Το ότι έχουμε φτάσει στο σημείο επεισόδια να προαναγγέλλονται επτά μέρες πριν γίνουν και η Αστυνομία να μην μπορεί να τα αποτρέψει, όπως έγινε προχθές στο ΟΑΚΑ, δείχνει την κατάρρευση του κράτους. Το οποίο όσο εμφανίζεται ανίσχυρο τόσο περισσότερο ο καθένας που τολμά και μπορεί θα κάνει ό,τι γουστάρει. Το ότι ένας φαρμακέμπορας, όπως ο Θανάσης Γιαννακόπουλος, ζητεί την παραίτηση υπουργού της κυβέρνησης –όπως έγινε με τον Γιάννη Ιωαννίδη– και τα λόγια του παίρνονται στα σοβαρά, δείχνει και την πολιτική χρεοκοπία.

Το ότι οι Ελληνες δημοσιογράφοι στο μεγαλύτερο ποσοστό τους κάνουν τις πάπιες γράφοντας χαριτωμενιές ή δίνοντας δίκιο μόνο στη μία πλευρά, δείχνει ότι οι προσωπικές απειλές και η αδυναμία της Αστυνομίας να εγγυηθεί την ασφάλεια του Τύπου έχουν φέρει τα αποτελέσματά τους. Μούγκα στη στρούγκα. Η «Τούμπα», εκεί όπου κάθε φάση για τους σπορτκάστερ είναι υπέρ του ΠΑΟΚ, έχει μεταφερθεί στην πολιτική ζωή. Οι κουκουλοφόροι έχουν πάντα δίκιο και οι πιο τολμηροί κάπου κάπου λένε ότι καλό είναι να αποφεύγονται οι ακρότητες, όπως στα επεισόδια των γηπέδων οι φοβισμένοι δημοσιογράφοι μιλάνε για τους «λίγους ανεγκέφαλους».

Αφού, λοιπόν, καταθέσω ότι αδιαφορώ για το όνομα του κόμματος που θα το πει, μπορώ να ρωτήσω αν υπάρχει κάποιο κόμμα που να βγει και να πει ότι θα σέβεται κάθε νόμο που ψηφίστηκε από το ελληνικό κράτος; Οτι εκτός από το να λέμε ότι έχουμε Δημοκρατία θα πρέπει να το κάνουμε και πράξη και κάθε νόμος που έχει ψηφισθεί από το ελληνικό κράτος να τηρείται; Και οι δημοσιογράφοι να μπορούνε να εκφέρουν κάθε γνώμη που έχουν χωρίς να φοβούνται ότι θα ξυλοκοπηθούν ή θα δολοφονηθούν;

Γιατί πριν από 50 χρόνια είχαμε το φαινόμενο του αριστερού δημοσιογράφου που κυνηγιόταν από τη δεξιά, τη χούντα ή δεν ξέρω ποιον άλλον. Σήμερα έχουμε το φαινόμενο των δεξιών ή κεντρώων δημοσιογράφων των οποίων τα ονόματα βρίσκονται σε death lists τρομοκρατικών οργανώσεων και οι συνάδελφοί τους κάνουνε μούγκα επειδή τρέμουν μη βρεθούν στην ίδια θέση και γράφουν για ζαρντινιέρες, Κύπριους φοιτητές και όλα τ' άλλα τα αριστερά και ασφαλή.

Εκτός, βέβαια, αν έχουμε σηκώσει τα χέρια. Εκτός αν έχουμε φτάσει στο σημείο που ο κάθε κουκουλοφόρος και χούλιγκαν θα ορίζει τη ζωή μας και θα μας λέει πού θα πάμε, σε ποιες ώρες θα πρέπει να είμαστε και τι θα πρέπει να λέμε, αν τουλάχιστον θέλουμε να είμαστε ασφαλείς. Αυτό, όμως, δεν είναι που οι αριστεροί τόσα χρόνια μάς πρήζανε ότι είναι φασισμός;

