομαι με τρόπο απολύτως συμβατό με τις αρχές τις ελεύθερης αγοράς, κάτι το οποίο δεν νομίζω ότι μπορούν να πουν όσοι με κατηγορούν ως σοσιαλιστή». Η εξέλιξη της... αντεπίθεσης: «Δεν ήταν η δική μου κυβέρνηση αυτή που άρχισε να αγοράζει μετοχές τραπεζών. Οταν αναλάβαμε εμείς, είχαν ήδη διοχετευθεί τεράστια ποσά από τους φορολογούμενους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Με άλλα λόγια, ο Ομπάμα είπε στους Ρεπουμπλικανούς ότι... σοσιαλιστές είναι και φαίνονται. Τι λέτε, ποιος έχει εντονότερη κόκκινη απόχρωση; Ο νταβάριτς Τζορτζ που άρχισε να κοινωνικοποιεί τις ζημιές ή ο κομαντάντε Μπαράκ, ο οποίος αφενός «εμβαθύνει» τη διαδικασία του «σοσιαλισμού για κερδοσκόπους» και αφετέρου υπόσχεται θέσεις εργασίας, καλύτερη κοινωνική πολιτική και παιδεία; Μωρέ μπράβο, πέραση που έχει ο σοσιαλισμός είκοσι χρόνια έπειτα από την κατάρρευση της υπαρκτής εκδοχής του!
Κι όμως, αυτή η αβάσταχτη ελαφρότητα της συγκεκριμένης αντιπαράθεσης στις ΗΠΑ προσφέρει απαντήσεις σε ερωτήματα που φάνταζαν άλυτοι γρίφοι έως ότου αρχίσει το παιχνίδι «εντοπίστε τους σοσιαλιστές που κυκλοφορούν ανάμεσά μας». Να, φερ' ειπείν, πολλοί αναρωτήθηκαν: «Γιατί στην ευχή η κυβέρνηση Ομπάμα ωρύεται εκ των υστέρων για τα golden boys της AIG, τα οποία μετέτρεψαν σε μπόνους για πάρτη τους 165 εκατομμύρια δολάρια από τα 170 δισ. που διέθεσε το κράτος για τη σωτηρία της εταιρείας; Γιατί δεν διασφάλισε εκ των προτέρων, από νομικής πλευράς, ότι τα χρήματα του προϋπολογισμού δεν θα κατέληγαν στις τσέπες όσων βύθισαν την εταιρεία;».
Η απάντηση ίσως να είναι, εν τέλει, απλή: αν η κυβέρνηση έκανε κάτι τέτοιο, πιθανόν οι Ρεπουμπλικανοί να την κατηγορούσαν για εγκαθίδρυση απάνθρωπου σταλινισμού στις νυν -απλώς σοσιαλιστικές- «USSA». Κι ας διαμαρτυρήθηκαν (και) οι Ρεπουμπλικανοί για το θράσος και τον κυνισμό των golden boys της AIG...
Από την άλλη πλευρά, πώς να κοπάσει τούτη η «σοσιαλφοβία», όταν κοτζάμ Πολ Κρούγκμαν, ο νομπελίστας οικονομολόγος που εκτελεί χρέη συμβούλου του Ομπάμα, ανεμίζει τα λάβαρα της... επανάστασης; Είπε: «Χρειαζόμαστε μια προσωρινή εθνικοποίηση, σχεδόν πλήρη, μεγάλου τμήματος του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Θα ήταν ολέθριο να μην κάνουμε αυτό που πρέπει από το κόμπλεξ ότι η σωτηρία μας θα είναι σοσιαλιστική».
Κοίτα κάτι πράγματα! Περισσότερους ακραιφνείς οπαδούς διαθέτει πια παγκοσμίως η ποδοσφαιρική ομάδα του Ανδρούτσου Γραβιάς, παρά το -πάλαι ποτέ δημοφιλέστατο- μοντέλο της αχαλίνωτης, «αυτορυθμιζόμενης» αγοράς. «Ενας ακόμα ιδεολογικός θεός ξέπεσε», έγραψαν προσφάτως οι «Times» του Λονδίνου. Κάτι ξέρουν.
