Ο Κάρπετ μου 'λεγε ότι υπάρχει, όμως μέχρι να το δω με τα μάτια μου δεν το πίστευα. Χθες μπήκε στον NovaΣΠΟΡ FM 94,6 κρατώντας το στα χέρια. Πάγωσα. Είδα από μακριά τη φωτογραφία του μεγάλου δασκάλου στο εξώφυλλό του και κόντεψα να λιποθυμήσω από τη συγκίνηση. Είναι αλήθεια, φίλε αναγνώστη. Το ευαγγέλιο του ποδοσφαίρου υπάρχει και είναι στα χέρια μου.
Αν ακόμα δεν έχεις καταλάβει περί τίνος πρόκειται, άσε κάτω την εφημερίδα και μη διαβάσεις τη συνέχεια. Δεν σου αξίζει να γίνεις κοινωνός της περιγραφής μιας ζωής που θα έδινες (τουλάχιστον) το ένα σου χέρι για να τη ζήσεις. Εσύ όμως, υποψιασμένε μου αναγνώστη, που απ’ την πρώτη πρόταση κιόλας κατάλαβες ότι αναφέρομαι στο βιβλίο «Από τη φτώχεια στην αναγνώριση» του μεγάλου Νίκου Αλέφαντου συνέχισε την ανάγνωση και δεν θα χάσεις. Η σημερινή στήλη είναι συλλεκτική...
Το βιβλίο του κορυφαίου Ελληνα τεχνικού κυκλοφόρησε το 1985, αριθμεί 142 σελίδες και όπως είναι φυσικό από την πρώτη στιγμή που τοποθετήθηκε στα ράφια των βιβλιοπωλείων εξαντλήθηκε. Οσοι τυχεροί το απέκτησαν είναι βέβαιο ότι σήμερα θα το έχουν φυλάξει σε κάποιο χρηματοκιβώτιο ή θυρίδα, διότι μέρα με τη μέρα η αξία του εκτινάσσεται.
Στον πρόλογο του βιβλίου ο «Αλέ» ξεκαθαρίζει ότι δεν γράφει τα απομνημονεύματά του: «Δεν φιλοδοξώ να γράψω απομνημονεύματα, για δυο λόγους: πρώτο δεν είμαι καλλιτέχνης (Σπεράντζα Βρανά, ας πούμε) ούτε κατάσκοπος (Κιμ Φίλμπι, ας πούμε). Δεύτερο δεν με πήρανε ακόμα τα χρόνια. Απομνημονεύματα θα χαρίσω στους φιλάθλους, αλλά πολύ αργότερα, αν ζήσουμε βέβαια».
Στη συνέχεια ο πολυνίκης τεχνικός, επειδή πολλά ακούγονται και γράφονται, αποκαλύπτει ποιος πραγματικά είναι ο Νικόλας Αλέφαντος: «Ακόμη και σήμερα, υπάρχουν κάποιοι που με θεωρούν γκάνγκστερ. Κακοποιό, αναρχικό των γηπέδων, ιδιότροπο, περίεργο, περιθωριακό, υβριστή, τέτοια. Δεν είμαι τίποτα από όλα αυτά. Ο Αλέφαντος είναι μια πρόκληση και τίποτα περισσότερο».
Δέσε τη ζώνη σου, αγαπητέ αναγνώστη, γιατί τώρα ξεκινά η απογείωση. Ο «Αλέ» διηγείται μικρές ιστορίες από την πολυτάραχη ζωή του στους πάγκους των ομάδων που τίμησε με την παρουσία του. Εν αρχή ην ο Πιερικός: «Εφτασα στο σημείο να είμαι δέκα βαθμούς μπροστά, τρία παιχνίδια πριν από το τέλος. Και τα τρία να έχανα σε τρεις μήνες μόνο έβγαινα πρωταθλητής. Ωστόσο όμως έγινε το εξής: Ο Λιάπης δεν ήρθε στην προπόνηση ούτε την Τρίτη, ούτε την Τετάρτη, ούτε την Πέμπτη. Ηρθε την Παρασκευή. Ανακοινώνω λοιπόν την αποστολή και αφήνω τον Λιάπη έξω».