Να μην μπορείς να πεις ούτε τη γνώμη σου; Αν υπάρχει Δημοκρατία, θα το δούμε στην εφαρμογή των νόμων, όταν η Αστυνομία θα μπορεί να αποτρέπει επεισόδια που οι χούλιγκαν προγραμμάτισαν μία εβδομάδα πριν. Αν δεν μπορούν να το κάνουν, αν δεν μπορούν να επιβάλλουν τους νόμους που ψηφίζουν, δεν έχουμε Δημοκρατία, αλλά φασισμό. Και τον χειρότερο φασισμό. Αυτόν που δεν έχει καθόλου θεωρία, παρά μόνο τσαμπουκά και πράξη.


Ο Καρπετόπουλος ήταν ο πρώτος που κατάλαβε το βάρος του θεσμού. Το μικρό νταμπλ. Το μεγαλύτερο κατόρθωμα για τον προπονητή του ποδοσφαίρου. Να βγει σε μια σεζόν δεύτερος στο πρωτάθλημα και να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου και να χάσει. Μπροστά του το νταμπλ δεν πιάνει μία. Και η κουτσή Μαρία έχει πάρει νταμπλ. Εχεις μια καλή ομάδα, την αφήνεις να παίζει και ο μεγαλύτερος ρούκουνας να είσαι θα το πάρεις το νταμπλ. Ενώ το μικρό νταμπλ θέλει φινέτσα.

Γιατί άντε να κοντρολάρεις μια ομάδα να μπορέσει να βγει δεύτερη και να τη συγκρατήσεις άμα φτάσει στον τελικό για να μην τον κερδίσει. Για να καταλάβετε το μέγεθος του επιτεύγματος, μόνο ο Φερνάντο Σάντος στην ΑΕΚ έχει μπορέσει να το πάρει. Θα πετύχαινε ένα μοναδικό ρεκόρ όταν είχε φτάσει στο τσακ να το κατακτήσει και δεύτερη κολλητή φορά, αλλά στον τελικό με τον Ολυμπιακό ο Ζιοβάνι πήγε και αποβλήθηκε και στέρησε στον Σάντος το τρόπαιο. Φέτος το μικρό νταμπλ διεκδικεί με αξιώσεις ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, παρά το ότι με αυτά τα σερί των έξι αγωνιστικών μόνο νίκες και τα συμφιλιωτικά με τον Σκόκο και τον Τζεμπούρ τον βλέπω να παίρνει Κύπελλο και να χάνει τον τίτλο.

Χρειάζεται, πάντως, πολύ καλή διάθεση για να πει κανένας ότι ο Τζεμπούρ με τον Σκόκο έχουν συμφιλιωθεί. Η σκηνή μετά το γκολ του Τζεμπούρ, όταν ο Σκόκο από συνήθεια ανοίγει τα χέρια για να πάει να τον αγκαλιάσει και τότε καταλαβαίνει τι πάει να κάνει και τα κατεβάζει, δεν είναι ακριβώς σκηνή αμοιβαίου πάθους. Το ματς, όμως, βοήθησε όλους να καταλάβουν ποιος από τους δύο είναι ο αγαπημένος των αποδυτηρίων.

Οταν ο Τζεμπούρ έχει σκοράρει και βγαίνει εκτός αγωνιστικού χώρου, είναι αυτός και τα δύο ball boys που τον κοιτάνε πίσω από τις ταμπέλες. Τα σύνορα της DDR να ήταν η γραμμή του άουτ, πιο εύκολα θα τα περνούσαν οι παίκτες της ΑΕΚ για να συγχαρούνε τον Τζεμπούρ. Επρεπε να μπει ξανά στον αγωνιστικό χώρο ο Αλγερινός και να τον πλησιάσει πρώτα ο Μπλάνκο για να πάρουν το μήνυμα και οι υπόλοιποι και να του χτυπήσουν την πλάτη.