Λονδίνο είπαμε; Α, ναι, στη σύνοδο του G-20 που θα γίνει στην αγγλική πρωτεύουσα o Ομπάμα κομίζει -ως παράδειγμα προς μίμηση- το περίφημο σχέδιο Γκάιτνερ -από το όνομα του υπουργού Οικονομίας των ΗΠΑ. Το σχέδιο αποσκοπεί στην τόνωση των τραπεζών και της Wall Street και συνίσταται στην πιο εκτεταμένη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που έγινε ποτέ.
Ποιος είναι ο ειδικός στόχος; Η αγορά όσο το δυνατόν περισσότερων «τοξικών ομολόγων» και η απαλλαγή των τραπεζών από τα χρεόγραφα εκείνα που δεν έχουν πια καμία πρακτική αξία, διότι οι κάτοχοί τους αδυνατούν να αποπληρώσουν τα δάνεια, τα οποία τους αναλογούν.
Ποια είναι η μέθοδος; Δημόσιο και ιδιώτες θα αγοράζουν τα «τοξικά» σε τιμές μεγαλύτερες από τις τρέχουσες, μηδαμινές αξίες. Θα κάνουν τις λεγόμενες τιτλοποιήσεις σε τιμές μικρότερες από τις τυπικές - ονομαστικές (τιμές). Στη συνέχεια θα τα πωλούν.
Πρόκειται για διαδικασία που αναθερμαίνει τις τράπεζες. Ποιο είναι το δέλεαρ προς τους ιδιώτες; Οτι για κάθε 6,5 δολάρια που θα βάζουν επί συνόλου 100 δολαρίων θα απολαμβάνουν το 50% της απόδοσης, εάν κι εφόσον η αγορά ανακάμψει. Εάν όμως η επένδυση καταλήξει σε φιάσκο, δεν θα κλάψουν παρά μόνο για τα 6,5 δολάρια.
Ποιες είναι οι παρενέργειες για την παγκόσμια οικονομία; Οτι θα υποδεχθεί τα αμερικανικά «τοξικά», έστω και διάσπαρτα. Για τους Αμερικανούς φορολογούμενους; Οτι εάν δεν τελεσφορήσει το παρόν σχέδιο, το οποίο ούτως ή άλλως βασίζεται σε απίστευτη επιβάρυνση του δημοσίου ως προς τη δανειοδότηση των «μεικτών» κεφαλαίων (διότι πώς αλλιώς θα προσφερόταν ελάχιστο ρίσκο στους ιδιώτες;), θα ξεζουμιστούν και πάλι, για κάποιο plan b.
Το βρετανικό περιοδικό «Economist» εκτιμά ότι η επιτυχία του εγχειρήματος «κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι», αλλά... δεν βαριέστε. Τα συνήθη υποζύγια πληρώνουν κι αν χρειαστεί θα πληρώσουν ξανά. Αρκεί κάποιος να τους πείσει ότι ισχύει αυτό που έγραψαν, ανήσυχοι, οι «Times» του Λονδίνου: «Το μίσος σε βάρος των τραπεζιτών, όπως εκδηλώνεται ειδικά στην Αμερική, εμποδίζει όσα απαιτούνται για να σταματήσει η παγκόσμια οικονομική κατάρρευση».
Σε τελική ανάλυση, για να σωθεί ο καπιτ..., ε, συγγνώμη, ο αμερικανικός «σοσιαλισμός», χρειάζεται και λίγος «σταχανοφισμός». Τι διάολο, τσάμπα βαφτίσαμε τη χώρα USSA; Στις USSR (ΕΣΣΔ) χρειάζονταν θυσίες κι αυταπάρνηση στο όνομα της ταξικής πάλης.
Στις «USSA» τις απαιτεί η «τοξική» κραιπάλη. Οσοι πλούτισαν πουλώντας αέρα. Οσοι «πρέπει» να συνεχίσουν να πλουτίζουν, με τους πόρους μιας κοινωνίας -της αμερικανικής- στην οποία (ήδη) ένας στους δέκα χρειάζεται συσσίτιο. Α, ναι, είναι κι αυτή η κοινωνική πολιτική που έταξε ο σύντροφος Ομπάμα. Ε, καλά, αυτή μπορεί να περιμένει. Πρώτα πρέπει να ισχυροποιηθούν τα τραπεζικά «σοβιέτ»...