Εάν η ποδοσφαιρική ισχύς του Ισραήλ ήταν ανάλογη εκείνης που διαθέτει το Τελ Αβίβ στις διεθνείς σχέσεις, το περασμένο Σάββατο η Εθνική μας θα είχε ηττηθεί με τέσσερα γκολ διαφορά. Στο ποδόσφαιρο το Ισραήλ πιθανότατα δεν θα γίνει ποτέ σημαντική δύναμη. Σε άλλους τομείς είναι και παραείναι. Αμέτρητες οι επιβεβαιώσεις –η τελευταία προήλθε προσφάτως από τις ΗΠΑ.
Ιδού η φρέσκια ιστορία: ο πρόεδρος Ομπάμα διόρισε επικεφαλής της αμερικανικής κατασκοπίας τον ναύαρχο Ντένις Μπλερ κι αυτός επέλεξε τον διπλωμάτη Τσαρλς Φρίμαν για τη θέση του προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Αντικατασκοπίας. Πρόκειται για νευραλγικό αξίωμα: ο κάτοχός του συντονίζει και εποπτεύει τη δράση των 16 μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, αξιολογεί τις αναφορές τους και συντάσσει τις εκθέσεις προς τον πρόεδρο.
Ο Τσαρλς Φρίμαν διετέλεσε πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία επί προεδρίας του πατρός Μπους. Υπηρέτησε ως διπλωμάτης και στην Κίνα. Είναι πρόεδρος του Συμβουλίου Μελετών για τη Μέση Ανατολή. Θεωρείται εξαιρετικός γνώστης των θεμάτων της Μ. Ανατολής, ικανός και διορατικός. Κανέναν δεν εξέπληξε τον γεγονός ότι ο Ντ. Μπλερ τον επέλεξε. Κάποιοι, όμως, δυσφόρησαν –και μάλιστα πολύ.
Αιτία; Ο Φρίμαν διαφωνεί με την πολιτική των κυβερνήσεων του Τελ Αβίβ. Το 2005 χαρακτήρισε «εκ φύσεως βίαιη πρακτική» την κατοχή και τον αποικισμό παλαιστινιακών εδαφών, προσθέτοντας: «Οσο η Ουάσιγκτον συνεχίζει να παρέχει άνευ όρων την πολιτική προστασία που καθιστά εφικτή την κατοχή και τις συνακόλουθες αυταρχικές πολιτικές υπάρχουν ελάχιστες ελπίδες να αναβιώσει κάτι το οποίο θα μοιάζει με πραγματική ειρηνευτική διαδικασία».
Το 2006 ο Φρίμαν διέβλεψε πως «το ισραηλινό κατεστημένο, εάν αφεθεί ανενόχλητο, θα λάβει αποφάσεις που θα ζημιώσουν τους Ισραηλινούς, θα απειλήσουν όσους σχετίζονται μαζί τους και θα εξοργίσουν τους υπόλοιπους». Το 2007 τόνισε: «Εξαιτίας της πολιτικής των ΗΠΑ οι Αραβες εξισώνουν τους Αμερικανούς με τους Ισραηλινούς».
Τι έγινε, λοιπόν, όταν ο Ντένις Μπλερ ανακοίνωσε τον διορισμό του Τσαρλς Φρίμαν στην κορυφαία θέση του μηχανισμού πληροφοριών των ΗΠΑ; Κήρυξε... ιερό πόλεμο η ισχυρότερη οργάνωση του ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ, το AIPAC (American Israel Public Affairs Committee).
Ομοίως και η Σιωνιστική Οργάνωση Αμερικής. Το Διαδίκτυο κατακλύστηκε από καταγγελίες –αναπόδεικτες βεβαίως– περί αθέμιτων δοσοληψιών του Φρίμαν με το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας. Λες και το συγκεκριμένο –παντελώς αδιάφορο για τους Παλαιστίνιους– καθεστώς θα έδινε έστω και μισό πετροδολάριο για να «λαδώσει» κάποιον ώστε να προβάλλει θέσεις όπως αυτές του Φρίμαν...