Το ίδιο και χειρότερα στραβωμένοι είναι οι παίκτες του Παναθηναϊκού. Οχι μόνο με τον Τεν Κάτε αλλά και με τον Νίκο Πατέρα, επειδή έριξε το πρόστιμο των 15 χιλιάδων μετά το ματς με τον Αστέρα. Εχουν και τα δίκια τους.

Το συνηθισμένο επιχείρημα όταν ένας πρόεδρος ρίχνει πρόστιμο είναι ότι όπως οι παίκτες παίρνουν πριμ στις μεγάλες νίκες, πρέπει να δέχονται και τα πρόστιμα στις αναπάντεχες αποτυχίες. Μόνο που σε αυτή τη λογική, όταν πηγαίνουμε σε εστιατόριο και γουστάρουμε το σέρβις θα πρέπει να δίνουμε πουρμπουάρ, αλλά όταν δεν το γουστάρουμε θα πρέπει να ζητάμε λεφτά από το γκαρσόνι.

Οσο για τον Χενκ Τεν Κάτε, το ερώτημα είναι απλό. Θα κέρδιζαν οι παίκτες του Παναθηναϊκού ένα ματς για να ευχαριστήσουν τον προπονητή τους; Για να μην υποβάλω το άλλο ερώτημα, «θα έχαναν οι παίκτες του Παναθηναϊκού ένα ματς για να διώξουν τον προπονητή τους;», και κολαστώ σαρακοστιανές μέρες που είναι...

Σ' αυτό το σημείο πρέπει να προβληματιστούν και οι Τζιγκεροβγενόπουλοι στον Παναθηναϊκό. Τον κρατάμε τον προπονητή ή όχι; Και το «ναι» αλλά και το «όχι» έχουν τα υπέρ και τα κατά τους.

Αν οι πολυμετοχικοί φάνε φέτος τον Τεν Κάτε, θα πρέπει να ξεκινάνε φτου κι απ’ την αρχή. Να πάρουν το ρίσκο με έναν καινούργιο προπονητή, που μπορεί να τους βγει άχρηστος από τον πρώτο μήνα, όπως έγινε με τον Μπάκε, να τον περιμένουν να μάθει την ομάδα και να τον μάθουνε οι παίκτες και, κατά πάσα πιθανότητα, του χρόνου τέτοια εποχή να βρεθούν στο ίδιο σημείο που βρίσκονται και σήμερα. Με μια ομάδα που θα έχει χάσει το πρωτάθλημα και με την ελπίδα ότι τον δεύτερο χρόνο ο προπονητής θα τα πάει καλύτερα. Επίσης, είναι απίθανο να θα βρεθεί ένας καλύτερος προπονητής για να δουλέψει στο ελληνικό πρωτάθλημα.

Το κυριότερο πρόβλημα από τη λύση του συμβολαίου με τον Τεν Κάτε θα είναι ότι η σημερινή διοίκηση θα στείλει μήνυμα ότι «μασάει». Οτι «μασάει» στις πιέσεις της «Πράσινης» και στη δυσαρέσκεια των ποδοσφαιριστών και απέλυσε τον προπονητή για να τους ικανοποιήσει. Επίσης, είναι αποδεδειγμένο ότι αν μια διοίκηση «φάει» προπονητή επειδή γουστάρανε οι παίκτες, το φαινόμενο θα επαναληφθεί και τη δεύτερη φορά πιο εύκολα απ' ό,τι την πρώτη. Με το παραμικρό οι παίκτες θα μουτρώνουν στον νέο προπονητή και θα στέλνουν το μήνυμα στη διοίκηση να τον αλλάξει.


Ο μόνος λόγος για να απολυθεί ο Τεν Κάτε θα είναι να επαναλάβει κάποιον από τους κλασικούς τσαμπουκάδες που έχει κάνει σε άλλες ομάδες. Αλλά τότε ο Τεν Κάτε θα έχει διώξει τον εαυτό του και δεν πειράζει. Ακόμα και αν φύγει ο Τεν Κάτε, το θέμα θα είναι να φανεί απόφαση της διοίκησης και όχι αποτέλεσμα πίεσης.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube