Μου έκανε εντύπωση τις προηγούμενες μέρες που κανείς από τον Παναθηναϊκό δεν έκανε καν κουβέντα για δύο νίκες στην Ιταλία κόντρα στη Σιένα. Ολων οι δηλώσεις ήταν στο μοτίβο τού «να τους ξαναφέρουμε στο ΟΑΚΑ για το πέμπτο παιχνίδι». Με άλλα λόγια, να πάρουμε ένα παιχνίδι και να ρεφάρουμε το στραβοπάτημα της προηγούμενης Πέμπτης.
Το έλεγαν, μάλιστα, τόσο πειστικά που «αποκοιμήθηκα» όχι μόνο εγώ αλλά και ο προπονητής με τους παίκτες της Σιένα, οι οποίοι πόνταραν το βιος τους στην καυτή τους έδρα, τη φόρμα του ΜακΙντάιρ, την επιστροφή του Λαβρίνοβιτς, την άνοδο του Καουκένας και έμειναν ταπί.
Και καθόλου ψύχραιμοι. Μια προσεκτική ματιά στις βεβιασμένες επιλογές τους μόλις το ματς άρχισε να στραβώνει, κάτι τρίποντα της πυρκαγιάς και κάτι ντράιβ ένας εναντίον τριών πείθουν για τον πανικό που τους έπιασε μόλις κατάλαβαν ότι κάθε μέρα δεν είναι Πάσχα και ότι μια φορά επιστρέφεις από το -16 απέναντι σε μια τόσο πλήρη ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός.
Περισσότερο, όμως, απ' όλα τους έτσουξε το δυνατό τους σημείο, το οποίο έγινε μέσα στο σπίτι τους το πιο τρωτό: η μάχη των αιθέρων. Εκεί που έκαναν σχεδόν πάρτι στα δύο παιχνίδια της Αθήνας, που έβρισκαν τρόπους να τρυπώνουν στη ρακέτα του Παναθηναϊκού και να ανανεώνουν τις επιθέσεις τους, αυτή τη φορά βρήκαν την μπάρα κατεβασμένη και τον Κώστα Τσαρτσαρή στο «φυλάκιο»: νον πασαράν, τους είπε, διότι διάλεξε το πιο κρίσιμο παιχνίδι (μέχρι το επόμενο) για να φωνάξει «παρών».
Επειδή κοντεύαμε να το ξεχάσουμε, ο τραυματισμός και η απουσία του στοίχισαν σε μεγάλο βαθμό πέρυσι την απώλεια του φάιναλ φορ (έλειπε από τα ματς με Παρτίζαν), ήταν ο πολυτιμότερος παίκτης και πέρυσι και πρόπερσι στον τελικό Κυπέλλου (με Ολυμπιακό και ΑΓΟΡ) και ο Παναθηναϊκός τού πρόσφερε πέρυσι το καλοκαίρι ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο –όχι άδικα: δεν έχει σημασία να πεις αν ο Τσαρτσαρής είναι καλύτερος ή χειρότερος από τον Μπατίστ ή τον Πέκοβιτς, το σίγουρο όμως είναι πως είναι διαφορετικός.
Και κάνει πράγματα που οι άλλοι δύο δεν συνηθίζουν να κάνουν: στην καλή του βραδιά κλείνει χώρους στην άμυνα, κατεβάζει ριμπάουντ, βάζει καλάθια με μπούκες μέσα σε όλη την αντίπαλη άμυνα, σκοράρει τρίποντα. Εκτός από τα τρίποντα, όλα τα άλλα τα έκανε την Τρίτη στην Ιταλία.
Ο Παναθηναϊκός, λοιπόν, που ξεκίνησε το σιρκουί με τη Σιένα ως φαβορί και έγινε από το πουθενά αουτσάιντερ, ξαναέγινε φαβορί για το Βερολίνο. Ενδεχομένως, μάλιστα, να μη χρειαστεί καν να επιστρέψει στο ΟΑΚΑ για πέμπτο παιχνίδι, αν εκμεταλλευτεί το σοκ και την εύθραστη ψυχολογία των Ιταλών και τους «καθαρίσει» σήμερα. Και δεν θα είναι ο μόνος Ελληνας στο φάιναλ φορ.
Θεωρώ πως ούτε ο Ολυμπιακός θα χρειαστεί πέμπτο παιχνίδι στο ΣΕΦ, απέναντι σε μια Ρεάλ που έδωσε τα ρέστα της, έδωσε ό,τι είχε και δεν είχε, εγκλώβισε τον Ολυμπιακό σε όλο το πρώτο ημίχρονο και τελικά κατάφερε να τον νικήσει περίπου με την ψυχή στα δόντια. Οσο απίθανο φαίνεται να κάνει μέσα σε δύο μέρες δύο τόσο καλά παιχνίδια η Ρεάλ, άλλο τόσο απίθανο είναι στη δική μου λογική να κάνει δύο τόσο κακά παιχνίδια ο Ολυμπιακός. Ή έστω να επαναλάβει το κακό προχθεσινό ημίχρονο, στο οποίο έβαλε όλους κι όλους 20 πόντους.
Οσοι «κόκκινοι», λοιπόν, βιάστηκαν να ξεγράψουν τον Παναθηναϊκό κι άρχισαν να σκέφτονται τα match-up Παπαλουκά - ΜακΙντάιρ, το προβάδισμα Βούισιτς έναντι του Εζέ και τις φιλοφρονήσεις του Ντόμερκαντ με τους πρώην συμπαίκτες του στον ημιτελικό του φάιναλ φορ και όσοι «πράσινοι» άρχισαν να θυμούνται το «amigos para siempre» με τους φίλους της Ρεάλ και εύχονται να επιστρέψουν οι Ισπανοί από το 0-2, όπως η ΑΕΚ πριν από μερικά χρόνια στα ελληνικά πλέι οφ κόντρα στον Ολυμπιακό, ας μη βιάζονται. Το Βερολίνο, όπως πριν από αρκετά χρόνια το Τελ Αβίβ και η Σαραγόσα, θα μάθει ελληνικά σε λίγες μέρες.