Αυτή ήταν η αρχή του τέλους. Ο συνεπώνυμος του ξαδέρφου του Κωστάκη τον κατέστρεψε τον Νικόλα μου: «Το βράδυ πάω στο ξενοδοχείο και ενημερώνω πως αν με πάρει η γυναίκα μου τηλέφωνο ή κανείς άλλος θα είμαι σε γνωστό σινεμά. Πάω στο σινεμά και όπως καθόμουνα με φωνάζουν στο τηλέφωνο. Ηταν ο αντιπρόεδρος, ο Χοτζαμανίδης: "Κύριε Αλέφαντε, έχουμε ένα συμβούλιο. Μπορείτε να έρθετε;". Και πήγα».
Οχι που δεν θα πήγαινε ο καλός μου. Στο συμβούλιο ο μεγάλος Ελληνας τεχνικός γνώρισε από πρώτο χέρι τι θα πει αχαριστία: «Κάθομαι να τους ακούσω και αυτοί τα είχαν ξεχάσει όλα. Ξέχασαν τι τρώγαμε σ’ όλη την επαρχία για να βγούμε πρώτοι. Στη Θράκη θυμάμαι που μας χτύπαγαν με ομπρέλες. Στη Δράμα με τον Πανδραμαϊκό και τη Δόξα φάγαμε τα γιαούρτια, φάγαμε τα αυγά, φάγαμε τα πάντα όλα. Μόνο ένας Φαρδέλας, γενικός αρχηγός, στάθηκε παλικάρι. Εμψύχωνε τους παίκτες, τα 'κανε όλα».
Λίγο αργότερα οι τίτλοι τέλους της ταινίας «Ο Νικόλας στην Κατερίνη» έπεσαν με τον πιο δραματικό τρόπο. Ο Λιάπης είχε κερδίσει: «Και γυρνάνε και μου είπαν ή θα έπαιρνα τον Λιάπη στην αποστολή ή θα ήμουν εκτός αποδυτηρίων μέχρι τέλος. "Και στους φούρνους να με ρίξει ο Χίτλερ" τους είπα "αυτό δεν γίνεται". Και φεύγω. Και γίνομαι για τον κόσμο λαϊκό προσκύνημα. Μου έμεινε ιστορικό αυτό το γεγονός. Πήρα ένα ταξί και έκλαιγα από την Κατερίνη ως την Αθήνα για την αδικία, γιατί προτίμησαν τον Λιάπη από μένα, τέτοια συναντούσα. Για τη θεία δίκη τούς πήρα 2-0 μέσα στην Κρήτη και 2-0 μέσα στην Κατερίνη. Νικητής έφευγα νύχτα, αυτό δεν έχει ξαναγίνει».
Στο βιβλίο του, κεχαριτωμένε, ο Αλέφαντος αποκαλύπτει και κάτι άλλο, το οποίο δεν είναι γνωστό στο ευρύ κοινό. Ο γλυκός μου έχει περάσει και ένα φεγγάρι απ' την φυλακή. Κατά τη διάρκεια της τρίτης θητείας του στα Γιάννενα:
«Πάμε να παίξουμε δεύτερο παιχνίδι με τον Ηρακλή. Ισοφαρίζουμε 1-1, μας κάνουν δεύτερο γκολ και στο 84' κάνει μια κατεβασιά ο Κοντογεωργάκης, γυρίζει στον Σεϊταρίδη, κεφαλιά, η μπάλα στο δοκάρι. Πετάγομαι να πω γκολ και μου φωνάζουν οι φίλαθλοι κάτσε κάτω. "Αντε ρε, δεν έχετε ομάδα, πού να πάρετε το πρωτάθλημα" απαντάω, δεν έχω βρίσει. Ερχεται ένας αστυνομικός της χωροφυλακής, με παίρνει μια και δυο στο τμήμα. Με πάνε στο δικαστήριο. Πού να βρεθεί δικηγόρος. Με καταδικάζουν 25 μέρες χωρίς μετατροπή, χωρίς τίποτα. Με κλείνουν μέσα στο Γεντί Κουλέ. Μεγάλη στενοχώρια».
Στου βιβλίου τα μισά ο Αλέφαντος αναφέρεται σε μια συγκλονιστική εμπειρία που βίωσε στην Αγγλία. Ο Νικόλας μου είχε πάει να δει από κοντά τη δουλειά του Σέξτον. Κάποια στιγμή όμως τα λεφτά του τελείωσαν: «Λεφτά δεν υπήρχαν για ξενοδοχείο, ούτε μέτριο. Ευτυχώς είχε φροντίσει ένας γνωστός και με δέχτηκαν στο κτίριο του εφοπλιστή Πατέρα. Οι άνθρωποι εκεί δεν μου είχαν δώσει το ροζ δωμάτιο, ούτε τις μεταξωτές μπιζάμες του κυρίου. Για μένα υπήρχε το υπόγειο του τεράστιου σπιτιού. Και εκεί τη βρήκα. Ηταν ένα πολύ μεγάλο σκοτεινό υπόγειο, γεμάτο παλιά έπιπλα και σκεύη, κιβώτια, ανταλλακτικά από αυτοκίνητα, τεράστια κασόνια με σαβούρες. Κάπου στην άκρη στήθηκε ένα μικρό ράντσο και βολεύτηκα. Πάνω από οποιαδήποτε έλλειψη άνεσης είχα βάλει τη δίψα για μάθηση».
Λίγες μέρες αργότερα όμως συνέβη το κακό. Ακόμη και αυτός, ο ατρόμητος «Αλέ» λύγισε: «Ενα βράδυ που δεν μπορούσα να κοιμηθώ με τίποτα (κι ήθελα πολύ να κοιμηθώ και να ονειρευτώ ότι βρισκόμουν στο ξενοδοχείο "Ριτζ", όπου δυο κομψοί σερβιτόροι μου σερβίρουν ένα βασιλικό γεύμα), σηκώθηκα και έκοψα μερικές βόλτες στο υπόγειο. Από περιέργεια αλλά ίσως και μηχανικά στήθηκα σε μια γωνιά που βρίσκονταν κάτι κιβώτια. Βάζω το χέρι και ανοίγω ένα. Και τι να δω. Ηταν γεμάτα κόκαλα. Τρελάθηκα. Ολο μου το κορμί το είχε ζώσει ανατριχίλα. Μην κάνουμε τους πολύ μάγκες γιατί βλάφτει. Με δυο λόγια, είχα χεστεί από τον φόβο μου».
Επειδή ενός κακού μύρια έπονται, οι συμφορές του Αλέφαντου συνεχίστηκαν. Την ώρα που εκείνος επέρδετο μέντες μια σκοτεινή φιγούρα μπήκε στο υπόγειο: «Και πάνω στη θολούρα μου ανοίγει το πορτάκι στο βάθος του υπόγειου. Μπροστά στο άνοιγμα στεκόταν η υπηρέτρια κρατώντας ένα μεγάλο φακό. "Πάθατε τίποτα, κύριε Νίκο;" μου λέει. Τρελάθηκα από τον φόβο μου. "Κάτι κόκαλα βρήκα εδώ" της λέω. "Ναι, το ξέρω", απαντά. "Είναι για να παίζουν τα σκυλιά του κ. Πατέρα". Αντε να κοιμηθείς μετά ή να πιστέψεις τη γριά υπηρέτρια. Που ήταν ίσως η πιο άσχημη γυναίκα που είχα δει στη ζωή μου. Να σκεφτείτε ότι το πρόσωπό της μπροστά στο φακό μου είχε φέρει πιο δυνατή ανατριχίλα από τα κόκαλα».
Ξέρω ότι δεν χόρτασες, φίλε αναγνώστη, γι’ αυτό σου υπόσχομαι ότι σε λίγο καιρό θα σου παρουσιάσω μερικά ακόμα αποσπάσματα από το περίφημο βιβλίο. Μ' αρέσει να σε τυραννάω...
Γιαννάκης Οκκάς
Αν τα πράγματα στραβώσουν με τον Βαλβέρδε και ο Ισπανός δεν παραμείνει στον πάγκο του Ολυμπιακού, ο Γιαννάκης Οκκάς είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να τον αντικαταστήσει. Πρόκειται για νέο και εξελίξιμο προπονητή -«Αλέ» δεν είναι βέβαια, μην το παρακάνουμε κιόλας- ο οποίος στην αρχή με το μπάσκετ ασχολήθηκε, όμως στη συνέχεια τον κέρδισαν το ποδόσφαιρο και η σεφταλιά. Τον προτείνω ανεπιφύλακτα…