Κατόπιν τη σκυτάλη παρέλαβαν γερουσιαστές, Δημοκράτες και Ρεπουμπλικανοί, που διατηρούν καλές –ή και πολύ στενές– σχέσεις με το AIPAC και τη Σιωνιστική Οργάνωση Αμερικής. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο ναύαρχος Μπλερ δεν ένιωσε αποδέκτης απλών διαμαρτυριών, αλλά σχεδόν όμηρος... εκβιαστών: μέλη της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας τού διεμήνυσαν πως εάν επέμενε στον διορισμό του Φρίμαν, θα έκαναν τόσο εξονυχιστικό έλεγχο στη δράση του Εθνικού Συμβουλίου Αντικατασκοπίας, ώστε στην ουσία θα το παρέλυαν.
Ο Μπλερ δεν «άδειασε» τον Φρίμαν. Το έκανε, όμως, ο προσωπάρχης του Λευκού Οίκου, Ραμ Εμάνιουελ. Ενας Αμερικανοεβραίος, σκληροπυρηνικός σιωνιστής που απέκτησε το παρατσούκλι «Ράμπο», επειδή είχε καταταγεί ως εθελοντής σε πολιτική υπηρεσία του ισραηλινού στρατού την εποχή του πρώτου πολέμου εναντίον του Ιράκ.
«Ο Φρίμαν δεν προτάθηκε από τον πρόεδρο, ούτε εγκρίθηκε από τον πρόεδρο ο διορισμός του», δήλωσε με νόημα ο Εμάνιουελ. Ο Φρίμαν κατάλαβε ότι δεν μπορούσε παρά να παραιτηθεί. Το έκανε καταγγέλλοντας ότι έπεσε θύμα «ενορχηστρωμένης εκστρατείας του ισραηλινού λόμπι», αλλά και επαναδιατυπώνοντας –σε συνέντευξή του– τις απόψεις του για την πολιτική της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ.
«Οσοι αμφισβητούσαν την ισχύ ή και την ύπαρξη του ισραηλινού λόμπι έχουν μία ακόμα απάντηση», σχολίασε ο καθηγητής του Χάρβαντ, Στίβεν Γουόλτ, γράφοντας στην ιστοσελίδα της επιθεώρησης Foreign Policy. «Αναρωτιέμαι αν έχει απομείνει υπερηφάνεια στις ΗΠΑ», πρόσθεσε. Κι άλλοι Αμερικανοί αρθρογράφοι, όπως ο Ντένις Μπρόντερ της «Washington Post», εξέφρασαν σκεπτικισμό ή και αντιρρήσεις για την έκβαση της υπόθεσης Φρίμαν. Αξιοπρόσεκτο, όμως, είναι πως κάτι ανάλογο συνέβη –έστω και σε πολύ πιο περιορισμένη κλίμακα– στο ίδιο το Ισραήλ.
Δημοσιογράφοι όπως ο Ουρί Αβνερί, οι οποίοι δεν συμμερίζονται την πολιτική του Τελ Αβίβ στο Παλαιστινιακό, θεωρούν ότι η «καρατόμηση» του Φρίμαν δεν κομίζει καλά μαντάτα. Μήπως, όμως, ανάλογα μαντάτα δεν είχαν καταφθάσει νωρίτερα; Δεν εννοούμε μόνο την επιλογή του Ραμ Εμάνιουελ για τη θέση του προσωπάρχη στον Λευκό Οίκο. Εδώ ο Ομπάμα έκρινε σκόπιμο –αν όχι αναγκαίο– να απομακρύνει τον άτυπο σύμβουλό του Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, τον γνωστό σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας του προέδρου Κάρτερ, επειδή κάποτε επέκρινε το Ισραήλ!